description::
· verbElln is a-set of TERMS that denote ONE semo-verb (a-directed process-or-relation in time).
name::
* McsEngl.McsLag000026.last.html//dirLag//dirMcs!⇒verbElln,
* McsEngl.dirLag/McsLag000026.last.html!⇒verbElln,
* McsEngl.Greek-verb!⇒verbElln,
* McsEngl.logoElln'verb!⇒verbElln,
* McsEngl.verbElln,
* McsEngl.verbElln!=Greek-verb,
====== langoGreek:
* McsElln.Ελληνικό-ρήμα!το!⇒verbElln,
* McsElln.ρήμαΕλλν!⇒verbElln,
γράφω | δεν-γράφω | γράφω; | δεν-γράφω; |
γράφεις | δεν-γράφεις | γράφεις; | δεν-γράφεις; |
γράφει | δεν-γράφει | γράφει; | δεν-γράφει; |
γράφουμε | δεν-γράφουμε | γράφουμε; | δεν-γράφουμε; |
γράφετε | δεν-γράφετε | γράφετε; | δεν-γράφετε; |
γράφουν(ε) | δεν-γράφουν(ε) | γράφουν(ε); | δεν-γράφουν(ε); |
έχω-γράψει | δεν-έχω-γράψει | έχω-γράψει; | δεν-έχω-γράψει; |
έχεις-γράψει | δεν-έχεις-γράψει | έχεις-γράψει; | δεν-έχεις-γράψει; |
έχει-γράψει | δεν-έχει-γράψει | έχει-γράψει; | δεν-έχει-γράψει; |
έχουμε-γράψει | δεν-έχουμε-γράψει | έχουμε-γράψει; | δεν-έχουμε-γράψει; |
έχετε-γράψει | δεν-έχετε-γράψει | έχετε-γράψει; | δεν-έχετε-γράψει; |
έχουν(ε)-γράψει | δεν-έχουν(ε)-γράψει | έχουν(ε)-γράψει; | δεν-έχουν(ε)-γράψει; |
έγραψα | δεν-έγραψα | έγραψα; | δεν-έγραψα; |
έγραψες | δεν-έγραψες | έγραψες; | δεν-έγραψες; |
έγραψε | δεν-έγραψε | έγραψε; | δεν-έγραψε; |
γράψαμε | δεν-γράψαμε | γράψαμε; | δεν-γράψαμε; |
γράψατε | δεν-γράψατε | γράψατε; | δεν-γράψατε; |
έγραψαν|γράψαν(ε) | δεν-έγραψαν|γράψαν(ε) | έγραψαν|γράψαν(ε); | δεν-έγραψαν|γράψαν(ε); |
είχα-γράψει | δεν-είχα-γράψει | είχα-γράψει; | δεν-είχα-γράψει; |
είχες-γράψει | δεν-είχες-γράψει | είχες-γράψει; | δεν-είχες-γράψει; |
είχε-γράψει | δεν-είχε-γράψει | είχε-γράψει; | δεν-είχε-γράψει; |
είχαμε-γράψει | δεν-είχαμε-γράψει | είχαμε-γράψει; | δεν-είχαμε-γράψει; |
είχατε-γράψει | δεν-είχατε-γράψει | είχατε-γράψει; | δεν-είχατε-γράψει; |
είχαν(ε)-γράψει | δεν-είχαν(ε)-γράψει | είχαν(ε)-γράψει; | δεν-είχαν(ε)-γράψει; |
έγραφα | δεν-έγραφα | έγραφα; | δεν-έγραφα; |
έγραφες | δεν-έγραφες | έγραφες; | δεν-έγραφες; |
έγραφε | δεν-έγραφε | έγραφε; | δεν-έγραφε; |
γράφαμε | δεν-γράφαμε | γράφαμε; | δεν-γράφαμε; |
γράφατε | δεν-γράφατε | γράφατε; | δεν-γράφατε; |
έγραφαν|γράφαν(ε) | δεν-έγραφαν|γράφαν(ε) | έγραφαν|γράφαν(ε); | δεν-έγραφαν|γράφαν(ε); |
θα-γράψω | δεν-θα-γράψω | θα-γράψω; | δεν-θα-γράψω; |
θα-γράψεις | δεν-θα-γράψεις | θα-γράψεις; | δεν-θα-γράψεις; |
θα-γράψει | δεν-θα-γράψει | θα-γράψει; | δεν-θα-γράψει; |
θα-γράψουμε | δεν-θα-γράψουμε | θα-γράψουμε; | δεν-θα-γράψουμε; |
θα-γράψετε | δεν-θα-γράψετε | θα-γράψετε; | δεν-θα-γράψετε; |
θα-γράψουν(ε) | δεν-θα-γράψουν(ε) | θα-γράψουν(ε); | δεν-θα-γράψουν(ε); |
θα-έχω-γράψει | δεν-θα-έχω-γράψει | θα-έχω-γράψει; | δεν-θα-έχω-γράψει; |
θα-έχεις-γράψει | δεν-θα-έχεις-γράψει | θα-έχεις-γράψει; | δεν-θα-έχεις-γράψει; |
θα-έχει-γράψει | δεν-θα-έχει-γράψει | θα-έχει-γράψει; | δεν-θα-έχει-γράψει; |
θα-έχουμε-γράψει | δεν-θα-έχουμε-γράψει | θα-έχουμε-γράψει; | δεν-θα-έχουμε-γράψει; |
θα-έχετε-γράψει | δεν-θα-έχετε-γράψει | θα-έχετε-γράψει; | δεν-θα-έχετε-γράψει; |
θα-έχουν(ε)-γράψει | δεν-θα-έχουν(ε)-γράψει | θα-έχουν(ε)-γράψει; | δεν-θα-έχουν(ε)-γράψει; |
θα-γράφω | δεν-θα-γράφω | θα-γράφω; | δεν-θα-γράφω; |
θα-γράφεις | δεν-θα-γράφεις | θα-γράφεις; | δεν-θα-γράφεις; |
θα-γράφει | δεν-θα-γράφει | θα-γράφει; | δεν-θα-γράφει; |
θα-γράφουμε | δεν-θα-γράφουμε | θα-γράφουμε; | δεν-θα-γράφουμε; |
θα-γράφετε | δεν-θα-γράφετε | θα-γράφετε; | δεν-θα-γράφετε; |
θα-γράφουν(ε) | δεν-θα-γράφουν(ε) | θα-γράφουν(ε); | δεν-θα-γράφουν(ε); |
να-γράφω | να-μη-γράφω | να-γράφω; | να-μη-γράφω; |
να-γράφεις | να-μη-γράφεις | να-γράφεις; | να-μη-γράφεις; |
να-γράφει | να-μη-γράφει | να-γράφει; | να-μη-γράφει; |
να-γράφουμε | να-μη-γράφουμε | να-γράφουμε; | να-μη-γράφουμε; |
να-γράφετε | να-μη-γράφετε | να-γράφετε; | να-μη-γράφετε; |
να-γράφουν(ε) | να-μη-γράφουν(ε) | να-γράφουν(ε); | να-μη-γράφουν(ε); |
να-έχω-γράψει | να-μην-έχω-γράψει | να-έχω-γράψει; | να-μην-έχω-γράψει; |
να-έχεις-γράψει | να-μην-έχεις-γράψει | να-έχεις-γράψει; | να-μην-έχεις-γράψει; |
να-έχει-γράψει | να-μην-έχει-γράψει | να-έχει-γράψει; | να-μην-έχει-γράψει; |
να-έχουμε-γράψει | να-μην-έχουμε-γράψει | να-έχουμε-γράψει; | να-μην-έχουμε-γράψει; |
να-έχετε-γράψει | να-μην-έχετε-γράψει | να-έχετε-γράψει; | να-μην-έχετε-γράψει; |
να-έχουν(ε)-γράψει | να-μην-έχουν(ε)-γράψει | να-έχουν(ε)-γράψει; | να-μην-έχουν(ε)-γράψει; |
να-γράψω | να-μη-γράψω | να-γράψω; | να-μη-γράψω; |
να-γράψεις | να-μη-γράψεις | να-γράψεις; | να-μη-γράψεις; |
να-γράψει | να-μη-γράψει | να-γράψει; | να-μη-γράψει; |
να-γράψουμε | να-μη-γράψουμε | να-γράψουμε; | να-μη-γράψουμε; |
να-γράψετε | να-μη-γράψετε | να-γράψετε; | να-μη-γράψετε; |
να-γράψουν(ε) | να-μη-γράψουν(ε) | να-γράψουν(ε); | να-μη-γράψουν(ε); |
γράφομαι | δεν-γράφομαι | γράφομαι; | δεν-γράφομαι; |
γράφεσαι | δεν-γράφεσαι | γράφεσαι; | δεν-γράφεσαι; |
γράφεται | δεν-γράφεται | γράφεται; | δεν-γράφεται; |
γραφόμαστε | δεν-γραφόμαστε | γραφόμαστε; | δεν-γραφόμαστε; |
γράφεστε|γραφόσαστε | δεν-γράφεστε|γραφόσαστε | γράφεστε|γραφόσαστε; | δεν-γράφεστε|γραφόσαστε; |
γράφονται | δεν-γράφονται | γράφονται; | δεν-γράφονται; |
έχω-γραφτεί | δεν-έχω-γραφτεί | έχω-γραφτεί; | δεν-έχω-γραφτεί; |
έχεις-γραφτεί | δεν-έχεις-γραφτεί | έχεις-γραφτεί; | δεν-έχεις-γραφτεί; |
έχει-γραφτεί | δεν-έχει-γραφτεί | έχει-γραφτεί; | δεν-έχει-γραφτεί; |
έχουμε-γραφτεί | δεν-έχουμε-γραφτεί | έχουμε-γραφτεί; | δεν-έχουμε-γραφτεί; |
έχετε-γραφτεί | δεν-έχετε-γραφτεί | έχετε-γραφτεί; | δεν-έχετε-γραφτεί; |
έχουν(ε)-γραφτεί | δεν-έχουν(ε)-γραφτεί | έχουν(ε)-γραφτεί; | δεν-έχουν(ε)-γραφτεί; |
γράφτηκα | δεν-γράφτηκα | γράφτηκα; | δεν-γράφτηκα; |
γράφτηκες | δεν-γράφτηκες | γράφτηκες; | δεν-γράφτηκες; |
γράφτηκε | δεν-γράφτηκε | γράφτηκε; | δεν-γράφτηκε; |
γραφτήκαμε | δεν-γραφτήκαμε | γραφτήκαμε; | δεν-γραφτήκαμε; |
γραφτήκατε | δεν-γραφτήκατε | γραφτήκατε; | δεν-γραφτήκατε; |
γράφτηκαν|γραφτήκαν(ε) | δεν-γράφτηκαν|γραφτήκαν(ε) | γράφτηκαν|γραφτήκαν(ε); | δεν-γράφτηκαν|γραφτήκαν(ε); |
είχα-γραφτεί | δεν-έχω-γραφτεί | έχω-γραφτεί; | δεν-έχω-γραφτεί; |
είχες-γραφτεί | δεν-είχες-γραφτεί | είχες-γραφτεί; | δεν-είχες-γραφτεί; |
είχε-γραφτεί | δεν-είχε-γραφτεί | είχε-γραφτεί; | δεν-είχε-γραφτεί; |
είχαμε-γραφτεί | δεν-είχαμε-γραφτεί | είχαμε-γραφτεί; | δεν-είχαμε-γραφτεί; |
είχατε-γραφτεί | δεν-είχατε-γραφτεί | είχατε-γραφτεί; | δεν-είχατε-γραφτεί; |
είχαν(ε)-γραφτεί | δεν-είχαν(ε)-γραφτεί | είχαν(ε)-γραφτεί; | δεν-είχαν(ε)-γραφτεί; |
γραφόμουν(α) | δεν-γραφόμουν(α) | γραφόμουν(α); | δεν-γραφόμουν(α); |
γραφόσουν(α) | δεν-γραφόσουν(α) | γραφόσουν(α); | δεν-γραφόσουν(α); |
γραφόταν(ε) | δεν-γραφόταν(ε) | γραφόταν(ε); | δεν-γραφόταν(ε); |
γραφόμασταν|γραφόμαστε | δεν-γραφόμασταν|γραφόμαστε | γραφόμασταν|γραφόμαστε; | δεν-γραφόμασταν|γραφόμαστε; |
γραφόσασταν|γραφόσαστε | δεν-γραφόσασταν|γραφόσαστε | γραφόσασταν|γραφόσαστε; | δεν-γραφόσασταν|γραφόσαστε; |
γράφονταν|γραφόντουσαν | δεν-γράφονταν|γραφόντουσαν | γράφονταν|γραφόντουσαν; | δεν-γράφονταν|γραφόντουσαν; |
θα-γραφτώ | δεν-θα-γραφτώ | θα-γραφτώ; | δεν-θα-γραφτώ; |
θα-γραφτείς | δεν-θα-γραφτείς | θα-γραφτείς; | δεν-θα-γραφτείς; |
θα-γραφτεί | δεν-θα-γραφτεί | θα-γραφτεί; | δεν-θα-γραφτεί; |
θα-γραφτούμε | δεν-θα-γραφτούμε | θα-γραφτούμε; | δεν-θα-γραφτούμε; |
θα-γραφτείτε | δεν-θα-γραφτείτε | θα-γραφτείτε; | δεν-θα-γραφτείτε; |
θα-γραφτούν(ε) | δεν-θα-γραφτούν(ε) | θα-γραφτούν(ε); | δεν-θα-γραφτούν(ε); |
θα-έχω-γραφτεί | δεν-θα-έχω-γραφτεί | θα-έχω-γραφτεί; | δεν-θα-έχω-γραφτεί; |
θα-έχεις-γραφτεί | δεν-θα-έχεις-γραφτεί | θα-έχεις-γραφτεί; | δεν-θα-έχεις-γραφτεί; |
θα-έχει-γραφτεί | δεν-θα-έχει-γραφτεί | θα-έχει-γραφτεί; | δεν-θα-έχει-γραφτεί; |
θα-έχουμε-γραφτεί | δεν-θα-έχουμε-γραφτεί | θα-έχουμε-γραφτεί; | δεν-θα-έχουμε-γραφτεί; |
θα-έχετε-γραφτεί | δεν-θα-έχετε-γραφτεί | θα-έχετε-γραφτεί; | δεν-θα-έχετε-γραφτεί; |
θα-έχουν(ε)-γραφτεί | δεν-θα-έχουν(ε)-γραφτεί | θα-έχουν(ε)-γραφτεί; | δεν-θα-έχουν(ε)-γραφτεί; |
θα-γράφομαι | δεν-θα-γράφομαι | θα-γράφομαι; | δεν-θα-γράφομαι; |
θα-γράφεσαι | δεν-θα-γράφεσαι | θα-γράφεσαι; | δεν-θα-γράφεσαι; |
θα-γράφεται | δεν-θα-γράφεται | θα-γράφεται; | δεν-θα-γράφεται; |
θα-γραφόμαστε | δεν-θα-γραφόμαστε | θα-γραφόμαστε; | δεν-θα-γραφόμαστε; |
θα-γράφεστε|γραφόσαστε | δεν-θα-γράφεστε|γραφόσαστε | θα-γράφεστε|γραφόσαστε; | δεν-θα-γράφεστε|γραφόσαστε; |
θα-γράφονται | δεν-θα-γράφονται | θα-γράφονται; | δεν-θα-γράφονται; |
να-γράφομαι | να-μη-γράφομαι | να-γράφομαι; | να-μη-γράφομαι; |
να-γράφεσαι | να-μη-γράφεσαι | να-γράφεσαι; | να-μη-γράφεσαι; |
να-γράφεται | να-μη-γράφεται | να-γράφεται; | να-μη-γράφεται; |
να-γραφόμαστε | να-μη-γραφόμαστε | να-γραφόμαστε; | να-μη-γραφόμαστε; |
να-γράφεστε|γραφόσαστε | να-μη-γράφεστε|γραφόσαστε | να-γράφεστε|γραφόσαστε; | να-μη-γράφεστε|γραφόσαστε; |
να-γράφονται | να-μη-γράφονται | να-γράφονται; | να-μη-γράφονται; |
να-έχω-γραφτεί | να-μην-έχω-γραφτεί | να-έχω-γραφτεί; | να-μην-έχω-γραφτεί; |
να-έχεις-γραφτεί | να-μην-έχεις-γραφτεί | να-έχεις-γραφτεί; | να-μην-έχεις-γραφτεί; |
να-έχει-γραφτεί | να-μην-έχει-γραφτεί | να-έχει-γραφτεί; | να-μην-έχει-γραφτεί; |
να-έχουμε-γραφτεί | να-μην-έχουμε-γραφτεί | να-έχουμε-γραφτεί; | να-μην-έχουμε-γραφτεί; |
να-έχετε-γραφτεί | να-μην-έχετε-γραφτεί | να-έχετε-γραφτεί; | να-μην-έχετε-γραφτεί; |
να-έχουν(ε)-γραφτεί | να-μην-έχουν(ε)-γραφτεί | να-έχουν(ε)-γραφτεί; | να-μην-έχουν(ε)-γραφτεί; |
να-γραφτώ | να-μη-γραφτώ | να-γραφτώ; | να-μη-γραφτώ; |
να-γραφτείς | να-μη-γραφτείς | να-γραφτείς; | να-μη-γραφτείς; |
να-γραφτεί | να-μη-γραφτεί | να-γραφτεί; | να-μη-γραφτεί; |
να-γραφτούμε | να-μη-γραφτούμε | να-γραφτούμε; | να-μη-γραφτούμε; |
να-γραφτείτε | να-μη-γραφτείτε | να-γραφτείτε; | να-μη-γραφτείτε; |
να-γραφτούν(ε) | να-μη-γραφτούν(ε) | να-γραφτούν(ε); | να-μη-γραφτούν(ε); |
· the-indicative members are:
ενεργητική-φωνή | παθητική-φωνή | ||||
ασυντέλεστος | συντελεσμένος | ασυντέλεστος | συντελεσμένος | ||
παρό | στιγ | γράφω (ενεστώτας) I write | έχω γράψει|έχω γραμμένο-η (παρακείμενος) I have-written | γράφομαι I am-written | έχω γραφτεί|είμαι γραμμένος-η-ο I hav-been-written |
εξακ | - I am-writing | - I have-been-writing | - I am-being-written | - I have-being-written | |
παρε | στιγ | έγραψα (αόριστος) I wrote | είχα γράψει|είχα γραμμένο-η-ο (υπερσυντέλικος) I had-written | γράφτηκα I was-written | είχα γραφτεί|ήμουν γραμμένος-η-ο I had-been-written |
εξακ | έγραφα (παρατατικός) I was-writing | - I had-been-writing | γραφόμουν I was-being-written | - I had-being-written | |
μέλλ | στιγ | θα γράψω (στιγμ.μέλλοντας) I will-write | θα έχω γράψει|θα έχω γραμμένο-η-ο (συντ.μέλλοντας) I will-have-written | θα γραφτώ I will-be-written | θα έχω γραφτεί|θα είμαι γραμμένος-η-ο I will-have-been-written |
εξακ | θα γράφω (εξακ.μέλλοντας) I will-be-writing | - I will-have-been-writing | θα γράφομαι I will-being-written | - I will-have-being-written |
name::
* McsEngl.VerbmbrElln!⇒mVElln,
* McsEngl.mVElln,
* McsEngl.memberVerbElln!⇒mVElln,
* McsEngl.verbElln'member!⇒mVElln,
description::
* Chinese-mVerb,
* English-mVerb,
* Esperanto-mVerb,
* GreekAncient-mVerb,
* Sinago-mVerb,
* Turkish-mVerb,
description::
* personal-mood/προσωπικές:
** indicative/οριστική-έγκλιση,
** imperative/προστακτική-έγκλιση,
** subjunctive/υποτακτική-έγκλιση,
* personalNo/απρόσωπες:
** invinitive/απαρέμφατο,
** participle/μετοχή,
name::
* McsEngl.mVElln.mood!⇒moodElln,
* McsEngl.moodElln,
====== langoGreek:
* McsElln.έγκλιση-ρήματος-Ελληνικού!η!=moodElln,
name::
* McsEngl.moodElln.personal,
* McsEngl.personal-mood-verbElln,
name::
* McsEngl.moodElln.personalNo,
* McsEngl.personalNo-mood-verbElln,
name::
* McsEngl.moodElln.indicative,
* McsEngl.indicative-mood-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.οριστική-έγκλιση-ρήματος-Ελληνικού-η,
description::
* φωνή-ενεργητική:
** ενεστώτας: να-γράφω.
** παρακείμενος: να-έχω-γράψει.
** αόριστος: να-γράψω.
* φωνή-παθητική:
** ενεστώτας: γράφου, γράφεστε.
** αόριστος: γράψου, γραφτείτε.
** παρακείμενος: γράψε, γράψτε.
===
* subjunctive-present|υποτακτική-ενεστώτα,
* subjunctive-past|υποτακτική-αορίστου,
* subjunctive-present-perfect|υποτακτική-παρακειμένου,
name::
* McsEngl.moodElln.subjunctive,
* McsEngl.subjunctive-mood-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.υποτακτική-έγκλιση-ρήματος-Ελληνικού-η,
description::
* φωνή-ενεργητική:
** ενεστώτας: γράφε, γράφετε.
** αόριστος: γράψε, γράψτε.
* φωνή-παθητική:
** ενεστώτας: γράφου, γράφεστε.
** αόριστος: γράψου, γραφτείτε.
===
* imperative-present|προστακτική-ενεστώτα,
* imperative-past|προστακτική-αορίστου,
name::
* McsEngl.moodElln.imperative,
* McsEngl.imperative-mood-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.προστακτική-έγκλιση-ρήματος-Ελληνικού-η,
description::
* φωνή-ενεργητική:
** αόριστος: γράψει.
* φωνή-παθητική:
** αόριστος: γραφτεί.
name::
* McsEngl.moodElln.infinitive,
* McsEngl.infinitive-mood-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.απαρέμφατο-ρήματος-Ελληνικού-το,
description::
* φωνή-ενεργητική:
** ενεστώτας: γράφοντας.
* φωνή-παθητική:
** παρακείμενος: γραμμένος-η-ο.
name::
* McsEngl.moodElln.participle,
* McsEngl.participle-mood-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.μετοχή-ρήματος-Ελληνικού-η,
description::
* active/ενεργητική,
* passive/παθητική,
name::
* McsEngl.mVElln.voice,
* McsEngl.voiceElln,
====== langoGreek:
* McsElln.φωνή-ρήματος-Ελληνικού!η!=voiceElln,
description::
"στην ενεργητική φωνή ανήκουν όσα ρήματα έχουν στο α' ενικό του ενεστώτα κατάληξη -ω"
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
name::
* McsEngl.active-voice-verbElln,
* McsEngl.voiceElln.active,
====== langoGreek:
* McsElln.ενεργητική-φωνή-Ελληνικού-ρήματος!η!=voiceEllnActive,
description::
"στην παθητική φωνή ανήκουν όσα ρήματα έχουν κατάληξη στο α' ενικό του ενεστώτα σε -μαι."
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
name::
* McsEngl.voiceElln.passive,
* McsEngl.passive-voice-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.παθητική-φωνή-Ελληνικού-ρήματος!η!=voiceEllnPassive,
description::
* present/παροντικός-χρόνος,
* past/παρελθοντικός-χρόνος,
* future/μελλοντικός-χρόνος,
name::
* McsEngl.mVElln.tense,
====== langoGreek:
* McsElln.χρόνος-ρήματος,
name::
* McsEngl.mVElln.present,
* McsEngl.present-tense-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.παροντικός-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
name::
* McsEngl.past-tense-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.παρελθοντικός-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
"Ο μέλλοντας χρησιμοποιεί τη «μικρή» λέξη θα (θα φύγω). Η λέξη αυτή είναι μία συντομευμένη μορφή του ρήματος θέλω ακολουθούμενου από το να. Αυτό δεν είναι παράξενο. Το μέλλον, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι άγνωστο. Όταν μιλάμε για το μέλλον, το μόνο βέβαιο είναι οι επιθυμίες μας και οι προθέσεις μας. Γι' αυτό στα νεοελληνικά ο μέλλοντας κατασκευάζεται με βάση το ρήμα θέλω (και όχι μόνο· στα αγγλικά χρησιμοποιείται η λέξη will, π.χ. I will go, που σημαίνει επίσης 'θέλω')."
[{2022-04-18 retrieved} https://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/ag_history/browse.html?start=85]
name::
* McsEngl.future-tense-verbElln,
* McsEngl.mVElln.future,
====== langoGreek:
* McsElln.μελλοντικό-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
* continuous|εξακολουθητικός|μη-συνοπτικός-χρόνος,
* instant|στιγμιαίος|συνοπτικός-χρόνος,
* perfect|συντελεσμένος-χρόνος,
* imperfect|ασυντέλεστος-χρόνος,
name::
* McsEngl.mVElln.aspect,
====== langoGreek:
* McsElln.ποιόν-ενέργειας-ρήματος-Ελληνικού,
description::
* present-simple|ενεστώτας,
* past-continuous|παρατατικός,
* future-continous|εξακολουθητικός-μέλλοντας,
name::
* McsEngl.mVElln.continuous,
====== langoGreek:
* McsElln.εξακολουθητικός-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
* McsElln.μη-συνοπτικό-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
* γράφω,
* γράφομαι,
name::
* McsEngl.mVElln.continuous.present,
* McsEngl.present-continuous-verbElln,
* McsEngl.simple-present-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.ενεστώτας-ρήματος-Ελληνικού!=present-continuous-verbElln,
* McsElln.εξακολουθητικός-ενεστώτας-ρήματος-Ελληνικού!=present-continuous-verbElln,
description::
· έγραφα,
· γραφόμουν(α),
name::
* McsEngl.mVElln.continuous.past,
* McsEngl.past-continuous-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.εξακολουθητικός-αόριστος-ρήματος-Ελληνικού!=past-continuous-verbElln,
* McsElln.παρατατικός-ρήματος-Ελληνικού!=past-continuous-verbElln,
description::
* θα-γράφω,
* θα-γράφομαι,
name::
* McsEngl.mVElln.continuous.future,
* McsEngl.future-continuous-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.εξακολουθητικός-μέλλοντας-ρήματος-Ελληνικού!=future-continuous-verbElln,
description::
* past-simple|αόριστος,
* future-simple|συνοπτικός-μελλοντας,
name::
* McsEngl.mVElln.instant,
====== langoGreek:
* McsElln.συνοπτικός-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
* McsElln.στιγμιαίος-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
* ΦΩΝΗ-ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ:
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΟΡΙΣΤΙΚΗ: έγραψα,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ: να-γράψω,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ: γράψε, γράψτε,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ: γράψει,
* ΦΩΝΗ-ΠΑΘΗΤΙΚΗ:
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΟΡΙΣΤΙΚΗ: γράφτηκα,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ: να-γραφτώ,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ: γράψου, γραφτείτε,
** ΕΓΚΛΙΣΗ-ΜΕΤΟΧΗ: γραφτεί,
name::
* McsEngl.mVElln.instant.past,
* McsEngl.past-instant-verbElln,
* McsEngl.simple-past-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.αόριστος-ρήματος-Ελληνικού!=past-continuous-verbElln,
* McsElln.στιγμιαίος-αόριστος-ρήματος-Ελληνικού!=past-continuous-verbElln,
* McsElln.συνοπτικός-αόριστος-ρήματος-Ελληνικού!=past-continuous-verbElln,
description::
* θα-γράψω,
* θα-γραφτώ,
name::
* McsEngl.mVElln.instant.future,
* McsEngl.future-instant-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.εξακολουθητικός-ενεστώτας-ρήματος-Ελληνικού!=future-continuous-verbElln,
description::
* present-perfect|παρακείμενος,
* past-perfect|υπερσυντέλικος,
* future-perfect|συντελεσμένος-μελλοντας,
name::
* McsEngl.mVElln.perfect,
* McsEngl.perfect-tense-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.συντελεσμένος-χρόνος-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
* έχω-γράψει,
* έχω-γραφτεί,
name::
* McsEngl.mVElln.perfect.present,
* McsEngl.present-perfect-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.παρακείμενος-ρήματος-Ελληνικού!=present-perfect-verbElln,
description::
* είχα-γράψει,
* είχα-γραφτεί,
name::
* McsEngl.mVElln.perfect.past,
* McsEngl.past-perfect-verbElln,
====== langoGreek:
* McsElln.υπερσυντέλικος-ρήματος-Ελληνικού!=past-perfect-verbElln,
name::
* McsEngl.future-perfect-verbElln,
* McsEngl.mVElln.perfect.future,
====== langoGreek:
* McsElln.συντελεσμένος-μέλλοντας-ρήματος-Ελληνικού!=future-perfect-verbElln,
description::
* affirmative|καταφατικός-χρόνος,
* negative|αρνητικός-χρόνος,
name::
* McsEngl.mVElln.affirmation,
====== langoGreek:
* McsElln.καταφατικότητα-ρήματος-Ελληνικού,
description::
* interrogative|ερωτηματικός-χρόνος,
* interrogativeNo|μη-ερωτηματικός-χρόνος
name::
* McsEngl.mVElln.interrogation,
====== langoGreek:
* McsElln.ερωτηματικότητα-ρήματος-Ελληνικού-η,
description::
* first-person|α-πρόσωπο,
* second-person|β-πρόσωπο,
* third-person|γ-πρόσωπο,
name::
* McsEngl.mVElln.person,
====== langoGreek:
* McsElln.πρόσωπο-ρήματος-Ελληνικού-το,
description::
* singular|ενικός-αριθμός,
* plural|πληθυντικός-αριθμός,
name::
* McsEngl.mVElln.number,
====== langoGreek:
* McsElln.αριθμός-ρήματος-Ελληνικού-ο,
description::
* https://www.verbix.com/languages/greek,
* https://www.logosconjugator.org/,
* https://cooljugator.com/gr/,
name::
* McsEngl.Greek-conjugator!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.conjugator-verbElln!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.member-finder-verbElln!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.memberorEllnVerb!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.memberorVerbElln,
* McsEngl.verbElln'conjugator!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.verbElln'inflector!⇒memberorVerbElln,
* McsEngl.verbElln'memberor!⇒memberorVerbElln,
name::
* McsEngl.evoluting-of-verbElln,
* McsEngl.verbElln'evoluting,
{2022-04-11}::
=== McsHitp-creation:
· creation of current concept.
name::
* McsEngl.verbElln'part-whole-tree,
* McsEngl.verbElln'whole-part-tree,
whole-tree-of-verbElln::
* Greek-sentence,
* ... Sympan.
name::
* McsEngl.verbElln'generic-specific-tree,
* McsEngl.verbElln'specific-generic-tree,
description::
· 28 εγγραφές:
* Ρ1 κλειδώνω {-ν, -σ, -θ},
* Ρ10.1 αγαπώ, -άω {, -ησ, -ηθ},
* Ρ10.10 αποτελώ {, -εσ, -εστ},
* Ρ10.11 μιλώ,-άω {, -ησ, -ηθ},
* Ρ10.2 ζουπώ, -άω {, -ηξ/-ησ, -ηχτ/-ηθ},
* Ρ10.3 βαστώ, -άω {, -αξ/-ηξ, -αχτ/-ηχτ},
* Ρ10.4 γελώ, -άω {, -ασ, -αστ},
* Ρ10.5 φορώ, -άω {, -εσ, -εθ},
* Ρ10.6 πετώ, -άω {, -αξ, -αχτ},
* Ρ10.7 τραβώ, -άω {, -ηξ, -ηχτ},
* Ρ10.8 ανακλώ {, -ασ, -αστ},
* Ρ10.9 στερώ {, -ησ, -ηθ},
* Ρ11 εγγυώμαι {, -ηθ},
* Ρ12 θυμάμαι {, -ηθ},
* Ρ2.1 δροσίζω {-ζ, -σ, -στ},
* Ρ2.2 αλλάζω {-ζ, -ξ, -χτ},
* Ρ3 πλέκω {-κ, -ξ, -χτ},
* Ρ4 κρύβω {-β, -ψ, -φτ},
* Ρ5.1 δεσμεύω {-(ε)υ, -(ε)υσ, - (ε)υτ},
* Ρ5.2 φυτεύω {-(ε)υ, -(ε)ψα, -(ε)υτ},
* Ρ6 τρατάρω {-(α)ρ, -(α)ρισ-, -(α)ριστ},
* Ρ7.1 μαραίνω {-(αι)ν, -(α)ν-, -(α)θ},
* Ρ7.2 λιπαίνω {-(αι)ν, -(α)ν-, -(α)νθ},
* Ρ7.3 λευκαίνω {-(αι)ν, -(α)ν, -(α)θ/-(α)νθ},
* Ρ7.4 απαλαίνω {-(αι)ν, -υν, -υνθ},
* Ρ8.1 ευκολύνω {-ν, -ν, -νθ},
* Ρ8.2 μολύνω {-ν, -ν, -νθ, (-σμένος)},
* Ρ9 ιδρύω {, -σ, -θ},
[{2022-04-11 retrieved} https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/subWindow.html?f=declension&group=1]
[https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/rimatiko/general.html]
description::
* 1) αόριστος σε -α
* elv111b: -α/-ω, (ελιπής) : τρέμ-ω
* elv112a: -α-ήθηκα/-αίνω-αίνομαι/-ημένος, : καταλαβ-αίνω
* elv113a: -α-θηκα/-ω-ομαι/-μένος, : οξύν-ω
* 2) αόριστος σε -κα
* elv241a: -ηκα/-αίνω-/-ασμένος, : ανεβ-αίνω
* 3) αόριστος σε -λα
* elv321a: -αλα-άλθηκα/-έλνω-έλνομαι/-αλμένος, : ψ-έλνω
* elv341a: -ειλα-άλθηκα/-έλνω-έλνομαι/-αλμένος,: στ-έλνω
* elv342a: -ειλα-έλθηκα/-έλνω-έλνομαι/-ελμένος,: αγγ-έλνω
* elv343a: -ειλα-έλθηκα/-έλλω-έλλομαι/-ελμένος,: αγγ-έλλω
* 4) αόριστος σε -να
* elv411a: -να-θηκα/-νω-νομαι/-μένος, : κρί-νω
* elv421a: -ανα-άθηκα/-αίνω-αίνομαι/-αμένος, : βουβ-αίνω
* elv422a: -ανα-άνθηκα/-αίνω-αίνομαι/-ασμένος, : λευκ-αίνω
* elv441a: -εινα-είθηκα/-ένω-ένομαι/-ειμένος, : μ-ένω
* elv442a: -υνα-ύθηκα/-αίνω-αίνομαι/-υμένος, : ακριβ-αίνω
* elv443a: -υνα-ύθηκα/-ένω-ένομαι/-υμένος, : πλ-ένω
* 5) αόριστος σε -ξα
* elv511a: -ξα-χτηκα/-γγ|σκ|σσ|ττ|χνω-ομαι/-γμένος,: σφίγγω,διδάσκω,πράττω, ψάχνω
* elv512a: -ξα-χτηκα/-γ|ζ|κ|ν|χω-γομαι/-γμένος, : αρμέγω,πλέκω,προσέχω,φτιά-νω,βουλιάζω
* elv513a: -ξα-χτηκα/-άω-άομαι(γ)/-γμένος, : φυλά-ω
* elv521a: -αξα-άχτηκα/-αίνω-αίνομαι/-αγμένος, : βυζ-αίνω
* elv512a: -αξα-άχτηκα/-άνω-άνομαι/-αγμένος, : φτι-άνω
* elv522a: -αξα-άχτηκα/-ώ&άω-ιέμαι-/αγμένος, : πετ-άω
* elv523a: -αξα-άχτηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/αγμένος,
* elv531a: -εξα-έχτηκα/-ώ&άω-ιέμαι/εγμένος,
* elv532a: -εξα-έχτηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/εγμένος,
* elv513a: -αιξα-αίχτηκα/-αίω-αίομαι(γ)/-αιγμένος,
* elv541a: -ηξα-ήχτηκα/-ώ&άω-ιέμαι/ηγμένος, : πηδ-ώ
* elv542a: -ηξα-ήχτηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/ηγμένος,
* 6) αόριστος σε -ρα
* elv621a: -αρα-άρθηκα/-έρνω-έρνομαι/-αρμένος, : γδ-έρνω
* elv641a: -ειρα-άρθηκα/-έρνω-έρνομαι/-αρμένος, : δ-έρνω
* elv642a: -ερα-έρθηκα/-έρνω-έρνομαι/-αρμένος, : φ-έρνω
* elv643a: -υρα-ύρθηκα/-έρνω-έρνομαι/-αρμένος, : σ-έρνω
* 7) αόριστος σε -σα/-θηκα
* elv711a: -σα-θηκα/-νω-νομαι/-μένος, : δαγκά-νω
* elv712a: -σα-θηκα/-ω-ομαι/-μένος, : ιδρύ-ω
* elv721a: -άσα-άθηκα/-αίνω-αίνομαι/-αμένος, : αποστ-αίνω
* elv711a: -άσα-άθηκα/-άνω-άνομαι/-αμένος, : δαγκ-άνω
* elv722a: -ασα-άθηκα/-ώ&άω-ιέμαι/αμένος, :
* elv723a: -ασα-άθηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/αμένος, :
* elv731a: -εσα-έθηκα/-ώ&άω-ιέμαι/εμένος, : βαρ-άω
* elv732a: -εσα-έθηκα/-ώ-ούμαι/εμένος, : αναιρ-ώ
* elv741a: -ησα-ήθηκα/-αίνω-αίνομαι/ημένος, : αναστ-αίνω
* elv742a: -ησα-ήθηκα/-άνω-άνομαι/ημένος, : αυξ-άνω
* elv711a: -ησα-ήθηκα/-ήνω-ήνομαι/ημένος, : στ-ήνω
* elv743a: -ησα-ήθηκα/-ώ&άω-ιέμαι/ημένος, : αγαπ-άω
* elv744a: -ησα-ήθηκα/-ώ-ούμαι/ημένος, : θεωρ-ώ-ούμαι
* elv745a: -ησα-ήθηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/ημένος, : λυπ-ώ-άμαι
* elv746a: -ησα-ήθηκα/-ω-ομαι/-ημένος, : δέ-ομαι
* elv747a: -υσα-ύθηκα/-αίνω-αίνομαι/υμένος, : αρτ-αίνω
* elv711a: -ωσα-ώθηκα/-ώνω-ώνομαι/-ωμένος, : απλ-ώνω
* 8) αόριστος σε -σα/-στηκα
* elv811a: -σα-στηκα/-θ|ζ|νω-θομαι-/σμένος, : πλά-θω,αγκαλιάζω,πιάνω
* elv812a: -σα-στηκα/-(γ)ω-ομαι/-σμένος, : ακού-ω
* elv813a: -σα-στηκα/-ω-ομαι/-σμένος, : αποκλεί-ω
* elv821a: -ασα-άστηκα/-αίνω-αίνομαι/-ασμένος,: χορτ-αίνω
* elv811a: -ασα-αστηκα/-ανω-ανομαι/-ασμένος, : πιά-νω
* elv822a: -ασα-άστηκα/-νώ&νάω-νιέμαι/-ασμένος,: περ-νάω
* elv823a: -ασα-άστηκα/-ώ&άω-ιέμαι/-ασμένος, : γελ-ώ
* elv824a: -ασα-άστηκα/-ώ-ούμαι/-ασμένος, : διαθλ-ώ
* elv825a: -ασα-άστηκα/-ω-ομαι/-ασμένος, : σέβ-ομαι
* elv831a: -εσα-έστηκα/-ώ&άω-ιέμαι/εσμένος, :
* elv832a: -εσα-έστηκα/-ώ-ούμαι/εσμένος, : καλ-ώ
* elv813a: -ησα-ήστηκα/-ήνω-ήνομαι/ησμένος, : σβ-ήνω
* elv841a: -ησα-ήστηκα/-ώ&άω-ιέμαι/ησμένος, : ζουλ-ώ
* elv842a: -ησα-ήστηκα/-ώ-ούμαι&άμαι/ησμένος,: διαλαλ-ώ
* elv843b: -ισα&-α-(ίστηκα)/ω/-ισμένος, : σαλτάρ-ω
* elv844a: -υσα-ύστηκα/-ώ&άω-ιέμαι/υσμένος, : μεθ-ώ
* elv845a: -υσα-ύστηκα/-ω-ομαι/υσμένος, : πλέ-ω
* 9) αόριστος σε -ψα
* elv911a: -ψα-φτηκα/β|π|φω-βομαι/μμένος, : ανά-βω,λάμ-πω,γρά-φω
* elv912a: -ψα-ύτηκα/ύω-ύομαι/υμένος, : αναπα-ύω
* elv913a: -ψα-φτηκα/πτω|φτ-πτομαι/μμένος, : καλύ-πτω,αστρά-φτω
* elv921a: -αψα-άφτηκα/(γ)-αίω-αίομαι/αμένος,: κλ-αίω
* elv931a: -εψα-έφτηκα/-ώ-ούμαι/-εμμένος, : θαρρ-ώ
· ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Οι κανόνες-κλίσης που βρήκα χωρίζονται σε 9 ομάδες, όσες και οι αοριστικές-καταλήξεις: -λα, -ξα, -σα κλπ.
· Αυτοί οι κανόνες πολλαπλασιάζονται με φωνήεντα ως εξής: -ασα, -εσα, -ησα κλπ.
· Τέλος οι προηγούμενοι κανόνες πολλαπλασιάζονται με καταλήξεις ενεστώτα: αίνω, έω, ώ, άμαι κλπ.
· Η παραδοσιακή-γραμματική θεωρεί πάρα πολλά ρήματα 'ανώμαλα'. Για μένα πολλά από αυτά εμπίπτουν στους παραπάνω κανόνες. Αν και ΔΕΝ βρήκα (δεν έχω αρκετό ηλεκτρονικό υλικό) ρήματα για όλους τους παραπάνω τύπους (με όλα τα φωνήεντα) πιστεύω ότι υπάρχουν αρκετά.
· Οι κωδικοί των κανόνων είναι της μορφής πχ elv823a που αποτελούνται απο 3 μέρη:
* α) elv: σημαίνει ότι είναι ελληνικό-ρήμα,
* β) 823: το 8 σημαίνει ότι βρίσκεται στην 8 ομάδα (-σα/-στηκα), το 2 ότι έχει αρχικό φωνήεν α (-ασα/-άστηκα) και το 3 ότι είναι έχει την τρίτη κατάληξη ενεστώτα που βρέθηκε σε αυτό τον τύπο.
** οι ομάδες είναι: 1=α, 2=κα, 3=λα, 4=να, 5=ξα, 6=ρα, 7=σα/θηκα, 8=σα/στηκα, 9=ψα.
** τα φωνήεντα είναι: 1=τίποτα, 2=α, 3=ε|αι, 4=ι|η|υ|ει|οι, 5=ο, 6=ου.
** καταλήξεις ενεστώτα έχουμε: αίνω/αίνομαι, έλνω/έλνομαι, άω&ώ/ιέμαι, ώ/ούμαι, ώ/ούμαι&άμαι κλπ.
* γ) a: δείχνει τη φωνή, a=ενεργ&παθητ, b=ενεργητική, c=παθητική,
· Τις διαφορετικές ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ που βάζει στο θέμα η γλώσσα τις φτιάχνει:
* α) με διαφορετικά σύμφωνα πχ διδά-σκω/δίδα-ξα,
* β) ή με άλλο φωνήεν: διδά-σκω/δίδα-σκα, αγγ-έλλω/άγγ-ελλα/άγγ-ειλα.
[{2022-04-11 retrieved} https://synagonism.net/otenet/grammar/rules.html#rsverbel]
description::
"Αποθετικά ονομάστηκαν από τους αλεξανδρινούς γραμματικούς τα ρήματα που εμφανίζονται μόνο με μορφή μεσοπαθητικού ρήματος. Ονομάστηκαν δηλαδή όσα λήγουν σε "-όμαι". Η ονομασία δόθηκε επειδή εσφαλμένα νόμισαν πως τα ρήματα αυτά "ἀπέθεντο" (έχασαν) την ενεργητική μορφή τους.
Όσα από αυτά έχουν ενεργητική διάθεση, δηλαδή έχουν αντικείμενο (π.χ. ερωτεύομαι), αν χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν ως παθητικά αναγκαστικά πρέπει να επινοηθεί κάποια περίφραση η οποία να αποτελείται από ένα ρήμα όπως τα βρίσκω, γίνομαι, έχω κλπ. και κάποιο ουσιαστικό, επίθετο ή μετοχή συγγενικό ή σχετικό με το ρήμα.
- πρόεδρος δέχτηκε τον Πρωθυπουργό
- Πρωθυπουργός έγινε δεκτός από τον Πρόεδρο"
[{2022-04-09 retrieved} https://el.wiktionary.org/wiki/Παράρτημα:Αποθετικά_ρήματα]
name::
* McsElln.ρήμα.no-active-look,
====== langoGreek:
* McsElln.απωθητικό-ρήμα,
specific-tree-of-::
* Α: αγάλλομαι, αγγελιάζομαι, αγωνίζομαι, αισθάνομαι, αιτιοκρατούμαι, αιτιώμαι, ακροάζομαι, ακροώμαι, αλληλοεξοντώνομαι, αλληλοεξουδετερώνονται, αμύνομαι, αναδέχομαι, αναδύομαι, αναλογίζομαι, αναρωτιέμαι, ανέρχομαι, ανέχομαι, ανθίσταμαι, ανίπταμαι, ανταγωνίζομαι, αντεπεξέρχομαι, αντίκειμαι, αντιλαμβάνομαι, αντιμάχομαι, αντιπολιτεύομαι, αντιστέκομαι, απαρνιέμαι, απεύχομαι, απεχθάνομαι, απογίνομαι, αποδέχομαι, απόκειμαι, απόκειται, αποκοιμιέμαι, αποκρίνομαι, απολογιέμαι, απολογιούμαι, απολογούμαι, απομιμούμαι, αποπειρώμαι, αποστασιοποιούμαι, αποφθέγγομαι, αρκούμαι, αρνιέμαι, αρνιούμαι, αρνούμαι, ασπάζομαι, αστειεύομαι, ασχολούμαι, αυθυποβάλλομαι, αυτοπαγιδεύομαι, αυτοπεριορίζομαι, αυτοπροσκαλούμαι, αφηγούμαι, αφίσταμαι, αφοσιώνομαι, αφουγκράζομαι,
* Β: βαριέμαι, βδελύσσομαι, βδελύττομαι, βρυχιέμαι, βρυχώμαι,
* Γ: γεύομαι, γίνομαι,
* Δ: διαγωνίζομαι, διαδέχομαι, διαισθάνομαι, διάκειμαι, διακυμαίνομαι, διαλογίζομαι, διαμείβομαι, διαπληκτίζομαι, διαπραγματεύομαι, διέρχομαι, διίσταμαι, διισχυρίζομαι, διονυσιάζομαι,
* Ε: εγγυώμαι, εγκρατεύομαι, ειρωνεύομαι, εισέρχομαι, εκμεταλλεύομαι, εκτραχηλίζομαι, ελίσσομαι, ελπίζω, εμπιστεύομαι, εναγκαλίζομαι, εναπόκειμαι, εναπόκειται, ενασχολούμαι, ενδέχεται, ενίσταμαι, ενστερνίζομαι, εντέλλομαι, εξανίσταμαι, εξέρχομαι, εξίσταμαι, εξωνούμαι, επανέρχομαι, επαφίεμαι, επείγομαι, επεξεργάζομαι, επέρχομαι, επιβουλεύομαι, επικαλούμαι, επιμελούμαι, επωφελούμαι, εργάζομαι, έρχομαι, ερωτεύομαι, ευαγγελίζομαι, ευαρεστούμαι, ευθύνομαι, ευσπλαχνίζομαι, εύχομαι,
* Θ: θυμούμαι,
* Ι: ιδιοποιούμαι, ίσταμαι, ισχυρίζομαι,
* Κ: καλομεταχειρίζομαι, καλοφαίνομαι, καραβοτσακίζομαι, καρπώνομαι, καταγίνομαι, καταδέχομαι, καταδολιεύομαι, καταδύομαι, καταριέμαι, κατατρίβομαι, καταχρώμαι, κατέρχομαι, κατιόομαι, καυχιέμαι, καυχώμαι, κείμαι, κείτομαι, κοιμάμαι, κοιμούμαι, κοκορεύομαι, κομψεύομαι, κυμαίνομαι, κωλοκάθομαι,
* Λ: λιγουρεύομαι, λογίζομαι, λογοδίνομαι,
* Μ: μαθεύομαι, μαίνομαι, μεγαλοπιάνομαι, μέμφομαι, μεταχειρίζομαι, μετεξελίσσομαι, μετέρχομαι, μιμούμαι,
* Ν: νείρομαι,
* Ξ: ξαναγίνομαι, ξανάρχομαι, ξεκαρδίζομαι, ξελαιμιάζομαι, ξενιτεύομαι, ξημεροβραδιάζομαι,
* Ο: ογκούμαι, οδύρομαι, οικειοποιούμαι, ονειρεύομαι, οραματίζομαι, οργίζομαι, οσμίζομαι, οσφραίνομαι,
* Π: παραγίνομαι, παραδέχομαι, παρακοιμάμαι, παραλογίζομαι, παραπονιέμαι, παραπονούμαι, παρέρχομαι, παρευρίσκομαι, παρίσταμαι, πειραματίζομαι, περιέρχομαι, περιπλανιέμαι, πηγαινοέρχομαι, πραγματεύομαι, προαισθάνομαι, προαυλίζομαι, προέρχομαι, προηγούμαι, προΐσταμαι, πρόκειμαι, προοιωνίζομαι, προπορεύομαι, προσέρχομαι, προσεύχομαι, πρόσκειμαι, προσποιούμαι, προφασίζομαι,
* Σ: σέβομαι, σκέπτομαι, σκέφτομαι, σπλαχνίζομαι, σταυροκοπιέμαι, σύγκειμαι, συλλογιέμαι, συλλογίζομαι, συλλυπούμαι, συμμερίζομαι, συμπεριφέρομαι, συμπολιτεύομαι, συναγελάζομαι, συναγωνίζομαι, συναισθάνομαι, συναναστρέφομαι, συνεννοούμαι, συνεπιμελούμαι, συνεργάζομαι, συνέρχομαι, συνοφρυώνομαι, συσκέπτομαι,
* Τ: τεκμαίρομαι, τηλεεργάζομαι, τηλεργάζομαι, τηλεχειρίζομαι,
* Υ: υπεισέρχομαι, υπεραμύνομαι, υπερίπταμαι, υποδέχομαι, υποκλίνομαι, υποκρίνομαι, υπόσχομαι, υφίσταμαι,
* Φ: φαγώνομαι, φείδομαι, φθέγγομαι, φοβάμαι, φωρώμαι,
* Χ: χρειάζομαι,
* Ψ: ψεύδομαι,
description::
· without passive-look.
name::
* McsElln.ρήμα.no-passive-look,
====== langoGreek:
* McsElln.ρήμα-χωρίς-παθητική-φωνή,
specific-tree-of-::
* Α: αβαντζάρω, αβαράρω, αβγαταίνω, αβγατίζω, αβδελλώνω, αγαθεύω, αγαθοφέρνω, αγαλλιάζω, αγανακτώ, αγαναχτάω, αγαναχτώ, αγανοϋφαίνω, αγαντάρω, αγαπίζω, αγγελοθωρώ, αγγλίζω, αγγλοφέρνω, αγγριφίζω, αγκαθώνω, αγκομαχάω, αγκομαχώ, αγκυροβολώ, αγλακώ, αγναντεύω, αγνωμονώ, αγορεύω, αγωνιώ, αδημονώ, αδιαφορώ, αδράχνω, αδυνατώ, αερολογώ, αθεΐζω, αμερικανίζω, αμφιβάλλω, αναβοσβήνω, αναλογώ, ανασκαλώνω, αναφωνώ, ανεμίζω, ανεμολογώ, ανήκω, αντηχώ, αντιβαίνω, αντιβγαίνω, αντιδρώ, αντιλέγω, απαγκιάζω, απέχω, αποβλέπω, αποδημώ, αποζώ, αποκοτάω, αποπαστρεύω, αποπνέω, αποτίνω, αράζω, αργοταξιδεύω, αργώ, αρμενίζω, αρχινάω, αστράφτω, αφοδεύω, αφορώ, αφρίζω,
* Β: βαγίζω, βαδίζω, βαραίνω, βαρυγκομάω, βλασταίνω, βλεφαρίζω, βομβίζω, βομβώ, βουίζω, βουρκώνω, βοώ, βρίθω, βρομάω, βρομοκοπάω, βροντάω, βροντοφωνάζω,
* Γ: γαλλίζω, γαριάζω, γατσιάζω, γερνάω, γευματίζω, γλαρώνω, γλιτώνω, γλυτώνω, γλωσσεύω, γνέφω, γνωμολογώ,
* Δ: δημηγορώ, διαβιώνω, διάγω, διαλανθάνω, διαμένω, διαπρέπω, διαρκώ, διαρρέω, διαστίζω, διποδίζω, διστάζω, διψάω, δογματίζω, δρασκελίζω, δυσλειτουργώ, δύω,
* Ε: εδράζομαι, εισδύω, εισρέω, εισχωρώ, εκκινώ, εκρέω, εκτίνω, εκτίω, εξασθενίζω, επαγρυπνώ, επενεργώ, επιβιώνω, επιζώ, επιφέρω, έρπω, ευγνωμονώ, έχω,
* Ζ: ζητιανεύω, ζητωκραυγάζω,
* Η: ημερεύω,
* Θ: θαμπίζω, θεριακώνω, θηλιάζω, θριαμβολογώ, θροΐζω, θυμώνω,
* Ι: ιερολογώ, ισιάζω, ισιώνω, ισκιώνω, ισοσταθμώ, ισώνω,
* Κ: καγχάζω, καθικετεύω, κακαδιάζω, κακοπαθαίνω, κακοπαθώ, κακοπερνάω, καλάρω, καλοκαιριάζει, καλοκαιριάζω, καλοπερνάω, καλοπέφτω, καλοσυνεύω, καλοτυχίζω, καμουτσικίζω, καμπουριάζω, καμτσικίζω, καμτσικώνω, καραμελώνω, καρατάρω, κατακοκκινίζω, καταλήγω, κατανεύω, καταπαύω, καταπιάνομαι, καταρρέω, κατασκοπεύω, κατασταλάζω, καταφάσκω, καταφθάνω, καταφτάνω, κατηφορίζω, κατινίζω, κατσουφιάζω, κεκεδίζω, κελαηδώ, κιμαδιάζω, κινδυνεύω, κιτρινιάζω, κιτρινίζω, κλάνω, κλαυθμυρίζω, κοκκινίζω, κοπροσκυλάω, κοπροσκυλιάζω, κοτάω, κουδουνάω, κουδουνίζω, κουμπαριάζω, κουρταλώ, κοχλάζω, κοχλακίζω, κυκλοφορώ, κωφεύω,
* Λ: λαϊκίζω, λαμπυρίζω, λάμπω, λανθάνω, λείπω, λειχηνιάζω, λημεριάζω, λογοκοπώ, λυσσομανάω, λωβιάζω,
* Μ: μαλλιάζω, μαραγκιάζω, ματαγυρίζω, μειοψηφώ, μελανιάζω, μένω, μεσουρανώ, μετανιώνω, μεταπηδώ, μισεύω, μουγκρίζω, μουφλουζεύω, μοχλεύω, μπαίνω, μπατάρω, μπεκρουλιάζω, μπουκάρω, μπουχτίζω, μυριάζω, μυτίζω,
* Ν: νεωτερίζω, νιώθω, νογάω, ντερλικώνω, νυχτερεύω,
* Ξ: ξαγρυπνώ, ξεμουδιάζω, ξενοιάζω, ξεπέφτω, ξεσπάω, ξεφεύγω, ξεχειμωνιάζω, ξυλιάζω, ξυπνάω,
* Ο: ομνύω, οπισθοχωρώ, οργώ,
* Π: παιδοκομώ, παιζογελάω, πανηγυρίζω, παρανομώ, παραχέζω, παρεισφρέω, πάσχω, παφλάζω, πεθαίνω, περιαυτολογώ, περιπίπτω, περιπλέω, περισσεύω, πηγαίνω, πιπιλίζω, πισωπλατίζω, πλαστουργώ, πλειοψηφώ, πλέω, πλήττω, πλωρίζω, πονοκεφαλώ, πορεύω, προελαύνω, προεξέχω, προνοώ, προσκυνάω, προσχωρώ, προϋπαντώ, προφταίνω, πρωτοστατώ, πτωχεύω,
* Ρ: ραβδομαχώ, ραγολογώ, ρακοπίνω, ρεμβάζω, ροζιάζω,
* Σ: σαλαγάω, σβουρίζω, σερφάρω, σιμώνω, σιωπώ, σκαπετάω, σκαπετίζω, σκολάω, σκολνάω, σκοτεινιάζω, σκοτοδινιώ, σκύβω, σμίγω, σουρώνω, σουσουδίζω, σουσουρίζω, σοφιλιάζω, σπαρταράω, σπεκουλάρω, σπεύδω, στάζω, στέργω, στοχεύω, στρέγω, στρέχω, στριγκλίζω, στρουθοκαμηλίζω, συγκατοικώ, συμβιώνω, συμπράττω, συνοδοιπορώ, συνοικώ, συνταξιδεύω, συρίζω, σφάλλω, σχολάζω, σχολνάω, σωπαίνω,
* Τ: ταξιδεύω, ταυτογνωμώ, τειχομαχώ, τελευτώ, τελεύω, τηράω, τρανεύω, τρέμω, τρέχω, τρίζω, τροχοπεδιλοδρομώ, τσαμπουνάω, τσευδίζω, τσιλημπουρδάω, τσιλημπουρδίζω, τσινάω, τσιρίζω, τσουλάω, τυρβάζω, τυχαίνω,
* Υ: υπερκοπιάζω, υπερτερώ, υπομένω, υποχωρώ,
* Φ: φεγγοβολώ, φέγγω, φθορίζω, φιλοσοφώ, φλοισβίζω, φοιτώ, φουλάρω, φουντώνω, φουρφουρίζω, φρικιώ, φριμάζω, φρουμάζω, φρυάζω, φτωχαίνω, φωνάζω, φωτοσυνθέτω,
* Χ: χαζογελάω, χαζογελώ, χαμογελάω, χάσκω, χειρονομώ, χηρεύω, χιμάω, χλιαίνω, χοντραίνω, χοροπηδάω, χοχλάζω, χοχλακιάζω, χοχλακίζω, χρονοτριβώ, χρυσίζω, χυδαιολογώ, χυλώνω, χυμάω, χωράω,
* Ψ: ψευδίζω, ψηλώνω, ψιλοκουβεντιάζω, ψοφώ,
* Ω: ωριμάζω,
description::
· without subject.
name::
* McsElln.ρήμα.impersonal,
* McsEngl.verbEllnImpersonal,
====== langoGreek:
* McsElln.απρόσωπο-Ελληνικό-ρήμα!το!=verbEllnImpersonal,
specific-tree-of-verbEllnImpersonal::
* Α, ανεμοσουρίζει, απάδει, αποκλείεται, αρμόζει,
* Β: βρέξει χιονίσει, βρέχει,
* Γ: γλυκοβραδιάζει, γλυκοφέγγει, γλυκοχαράζει,
* Ε: ενδέχεται, επέπρωτο, επίκειται,
* Κ: καλοκαιρεύει, καλοκαιριάζει, καλονυκτώνει, καλονυχτώνει, κάνει, καταχνιάζει, κατεπείγει,
* Μ: μαθεύτηκε, μέλει, μέλλει, μεσημεριάζει, μουχρώνει, μπουμπουνίζει, μπουνατσάρει,
* Ν: νοιάζει,
* Ξ: ξημερώνει,
* Π: πρέπει, προέχει, πρόκειται, προκύπτει, προσήκει,
* Σ: σιγοβρέχει, σουρουπώνει, συμβαίνει, συμφέρει, συνάδει, συντυχαίνει,
* Τ: ταιριάζει,
* Υ: υπερεπείγει,
* Φ: φθινοπωριάζει,
* Χ: χειμωνιάζει, χιονίζει,
* Ψ: ψιλοβρέχει, ψιχαλίζει,
description::
· without some members.
name::
* McsElln.ρήμα.incomplete,
* McsEngl.verbEllnIncomplete,
====== langoGreek:
* McsElln.ελλειπτικό-Ελληνικό-ρήμα!το!=verbEllnIncomplete,
specific-tree-of-idLEllnverbIplt::
* Α, αγαθοφέρνω, αγγλοφέρνω, αγνωμονώ, αγωνιώ, αδημονώ, αδυνατώ, ακκίζομαι, αμερικανίζω, αναμένομαι, αναμένω, ανάσχω, ανήκω, αντιμάχομαι, ανυπομονώ, απεχθάνομαι, αποφθέγγομαι, αρέσκομαι, αφορώ,
* Δ: διακατέχω, διαμείβομαι, διέπω,
* Ε: εδράζομαι, είμαι, ενδέχεται, εξέχω, επείγει, επείγομαι, επέπρωτο, επιζώ, έρπω, ευγνωμονώ, έχω,
* Θ: θαμπίζω, θωρώ,
* Ι: ισοδυναμώ,
* Κ: καταθλίβω, κατέχω, κοπροσκυλάω, κουρταλώ,
* Μ: μαθεύομαι, μάχομαι,
* Ξ: ξέρω,
* Ο: οργώ, οφείλομαι, οφείλω,
* Π: πάσχω, περιπατώ, πληρώ, πρέπει, προεξέχω, πρόκειται,
* Ρ: ρακοπίνω,
* Σ: στέκω,
* Τ: ταυτογνωμώ, τεκμαίρομαι, τρέμω, τυρβάζω,
* Υ: υπνοβατώ, υφίσταμαι,
* Χ: χάσκω, χρωστώ,
description::
· from https://el.wiktionary.org/wiki/Κατηγορία:Ρήματα_(νέα_ελληνικά)
description::
* φοβάμαι,
* κοιμάμαι,
* ξανακοιμάμαι,
* παρακοιμάμαι,
* λαγοκοιμάμαι,
* αργοκοιμάμαι,
* βαριοκοιμάμαι,
* κακοκοιμάμαι,
* γλυκοκοιμάμαι,
* καλοκοιμάμαι,
* ξενοκοιμάμαι,
* μισοκοιμάμαι,
* θυμάμαι,
* αναθυμάμαι,
* ξαναθυμάμαι,
* καλοθυμάμαι,
* πρωτοθυμάμαι,
* λυπάμαι,
* τραβιέμαι,
* μαλλιοτραβιέμαι,
* δηγιέμαι,
* διηγιέμαι,
* κυνηγιέμαι,
* παρεξηγιέμαι,
* λογιέμαι,
* συλλογιέμαι,
* ξομολογιέμαι,
* απολογιέμαι,
* παντρολογιέμαι,
* ανανογιέμαι,
* λειτουργιέμαι,
* λυγιέμαι,
* σουρομαδιέμαι,
* τραγουδιέμαι,
* σειέμαι,
* βοηθιέμαι,
* αλληλοβοηθιέμαι,
* παρακολουθιέμαι,
* πελεκιέμαι,
* γδικιέμαι,
* εκδικιέμαι,
* νικιέμαι,
* αρκιέμαι,
* καυκιέμαι,
* γαργαλιέμαι,
* χαλιέμαι,
* γελιέμαι,
* ξεγελιέμαι,
* μιλιέμαι,
* φιλιέμαι,
* κολλιέμαι,
* αμολιέμαι,
* ξαμολιέμαι,
* ξιπολιέμαι,
* ξυπολιέμαι,
* κυλιέμαι,
* χαμοκυλιέμαι,
* βουλιέμαι,
* πουλιέμαι,
* μοσχοπουλιέμαι,
* μασουλιέμαι,
* γαμιέμαι,
* ψιλογαμιέμαι,
* καταπολεμιέμαι,
* κρεμιέμαι,
* αποκοιμιέμαι,
* πλανιέμαι,
* παραπλανιέμαι,
* περιπλανιέμαι,
* τανιέμαι,
* κινιέμαι,
* γεννιέμαι,
* αναγεννιέμαι,
* ξαναγεννιέμαι,
* απολησμονιέμαι,
* παραπονιέμαι,
* αρνιέμαι,
* απαρνιέμαι,
* κυβερνιέμαι,
* αυτοκυβερνιέμαι,
* περνιέμαι,
* κουνιέμαι,
* ταρακουνιέμαι,
* αποξεχνιέμαι,
* τηλεφωνιέμαι,
* περιποιέμαι,
* στηθοκοπιέμαι,
* σταυροκοπιέμαι,
* κτυπιέμαι,
* χτυπιέμαι,
* κονταροχτυπιέμαι,
* βαριέμαι,
* σκυλοβαριέμαι,
* καταριέμαι,
* αυτοπαρηγοριέμαι,
* αναμετριέμαι,
* αντιμετριέμαι,
* χασμουριέμαι,
* κατουριέμαι,
* στεναχωριέμαι,
* μασιέμαι,
* ποδοπατιέμαι,
* παρατιέμαι,
* κρατιέμαι,
* κατακρατιέμαι,
* μελετιέμαι,
* πετιέμαι,
* ξεπετιέμαι,
* αποχαιρετιέμαι,
* ζητιέμαι,
* συζητιέμαι,
* αγριοκοιτιέμαι,
* κρυφοκοιτιέμαι,
* κατακτιέμαι,
* συναντιέμαι,
* απαντιέμαι,
* συναπαντιέμαι,
* προϋπαντιέμαι,
* εξαρτιέμαι,
* βαστιέμαι,
* καλοβαστιέμαι,
* ευχαριστιέμαι,
* φχαριστιέμαι,
* αναρωτιέμαι,
* αναρριχιέμαι,
* καυχιέμαι,
* βρυχιέμαι,
* τανυέμαι,
* είμαι,
* παραείμαι,
* κείμαι,
* κρέμαμαι,
* επικρέμαμαι,
* δύναμαι,
* ίπταμαι,
* περιίπταμαι,
* ανίπταμαι,
* υπερίπταμαι,
* προΐσταμαι,
* ίσταμαι,
* καθίσταμαι,
* εγκαθίσταμαι,
* απεγκαθίσταμαι,
* αντικαθίσταμαι,
* αποκαθίσταμαι,
* υποκαθίσταμαι,
* ανθίσταμαι,
* διίσταμαι,
* ανίσταμαι,
* εξανίσταμαι,
* ενίσταμαι,
* συνίσταμαι,
* εξίσταμαι,
* παρίσταμαι,
* αφίσταμαι,
* υφίσταμαι,
* προϋφίσταμαι,
* επαφίεμαι,
* τίθεμαι,
* διατίθεμαι,
* προδιατίθεμαι,
* παρατίθεμαι,
* κατατίθεμαι,
* συγκατατίθεμαι,
* μετατίθεμαι,
* αντιμετατίθεμαι,
* επιτίθεμαι,
* αντεπιτίθεμαι,
* αντιτίθεμαι,
* εκτίθεμαι,
* παρεντίθεμαι,
* συντίθεμαι,
* αποσυντίθεμαι,
* προτίθεμαι,
* κάθημαι,
* παρακάθημαι,
* κατακάθημαι,
* επικάθημαι,
* προκάθημαι,
* κέκτημαι,
* διάκειμαι,
* παράκειμαι,
* κατάκειμαι,
* περίκειμαι,
* αντίκειμαι,
* σύγκειμαι,
* υπέρκειμαι,
* πρόσκειμαι,
* απόκειμαι,
* εναπόκειμαι,
* υπόκειμαι,
* δέομαι,
* ἱκνέομαι,
* διαπνέομαι,
* διαχέομαι,
* συγκαίομαι,
* περικλείομαι,
* αποκλείομαι,
* σείομαι,
* θάβομαι,
* ανάβομαι,
* κλέβομαι,
* σέβομαι,
* αλείβομαι,
* αμείβομαι,
* διαμείβομαι,
* στείβομαι,
* θλίβομαι,
* καταθλίβομαι,
* συνθλίβομαι,
* χλίβομαι,
* νίβομαι,
* τρίβομαι,
* κατατρίβομαι,
* συντρίβομαι,
* κωλοτρίβομαι,
* στίβομαι,
* κόβομαι,
* ψιλοκόβομαι,
* αποκόβομαι,
* κρύβομαι,
* στύβομαι,
* φυλάγομαι,
* προφυλάγομαι,
* εξάγομαι,
* διεξάγομαι,
* προάγομαι,
* συνεπάγομαι,
* παράγομαι,
* αναπαράγομαι,
* εισάγομαι,
* προσάγομαι,
* κατάγομαι,
* πετάγομαι,
* ξεπετάγομαι,
* λέγομαι,
* διαλέγομαι,
* συνδιαλέγομαι,
* αποδιαλέγομαι,
* συγκαταλέγομαι,
* επιλέγομαι,
* εκλέγομαι,
* φλέγομαι,
* αναφλέγομαι,
* ρέγομαι,
* ορέγομαι,
* μπήγομαι,
* καίγομαι,
* συγκαίγομαι,
* κλαίγομαι,
* επείγομαι,
* θίγομαι,
* τυλίγομαι,
* ξετυλίγομαι,
* θαλασσοπνίγομαι,
* ανοίγομαι,
* ξανοίγομαι,
* φθέγγομαι,
* αποφθέγγομαι,
* ρεύγομαι,
* ερεύγομαι,
* ακούγομαι,
* σκυλοτρώγομαι,
* διαδίδομαι,
* παραδίδομαι,
* μεταδίδομαι,
* επιδίδομαι,
* εκδίδομαι,
* αποδίδομαι,
* προδίδομαι,
* ερείδομαι,
* φείδομαι,
* πέρδομαι,
* ψεύδομαι,
* διαψεύδομαι,
* αυτοδιαψεύδομαι,
* αστεΐζομαι,
* διαβάζομαι,
* διαβιβάζομαι,
* αναβιβάζομαι,
* επιβιβάζομαι,
* ξεβγάζομαι,
* συστεγάζομαι,
* εργάζομαι,
* τηλεεργάζομαι,
* περιεργάζομαι,
* τηλεργάζομαι,
* συνεργάζομαι,
* εξεργάζομαι,
* επεξεργάζομαι,
* απεργάζομαι,
* κατεργάζομαι,
* καταυγάζομαι,
* διασκεδάζομαι,
* ιδεάζομαι,
* δελεάζομαι,
* επηρεάζομαι,
* βιάζομαι,
* καθαγιάζομαι,
* ξελαρυγγιάζομαι,
* λογιάζομαι,
* ισοζυγιάζομαι,
* μυγιάζομαι,
* διάζομαι,
* ξημεροβραδιάζομαι,
* αιφνιδιάζομαι,
* εφοδιάζομαι,
* χρειάζομαι,
* παθιάζομαι,
* παραμυθιάζομαι,
* νοικιάζομαι,
* ενοικιάζομαι,
* ξεσβερκιάζομαι,
* σκιάζομαι,
* αγγελοσκιάζομαι,
* λιάζομαι,
* αγγελιάζομαι,
* ξεκοιλιάζομαι,
* ψυλλιάζομαι,
* εμβολιάζομαι,
* σωροβολιάζομαι,
* μπολιάζομαι,
* ξελαιμιάζομαι,
* προοιμιάζομαι,
* εγκωμιάζομαι,
* σεληνιάζομαι,
* αποδεινιάζομαι,
* επικονιάζομαι,
* βελονιάζομαι,
* θρονιάζομαι,
* ενυπνιάζομαι,
* ξαφνιάζομαι,
* αρραβωνιάζομαι,
* αρρεβωνιάζομαι,
* νοιάζομαι,
* γνοιάζομαι,
* γριπιάζομαι,
* ντροπιάζομαι,
* καταντροπιάζομαι,
* αποτροπιάζομαι,
* φεγγαριάζομαι,
* λογαριάζομαι,
* ξεποδαριάζομαι,
* δηλητηριάζομαι,
* εκπλειστηριάζομαι,
* ονειριάζομαι,
* αυτοχειριάζομαι,
* μετριάζομαι,
* πατσαβουριάζομαι,
* κουλουριάζομαι,
* ενεχυριάζομαι,
* σωριάζομαι,
* σιάζομαι,
* πολλαπλασιάζομαι,
* τετραπλασιάζομαι,
* διπλασιάζομαι,
* αυτοδιπλασιάζομαι,
* τριπλασιάζομαι,
* οπτασιάζομαι,
* εκστασιάζομαι,
* εκκλησιάζομαι,
* θυσιάζομαι,
* αυτοθυσιάζομαι,
* διονυσιάζομαι,
* ενθουσιάζομαι,
* συνουσιάζομαι,
* αυτοπαρουσιάζομαι,
* εντυπωσιάζομαι,
* αιτιάζομαι,
* κουβεντιάζομαι,
* ξεδοντιάζομαι,
* αυτιάζομαι,
* αφτιάζομαι,
* εκτροχιάζομαι,
* υποψιάζομαι,
* πειθαναγκάζομαι,
* ψεκάζομαι,
* αυτοκαταδικάζομαι,
* συναγελάζομαι,
* χειμάζομαι,
* δοκιμάζομαι,
* αποδοκιμάζομαι,
* ετοιμάζομαι,
* προετοιμάζομαι,
* ατιμάζομαι,
* ονομάζομαι,
* αυτοονομάζομαι,
* κατονομάζομαι,
* μετονομάζομαι,
* αυτονομάζομαι,
* αυτοθαυμάζομαι,
* τινάζομαι,
* ανατινάζομαι,
* τεχνάζομαι,
* ακροάζομαι,
* σκεπάζομαι,
* ξιπάζομαι,
* αρπάζομαι,
* σπάζομαι,
* ασπάζομαι,
* ανασπάζομαι,
* σπαράζομαι,
* ταράζομαι,
* αναταράζομαι,
* συνταράζομαι,
* χαράζομαι,
* περιχαράζομαι,
* εδράζομαι,
* συγκεράζομαι,
* πειράζομαι,
* μοιράζομαι,
* ισομοιράζομαι,
* αφογκράζομαι,
* αφουγκράζομαι,
* αγοράζομαι,
* εξαγοράζομαι,
* κουράζομαι,
* ξεκουράζομαι,
* μεταφράζομαι,
* εκφράζομαι,
* συμφράζομαι,
* ισάζομαι,
* τάζομαι,
* καλοεξετάζομαι,
* αντεξετάζομαι,
* κοιτάζομαι,
* αγριοκοιτάζομαι,
* κρυφοκοιτάζομαι,
* τραντάζομαι,
* φαντάζομαι,
* ριπτάζομαι,
* γιορτάζομαι,
* αποστάζομαι,
* διασκευάζομαι,
* παρασκευάζομαι,
* προπαρασκευάζομαι,
* ανακατασκευάζομαι,
* μετασκευάζομαι,
* χλευάζομαι,
* ρυάζομαι,
* διχάζομαι,
* στοχάζομαι,
* αναστοχάζομαι,
* επωάζομαι,
* πιέζομαι,
* συμπιέζομαι,
* μεταμφιέζομαι,
* πρήζομαι,
* ξεπρήζομαι,
* αυτοεγκλωβίζομαι,
* στραγγίζομαι,
* μεταγγίζομαι,
* ξελαρυγγίζομαι,
* λογίζομαι,
* διαλογίζομαι,
* αναλογίζομαι,
* παραλογίζομαι,
* συλλογίζομαι,
* προσυλλογίζομαι,
* υπολογίζομαι,
* οργίζομαι,
* εξοργίζομαι,
* ανακλαδίζομαι,
* εμποδίζομαι,
* ξεκαρδίζομαι,
* κερδίζομαι,
* κουρδίζομαι,
* ξεφλουδίζομαι,
* αλληλοδανείζομαι,
* ερεθίζομαι,
* ανθίζομαι,
* βυθίζομαι,
* κορδακίζομαι,
* μαλακίζομαι,
* φυλακίζομαι,
* εξοστρακίζομαι,
* αποστρακίζομαι,
* τσακίζομαι,
* κατατσακίζομαι,
* καραβοτσακίζομαι,
* γκρεμοτσακίζομαι,
* πελεκίζομαι,
* ντουφεκίζομαι,
* ακκίζομαι,
* τοκίζομαι,
* ορκίζομαι,
* σκίζομαι,
* ξεσκίζομαι,
* στραγγαλίζομαι,
* ζαλίζομαι,
* ξεζαλίζομαι,
* εναγκαλίζομαι,
* συνδικαλίζομαι,
* ξεκοκαλίζομαι,
* βαυκαλίζομαι,
* τραμπαλίζομαι,
* πασπαλίζομαι,
* σεβνταλίζομαι,
* ασφαλίζομαι,
* διασφαλίζομαι,
* οβελίζομαι,
* ευαγγελίζομαι,
* εξευτελίζομαι,
* ξεφτελίζομαι,
* παραλληλίζομαι,
* εκτραχηλίζομαι,
* στροβιλίζομαι,
* ξεφτιλίζομαι,
* διαολίζομαι,
* μεταβολίζομαι,
* συμβολίζομαι,
* προσανατολίζομαι,
* οπλίζομαι,
* παροπλίζομαι,
* προαυλίζομαι,
* καταυλίζομαι,
* βουλίζομαι,
* στραμπουλίζομαι,
* παραγεμίζομαι,
* εξανεμίζομαι,
* ψυχανεμίζομαι,
* γκρεμίζομαι,
* φημίζομαι,
* διαφημίζομαι,
* αυτοδιαφημίζομαι,
* αναβαθμίζομαι,
* αντισταθμίζομαι,
* ισοσταθμίζομαι,
* μεταρρυθμίζομαι,
* διακομίζομαι,
* προσορμίζομαι,
* οσμίζομαι,
* εξατμίζομαι,
* διαγουμίζομαι,
* χρυσοπλουμίζομαι,
* επωμίζομαι,
* ψωμίζομαι,
* πλανίζομαι,
* αυνανίζομαι,
* ερανίζομαι,
* βασανίζομαι,
* πτανίζομαι,
* φανίζομαι,
* εξαφανίζομαι,
* εμφανίζομαι,
* κακοφανίζομαι,
* αγνίζομαι,
* μηδενίζομαι,
* εκμηδενίζομαι,
* ελλιμενίζομαι,
* προσλιμενίζομαι,
* ενασμενίζομαι,
* κλασαυχενίζομαι,
* αφελληνίζομαι,
* διασαφηνίζομαι,
* κοσκινίζομαι,
* διευκρινίζομαι,
* ηδονίζομαι,
* τερηδονίζομαι,
* εκσφενδονίζομαι,
* πριονίζομαι,
* αφιονίζομαι,
* ακονίζομαι,
* εξεικονίζομαι,
* απεικονίζομαι,
* κλονίζομαι,
* συγκλονίζομαι,
* δαιμονίζομαι,
* εναρμονίζομαι,
* κανονίζομαι,
* συγχρονίζομαι,
* μαλαματοκαπνίζομαι,
* αφυπνίζομαι,
* φταρνίζομαι,
* ενστερνίζομαι,
* φτερνίζομαι,
* σπλαχνίζομαι,
* ευσπλαχνίζομαι,
* ευσπλαγχνίζομαι,
* αγωνίζομαι,
* διαγωνίζομαι,
* συναγωνίζομαι,
* ανταγωνίζομαι,
* κλυδωνίζομαι,
* διαιωνίζομαι,
* οιωνίζομαι,
* προοιωνίζομαι,
* διαγκωνίζομαι,
* παραγκωνίζομαι,
* στρατωνίζομαι,
* ψωνίζομαι,
* απελπίζομαι,
* λιμπίζομαι,
* ξεκουμπίζομαι,
* κατατοπίζομαι,
* μετατοπίζομαι,
* σκορπίζομαι,
* διασκορπίζομαι,
* συνασπίζομαι,
* προασπίζομαι,
* υπερασπίζομαι,
* μωλωπίζομαι,
* ενανθρωπίζομαι,
* αντιμετωπίζομαι,
* καθαρίζομαι,
* αυτοκαθαρίζομαι,
* μακαρίζομαι,
* σπορκαρίζομαι,
* τουαλεταρίζομαι,
* χαρίζομαι,
* βρίζομαι,
* ανδρίζομαι,
* νταραβερίζομαι,
* θερίζομαι,
* καλημερίζομαι,
* συμμερίζομαι,
* συνερίζομαι,
* ξεσυνερίζομαι,
* σφετερίζομαι,
* ξεκληρίζομαι,
* χαρακτηρίζομαι,
* αυτοχαρακτηρίζομαι,
* στηρίζομαι,
* συνεταιρίζομαι,
* προσεταιρίζομαι,
* χειρίζομαι,
* διαχειρίζομαι,
* αυτοδιαχειρίζομαι,
* μεταχειρίζομαι,
* κακομεταχειρίζομαι,
* καλομεταχειρίζομαι,
* τηλεχειρίζομαι,
* ορίζομαι,
* ζορίζομαι,
* διορίζομαι,
* αυτοδιορίζομαι,
* αυτοπροσδιορίζομαι,
* περιορίζομαι,
* αυτοπεριορίζομαι,
* συνορίζομαι,
* ξεσυνορίζομαι,
* αυτοεξορίζομαι,
* προορίζομαι,
* πορίζομαι,
* βιοπορίζομαι,
* θεατρίζομαι,
* επαναπατρίζομαι,
* εκπατρίζομαι,
* ηλεκτρίζομαι,
* κατοπτρίζομαι,
* αντικατοπτρίζομαι,
* θησαυρίζομαι,
* αποταυρίζομαι,
* περιτριγυρίζομαι,
* συγυρίζομαι,
* εκνευρίζομαι,
* μυρίζομαι,
* νανουρίζομαι,
* ισχυρίζομαι,
* διισχυρίζομαι,
* ἰσχυρίζομαι,
* μετεωρίζομαι,
* γνωρίζομαι,
* αναγνωρίζομαι,
* παραγνωρίζομαι,
* χωρίζομαι,
* αποχωρίζομαι,
* βασίζομαι,
* προφασίζομαι,
* μπογιατίζομαι,
* θυμιατίζομαι,
* διαδραματίζομαι,
* πειραματίζομαι,
* οραματίζομαι,
* παραδειγματίζομαι,
* ζεματίζομαι,
* προβληματίζομαι,
* χρηματίζομαι,
* σχηματίζομαι,
* μετασχηματίζομαι,
* εγκλιματίζομαι,
* προγραμματίζομαι,
* κομματίζομαι,
* θρυμματίζομαι,
* κατακερματίζομαι,
* τραυματίζομαι,
* αυτοτραυματίζομαι,
* χρωματίζομαι,
* αποχρωματίζομαι,
* φανατίζομαι,
* εκδημοκρατίζομαι,
* τσατίζομαι,
* σεκλετίζομαι,
* σχετίζομαι,
* συσχετίζομαι,
* μαγνητίζομαι,
* επισιτίζομαι,
* απογαλακτίζομαι,
* διαπληκτίζομαι,
* πρωτοκτίζομαι,
* τσαντίζομαι,
* χαριεντίζομαι,
* σεκλεντίζομαι,
* ποντίζομαι,
* ποτίζομαι,
* βαπτίζομαι,
* απαρτίζομαι,
* φορτίζομαι,
* συνωστίζομαι,
* μεταγλωττίζομαι,
* ταυτίζομαι,
* συνταυτίζομαι,
* εμπλουτίζομαι,
* βαφτίζομαι,
* καθρεφτίζομαι,
* αντικαθρεφτίζομαι,
* αιχμαλωτίζομαι,
* ενωτίζομαι,
* υπνωτίζομαι,
* συγχρωτίζομαι,
* φωτίζομαι,
* προσεδαφίζομαι,
* κατεδαφίζομαι,
* φωτογραφίζομαι,
* αυτοφωτογραφίζομαι,
* ζωγραφίζομαι,
* ξυραφίζομαι,
* ψηφίζομαι,
* σοφίζομαι,
* σκαρφίζομαι,
* νοσφίζομαι,
* ανακουφίζομαι,
* στοιχίζομαι,
* περιστοιχίζομαι,
* αντιστοιχίζομαι,
* σχίζομαι,
* αποσχίζομαι,
* μουνουχίζομαι,
* προσαρμόζομαι,
* αναπροσαρμόζομαι,
* κατακλύζομαι,
* περικλύζομαι,
* λούζομαι,
* συγχύζομαι,
* σώζομαι,
* κάθομαι,
* ανακάθομαι,
* παρακάθομαι,
* κατακάθομαι,
* επικάθομαι,
* καλοκάθομαι,
* στρογγυλοκάθομαι,
* κωλοκάθομαι,
* πλάθομαι,
* πείθομαι,
* πλέκομαι,
* αλληλοδιαπλέκομαι,
* περιπλέκομαι,
* μπλέκομαι,
* εμπλέκομαι,
* συμπλέκομαι,
* στέκομαι,
* παραστέκομαι,
* συμπαραστέκομαι,
* αντιστέκομαι,
* κοντοστέκομαι,
* διδάσκομαι,
* αρέσκομαι,
* βρίσκομαι,
* ευρίσκομαι,
* συνευρίσκομαι,
* παρευρίσκομαι,
* μεθύσκομαι,
* διώκομαι,
* οφείλομαι,
* βάλλομαι,
* διαβάλλομαι,
* παραβάλλομαι,
* καταβάλλομαι,
* μεταβάλλομαι,
* επιβάλλομαι,
* περιβάλλομαι,
* παρεμβάλλομαι,
* συμβάλλομαι,
* πανικοβάλλομαι,
* αποβάλλομαι,
* υποβάλλομαι,
* αυθυποβάλλομαι,
* προβάλλομαι,
* αυτοπροβάλλομαι,
* προσβάλλομαι,
* αγάλλομαι,
* συναγάλλομαι,
* πάλλομαι,
* αναπάλλομαι,
* ψάλλομαι,
* επαγγέλλομαι,
* παραγγέλλομαι,
* εντέλλομαι,
* διαστέλλομαι,
* αναστέλλομαι,
* αποστέλλομαι,
* συστέλλομαι,
* βούλομαι,
* προβούλομαι,
* νέμομαι,
* κρέμομαι,
* αναλαμβάνομαι,
* επαναλαμβάνομαι,
* παραλαμβάνομαι,
* καταλαμβάνομαι,
* επιλαμβάνομαι,
* περιλαμβάνομαι,
* συμπεριλαμβάνομαι,
* αντιλαμβάνομαι,
* συλλαμβάνομαι,
* προσλαμβάνομαι,
* αισθάνομαι,
* διαισθάνομαι,
* συναισθάνομαι,
* προαισθάνομαι,
* απεχθάνομαι,
* πιάνομαι,
* καταπιάνομαι,
* ξεπιάνομαι,
* μεγαλοπιάνομαι,
* ψυχοπιάνομαι,
* δαγκάνομαι,
* αυξάνομαι,
* χάνομαι,
* γένομαι,
* δένομαι,
* υποδένομαι,
* αλυσοδένομαι,
* ξεπλένομαι,
* αναμένομαι,
* πένομαι,
* σβήνομαι,
* στήνομαι,
* συστήνομαι,
* αυτοσυστήνομαι,
* αφήνομαι,
* ψήνομαι,
* κακοψήνομαι,
* καλοψήνομαι,
* ξεροψήνομαι,
* βουβαίνομαι,
* μιαίνομαι,
* ξεκουτιαίνομαι,
* μουγκαίνομαι,
* διαλευκαίνομαι,
* γλυκαίνομαι,
* τρελαίνομαι,
* ξετρελαίνομαι,
* μουρλαίνομαι,
* μαίνομαι,
* σημαίνομαι,
* επισημαίνομαι,
* ποιμαίνομαι,
* παραθερμαίνομαι,
* προθερμαίνομαι,
* υπερθερμαίνομαι,
* κυμαίνομαι,
* διακυμαίνομαι,
* λυμαίνομαι,
* λιπαίνομαι,
* ρυπαίνομαι,
* μαραίνομαι,
* υγραίνομαι,
* ξεραίνομαι,
* αποσκληραίνομαι,
* πικραίνομαι,
* αποκραίνομαι,
* οσφραίνομαι,
* ευφραίνομαι,
* ψυχραίνομαι,
* μωραίνομαι,
* ξαναμωραίνομαι,
* ξεμωραίνομαι,
* τεκταίνομαι,
* ανασταίνομαι,
* νεκρανασταίνομαι,
* ζεσταίνομαι,
* παραζεσταίνομαι,
* φαίνομαι,
* διαφαίνομαι,
* αναφαίνομαι,
* ξαναφαίνομαι,
* καταφαίνομαι,
* επιφαίνομαι,
* καλοφαίνομαι,
* αποφαίνομαι,
* προαποφαίνομαι,
* σιχαίνομαι,
* γίνομαι,
* ξαναγίνομαι,
* παραγίνομαι,
* καταγίνομαι,
* ξεγίνομαι,
* απογίνομαι,
* διαδίνομαι,
* παραδίνομαι,
* λογοδίνομαι,
* διατείνομαι,
* εκτείνομαι,
* επεκτείνομαι,
* αποτείνομαι,
* κατακλίνομαι,
* συγκατακλίνομαι,
* υποκλίνομαι,
* κρίνομαι,
* κατακρίνομαι,
* αυτοκατακρίνομαι,
* συγκρίνομαι,
* επικρίνομαι,
* αλληλεπικρίνομαι,
* αυτολογοκρίνομαι,
* αποκρίνομαι,
* ανταποκρίνομαι,
* υποκρίνομαι,
* προκρίνομαι,
* καταπραΰνομαι,
* τέμνομαι,
* δέρνομαι,
* γδέρνομαι,
* στηθοδέρνομαι,
* ανεμοδέρνομαι,
* θαλασσοδέρνομαι,
* σέρνομαι,
* παρασέρνομαι,
* φιδοσέρνομαι,
* φέρνομαι,
* κακοφέρνομαι,
* παίρνομαι,
* ξεπαίρνομαι,
* σιάχνομαι,
* φτιάχνομαι,
* ψάχνομαι,
* δείχνομαι,
* ρίχνομαι,
* στριμώχνομαι,
* σπρώχνομαι,
* ξανασπρώχνομαι,
* δύνομαι,
* επιβραδύνομαι,
* ηδύνομαι,
* ευθύνομαι,
* συνευθύνομαι,
* απευθύνομαι,
* κατευθύνομαι,
* εκθηλύνομαι,
* μολύνομαι,
* καταπλύνομαι,
* αμύνομαι,
* υπεραμύνομαι,
* σεμνύνομαι,
* ξύνομαι,
* βαρύνομαι,
* επιβαρύνομαι,
* εναβρύνομαι,
* ἐναβρύνομαι,
* απομακρύνομαι,
* διευρύνομαι,
* δασύνομαι,
* αποθρασύνομαι,
* ξεντύνομαι,
* φτύνομαι,
* χύνομαι,
* ξεχύνομαι,
* αισχύνομαι,
* διακριβώνομαι,
* φαγώνομαι,
* μαγγώνομαι,
* πληγώνομαι,
* λιγώνομαι,
* ξελιγώνομαι,
* αυτομαστιγώνομαι,
* οργώνομαι,
* ανακλαδώνομαι,
* ισοπεδώνομαι,
* κλειδώνομαι,
* ξεκλειδώνομαι,
* οξειδώνομαι,
* οξιδώνομαι,
* φτιασιδώνομαι,
* ευοδώνομαι,
* κορδώνομαι,
* εξιλεώνομαι,
* ανανεώνομαι,
* στερεώνομαι,
* χρεώνομαι,
* ξεχρεώνομαι,
* υποχρεώνομαι,
* υπερχρεώνομαι,
* οστεώνομαι,
* ζώνομαι,
* ξεριζώνομαι,
* γαντζώνομαι,
* μουντζώνομαι,
* μουζώνομαι,
* ξεστηθώνομαι,
* απιθώνομαι,
* ορθώνομαι,
* διορθώνομαι,
* επιδιορθώνομαι,
* αυτοδιορθώνομαι,
* επανορθώνομαι,
* παλινορθώνομαι,
* μισθώνομαι,
* υπεκμισθώνομαι,
* βεβαιώνομαι,
* επιβεβαιώνομαι,
* παλαιώνομαι,
* αραιώνομαι,
* διαπεραιώνομαι,
* κραταιώνομαι,
* παγιώνομαι,
* προσγειώνομαι,
* οικειώνομαι,
* εξοικειώνομαι,
* τελειώνομαι,
* αυξομειώνομαι,
* ανδρειώνομαι,
* μεταστοιχειώνομαι,
* ψιμυθιώνομαι,
* ηλικιώνομαι,
* ενηλικιώνομαι,
* παλιώνομαι,
* εξαθλιώνομαι,
* ζημιώνομαι,
* αξιώνομαι,
* δεξιώνομαι,
* αλλοιώνομαι,
* αγριώνομαι,
* εξαγριώνομαι,
* τεκμηριώνομαι,
* απαλλοτριώνομαι,
* φαντασιώνομαι,
* πλαισιώνομαι,
* αφοσιώνομαι,
* μεταρσιώνομαι,
* βελτιώνομαι,
* εναντιώνομαι,
* μαλακώνομαι,
* τσαλακώνομαι,
* ζαβλακώνομαι,
* αποβλακώνομαι,
* πλακώνομαι,
* ψυχοπλακώνομαι,
* κλιμακώνομαι,
* αποκλιμακώνομαι,
* φαρμακώνομαι,
* χαρακώνομαι,
* περιχαρακώνομαι,
* βρακώνομαι,
* απανθρακώνομαι,
* καταρρακώνομαι,
* τσακώνομαι,
* μπαστακώνομαι,
* δαγκώνομαι,
* ογκώνομαι,
* διογκώνομαι,
* σηκώνομαι,
* ανασηκώνομαι,
* ξεσηκώνομαι,
* προσηκώνομαι,
* ζαλικώνομαι,
* βερνικώνομαι,
* κατσικώνομαι,
* πατικώνομαι,
* ναρκώνομαι,
* μετενσαρκώνομαι,
* ξεσβερκώνομαι,
* φουσκώνομαι,
* παραφουσκώνομαι,
* ξεφουσκώνομαι,
* υπερφουσκώνομαι,
* παλουκώνομαι,
* μπουκώνομαι,
* ξεχαρβαλώνομαι,
* μεγαλώνομαι,
* ζαλώνομαι,
* μουντζαλώνομαι,
* προσαιγιαλώνομαι,
* αναλώνομαι,
* μπαλώνομαι,
* σκαρφαλώνομαι,
* ανασκελώνομαι,
* φασκελώνομαι,
* καραμελώνομαι,
* βεβηλώνομαι,
* δηλώνομαι,
* εκδηλώνομαι,
* πεδικλώνομαι,
* κυκλώνομαι,
* περικυκλώνομαι,
* μπουρδουκλώνομαι,
* αποκρυσταλλώνομαι,
* αποσβολώνομαι,
* πολώνομαι,
* απλώνομαι,
* ξαπλώνομαι,
* εξαπλώνομαι,
* διπλώνομαι,
* αναδιπλώνομαι,
* ναυλώνομαι,
* αποξυλώνομαι,
* βουλώνομαι,
* κουκουλώνομαι,
* τυφλώνομαι,
* καμώνομαι,
* αποδυναμώνομαι,
* φιμώνομαι,
* γραμμώνομαι,
* αναγομώνομαι,
* στομώνομαι,
* εκχυμώνομαι,
* οργανώνομαι,
* διοργανώνομαι,
* αναδιοργανώνομαι,
* μηχανοργανώνομαι,
* στεφανώνομαι,
* δαφνοστεφανώνομαι,
* ενώνομαι,
* εξουθενώνομαι,
* αποξενώνομαι,
* επιδεινώνομαι,
* ταπεινώνομαι,
* αποχαλινώνομαι,
* ανακοινώνομαι,
* ρικνώνομαι,
* συρρικνώνομαι,
* συμπυκνώνομαι,
* ξεγυμνώνομαι,
* μονώνομαι,
* τονώνομαι,
* εκτονώνομαι,
* αποχαυνώνομαι,
* γραπώνομαι,
* ερειπώνομαι,
* γριπώνομαι,
* ξετσιπώνομαι,
* εγκολπώνομαι,
* κουμπώνομαι,
* ξεκουμπώνομαι,
* ανασκουμπώνομαι,
* καρπώνομαι,
* επικαρπώνομαι,
* σουλουπώνομαι,
* τυπώνομαι,
* εκτυπώνομαι,
* καμαρώνομαι,
* σαμαρώνομαι,
* ανδρώνομαι,
* επανδρώνομαι,
* ελευθερώνομαι,
* απελευθερώνομαι,
* καθιερώνομαι,
* λερώνομαι,
* ενημερώνομαι,
* ξημερώνομαι,
* εξημερώνομαι,
* φανερώνομαι,
* εξουδετερώνομαι,
* κασσιτερώνομαι,
* επικασσιτερώνομαι,
* ολοκληρώνομαι,
* αποκληρώνομαι,
* πληρώνομαι,
* αλληλοσυμπληρώνομαι,
* προπληρώνομαι,
* εξαρθρώνομαι,
* μαχαιρώνομαι,
* αλληλομαχαιρώνομαι,
* νεκρώνομαι,
* αντρώνομαι,
* επικεντρώνομαι,
* στρώνομαι,
* γγαστρώνομαι,
* μπλαστρώνομαι,
* καταστρώνομαι,
* ξεστρώνομαι,
* ξαγκιστρώνομαι,
* απαγκιστρώνομαι,
* πλακοστρώνομαι,
* καλοστρώνομαι,
* λυτρώνομαι,
* σταυρώνομαι,
* διασταυρώνομαι,
* ξανασταυρώνομαι,
* απονευρώνομαι,
* κυρώνομαι,
* μουντζουρώνομαι,
* ταμπουρώνομαι,
* πυρώνομαι,
* αναπυρώνομαι,
* οχυρώνομαι,
* ελαφρώνομαι,
* φασώνομαι,
* φεσώνομαι,
* αποθαλασσώνομαι,
* προσθαλασσώνομαι,
* πισσώνομαι,
* ξεμπρατσώνομαι,
* καρφιτσώνομαι,
* παπουτσώνομαι,
* κρεβατώνομαι,
* αφυδατώνομαι,
* πραγματώνομαι,
* αυτοπραγματώνομαι,
* αποτελματώνομαι,
* ξεπατώνομαι,
* αποπερατώνομαι,
* αναστατώνομαι,
* πλευριτώνομαι,
* τσιτώνομαι,
* πακτώνομαι,
* πυρακτώνομαι,
* ταλαντώνομαι,
* τεντώνομαι,
* παρατεντώνομαι,
* εξοντώνομαι,
* αλληλοεξοντώνομαι,
* σκοτώνομαι,
* κατασκοτώνομαι,
* αλληλοσκοτώνομαι,
* φορτώνομαι,
* παραφορτώνομαι,
* ξεφορτώνομαι,
* ξυλοφορτώνομαι,
* υπερφορτώνομαι,
* ελαττώνομαι,
* νυχτώνομαι,
* συνοφρυώνομαι,
* δικτυώνομαι,
* συναδελφώνομαι,
* καρφώνομαι,
* μορφώνομαι,
* διαμορφώνομαι,
* παραμορφώνομαι,
* μεταμορφώνομαι,
* επιμορφώνομαι,
* συμμορφώνομαι,
* ξεσκουφώνομαι,
* κορυφώνομαι,
* αποκορυφώνομαι,
* συναχώνομαι,
* παραχώνομαι,
* καταχώνομαι,
* συσταχώνομαι,
* αγχώνομαι,
* στελεχώνομαι,
* ξεχώνομαι,
* αναψυχώνομαι,
* μετεμψυχώνομαι,
* υψώνομαι,
* ανυψώνομαι,
* αυτοαθωώνομαι,
* έπομαι,
* βλέπομαι,
* παραβλέπομαι,
* αλληλοϋποβλέπομαι,
* προβλέπομαι,
* τρέπομαι,
* ανατρέπομαι,
* εκτρέπομαι,
* παρεκτρέπομαι,
* ντρέπομαι,
* καταντρέπομαι,
* εντρέπομαι,
* προτρέπομαι,
* σέπομαι,
* σήπομαι,
* απολείπομαι,
* υπολείπομαι,
* πέμπομαι,
* παραπέμπομαι,
* αυτοπαραπέμπομαι,
* εκπέμπομαι,
* τέρπομαι,
* μακιγιάρομαι,
* μπανιάρομαι,
* αυτοκριτικάρομαι,
* σοκάρομαι,
* καμουφλάρομαι,
* κρεπάρομαι,
* πλασάρομαι,
* φέρομαι,
* ενδιαφέρομαι,
* αναφέρομαι,
* παραφέρομαι,
* καταφέρομαι,
* συμπεριφέρομαι,
* προσφέρομαι,
* αίρομαι,
* τεκμαίρομαι,
* επαίρομαι,
* υπεραίρομαι,
* χαίρομαι,
* καταχαίρομαι,
* αυτοσυγχαίρομαι,
* σερβίρομαι,
* εξεγείρομαι,
* φθείρομαι,
* κείρομαι,
* νείρομαι,
* διασπείρομαι,
* οδύρομαι,
* μύρομαι,
* ανασύρομαι,
* παρασύρομαι,
* αποσύρομαι,
* διαμαρτύρομαι,
* συμφύρομαι,
* ολοφύρομαι,
* κατολοφύρομαι,
* διαλλάσσομαι,
* συναλλάσσομαι,
* απαλλάσσομαι,
* παραλλάσσομαι,
* μεταλλάσσομαι,
* φυλάσσομαι,
* επιφυλάσσομαι,
* προφυλάσσομαι,
* περιχαράσσομαι,
* τάσσομαι,
* διατάσσομαι,
* πατάσσομαι,
* παρατάσσομαι,
* συμπαρατάσσομαι,
* κατατάσσομαι,
* μετατάσσομαι,
* αντιτάσσομαι,
* συντάσσομαι,
* υποτάσσομαι,
* εκπλήσσομαι,
* ελίσσομαι,
* περιελίσσομαι,
* εξελίσσομαι,
* μετεξελίσσομαι,
* εκτυλίσσομαι,
* υπαινίσσομαι,
* ὀδύσσομαι,
* βδελύσσομαι,
* κηρύσσομαι,
* διακηρύσσομαι,
* αυτοανακηρύσσομαι,
* περιπτύσσομαι,
* συμπτύσσομαι,
* πέτομαι,
* κείτομαι,
* άπτομαι,
* καθάπτομαι,
* ανασκάπτομαι,
* εκκολάπτομαι,
* επισυνάπτομαι,
* εξάπτομαι,
* εφάπτομαι,
* σκέπτομαι,
* διασκέπτομαι,
* συνδιασκέπτομαι,
* επισκέπτομαι,
* συσκέπτομαι,
* υπολήπτομαι,
* κάμπτομαι,
* αποχρέμπτομαι,
* κόπτομαι,
* συγκόπτομαι,
* περικόπτομαι,
* αποκόπτομαι,
* καλύπτομαι,
* επικαλύπτομαι,
* αλληλεπικαλύπτομαι,
* κρύπτομαι,
* υποκρύπτομαι,
* δράττομαι,
* βδελύττομαι,
* κηρύττομαι,
* σκέφτομαι,
* αιματοβάφομαι,
* διαγράφομαι,
* προδιαγράφομαι,
* αναγράφομαι,
* παραγράφομαι,
* καταγράφομαι,
* μεταγράφομαι,
* εγγράφομαι,
* μετεγγράφομαι,
* περιγράφομαι,
* μονογράφομαι,
* τρέφομαι,
* διατρέφομαι,
* στρέφομαι,
* αναστρέφομαι,
* συναναστρέφομαι,
* καταστρέφομαι,
* αυτοκαταστρέφομαι,
* μεταστρέφομαι,
* περιστρέφομαι,
* αντιστρέφομαι,
* αποστρέφομαι,
* αλείφομαι,
* προαλείφομαι,
* γλείφομαι,
* μέμφομαι,
* μάχομαι,
* διαμάχομαι,
* αντιμάχομαι,
* δέχομαι,
* διαδέχομαι,
* αναδέχομαι,
* παραδέχομαι,
* καταδέχομαι,
* επιδέχομαι,
* απεκδέχομαι,
* καλοδέχομαι,
* αποδέχομαι,
* υποδέχομαι,
* προσδέχομαι,
* εμπεριέχομαι,
* ανέχομαι,
* ενέχομαι,
* συνέχομαι,
* παρέχομαι,
* βρέχομαι,
* καταβρέχομαι,
* προσέχομαι,
* κατέχομαι,
* άγχομαι,
* ελέγχομαι,
* αυτοελέγχομαι,
* άρχομαι,
* ξανάρχομαι,
* έρχομαι,
* ξαναέρχομαι,
* ματαέρχομαι,
* διέρχομαι,
* περιέρχομαι,
* ανέρχομαι,
* επανέρχομαι,
* συνέρχομαι,
* εξέρχομαι,
* διεξέρχομαι,
* αντεπεξέρχομαι,
* πηγαινοέρχομαι,
* προέρχομαι,
* απέρχομαι,
* επέρχομαι,
* παρέρχομαι,
* αντιπαρέρχομαι,
* εισέρχομαι,
* υπεισέρχομαι,
* προσέρχομαι,
* κατέρχομαι,
* μετέρχομαι,
* πηγαινόρχομαι,
* ανάσχομαι,
* κατάσχομαι,
* υπόσχομαι,
* συνυπόσχομαι,
* προϋπόσχομαι,
* εύχομαι,
* απεύχομαι,
* προσεύχομαι,
* αντεύχομαι,
* ψύχομαι,
* όψομαι,
* παύομαι,
* αναπαύομαι,
* επαναπαύομαι,
* αναδύομαι,
* καταδύομαι,
* απεκδύομαι,
* αποδύομαι,
* υποδύομαι,
* βραβεύομαι,
* διακυβεύομαι,
* γεύομαι,
* μαγεύομαι,
* προγεύομαι,
* αναδεύομαι,
* πιτηδεύομαι,
* επιτηδεύομαι,
* εκπαιδεύομαι,
* μετεκπαιδεύομαι,
* παγιδεύομαι,
* αυτοπαγιδεύομαι,
* συνοδεύομαι,
* ξοδεύομαι,
* παραξοδεύομαι,
* καταξοδεύομαι,
* μπασταρδεύομαι,
* λειχουδεύομαι,
* λιχουδεύομαι,
* χαϊδεύομαι,
* αυτοκοροϊδεύομαι,
* συμμαζεύομαι,
* μαθεύομαι,
* επαληθεύομαι,
* προμηθεύομαι,
* νοθεύομαι,
* αντρειεύομαι,
* αστειεύομαι,
* δολιεύομαι,
* καταδολιεύομαι,
* αγριεύομαι,
* κυριεύομαι,
* αναδημοσιεύομαι,
* υποθηκεύομαι,
* λογικεύομαι,
* εκλογικεύομαι,
* ειδικεύομαι,
* εξειδικεύομαι,
* αποειδικεύομαι,
* εξατομικεύομαι,
* γενικεύομαι,
* θρησκεύομαι,
* μουσκεύομαι,
* τσαμπουκαλεύομαι,
* καπηλεύομαι,
* νοσηλεύομαι,
* ρεζιλεύομαι,
* σμιλεύομαι,
* εκμεταλλεύομαι,
* βολεύομαι,
* δυσκολεύομαι,
* στρογγυλεύομαι,
* ξυλεύομαι,
* βουλεύομαι,
* διαβουλεύομαι,
* επιβουλεύομαι,
* συμβουλεύομαι,
* δουλεύομαι,
* σακουλεύομαι,
* ψαχουλεύομαι,
* φειδωλεύομαι,
* νοστιμεύομαι,
* αυτοϋπονομεύομαι,
* δεσμεύομαι,
* πλανεύομαι,
* περηφανεύομαι,
* υπερηφανεύομαι,
* μηχανεύομαι,
* παραξενεύομαι,
* στενεύομαι,
* διερμηνεύομαι,
* παινεύομαι,
* αλαζονεύομαι,
* μνημονεύομαι,
* εκπορνεύομαι,
* τσιγκουνεύομαι,
* ειρωνεύομαι,
* κατειρωνεύομαι,
* συγχωνεύομαι,
* εκτοξεύομαι,
* θεραπεύομαι,
* ξαδιαντροπεύομαι,
* ρεύομαι,
* σοβαρεύομαι,
* μασκαρεύομαι,
* ψαρεύομαι,
* υδρεύομαι,
* ξεμυστηρεύομαι,
* εκμυστηρεύομαι,
* αυτοεξολοθρεύομαι,
* εχθρεύομαι,
* μαγειρεύομαι,
* ονειρεύομαι,
* διακορεύομαι,
* κοκορεύομαι,
* πορεύομαι,
* εκπορεύομαι,
* εμπορεύομαι,
* συμπορεύομαι,
* προπορεύομαι,
* γιατροπορεύομαι,
* γιατρεύομαι,
* παντρεύομαι,
* ξαναπαντρεύομαι,
* κακοπαντρεύομαι,
* καλοπαντρεύομαι,
* μικροπαντρεύομαι,
* εχτρεύομαι,
* νοικοκυρεύομαι,
* λιγουρεύομαι,
* σιγουρεύομαι,
* κουρεύομαι,
* σωρεύομαι,
* ναρκισσεύομαι,
* βατεύομαι,
* ανακατεύομαι,
* πραγματεύομαι,
* διαπραγματεύομαι,
* επαναδιαπραγματεύομαι,
* εγκρατεύομαι,
* στρατεύομαι,
* επιστρατεύομαι,
* αντιστρατεύομαι,
* συστρατεύομαι,
* διοχετεύομαι,
* παροχετεύομαι,
* κλητεύομαι,
* απογοητεύομαι,
* πολιτεύομαι,
* αντιπολιτεύομαι,
* συμπολιτεύομαι,
* ξενιτεύομαι,
* ταλαντεύομαι,
* αμφιταλαντεύομαι,
* προμαντεύομαι,
* διαφεντεύομαι,
* υποπτεύομαι,
* μνηστεύομαι,
* εμπιστεύομαι,
* σοφιστεύομαι,
* μεταφυτεύομαι,
* μετεμφυτεύομαι,
* ερωτεύομαι,
* νυμφεύομαι,
* ταριχεύομαι,
* μεταμοσχεύομαι,
* κομψεύομαι,
* αποδιαλύομαι,
* αυτοδιαλύομαι,
* αναλύομαι,
* αυτοαναλύομαι,
* αυτοκαταλύομαι,
* επιλύομαι,
* κωλύομαι,
* παρακωλύομαι,
* τανύομαι,
* αναμειγνύομαι,
* αναμιγνύομαι,
* συζευγνύομαι,
* μηνύομαι,
* επιδεικνύομαι,
* κορεννύομαι,
* εισακούομαι,
* συγκρούομαι,
* αρύομαι,
* ωρύομαι,
* φύομαι,
* αναφύομαι,
* εκφύομαι,
* συμφύομαι,
* αυτοφύομαι,
* προσφύομαι,
* ενισχύομαι,
* ρώομαι,
* απόλλυμαι,
* εκρήγνυμαι,
* ενδείκνυμαι,
* αντενδείκνυμαι,
* κρέμουμαι,
* ευλαβούμαι,
* θρομβούμαι,
* φοβούμαι,
* θορυβούμαι,
* ξεναγούμαι,
* ηγούμαι,
* καθηγούμαι,
* διηγούμαι,
* περιηγούμαι,
* εξηγούμαι,
* παρεξηγούμαι,
* προηγούμαι,
* ναυπηγούμαι,
* εισηγούμαι,
* αφηγούμαι,
* συλλογούμαι,
* δικαιολογούμαι,
* αξιολογούμαι,
* αυτοαξιολογούμαι,
* αυτοκακολογούμαι,
* πανθομολογούμαι,
* εξομολογούμαι,
* συναρμολογούμαι,
* επανασυναρμολογούμαι,
* αποσυναρμολογούμαι,
* απολογούμαι,
* ανταπολογούμαι,
* φορολογούμαι,
* πληκτρολογούμαι,
* παντρολογούμαι,
* δροσολογούμαι,
* στρατολογούμαι,
* σταχυολογούμαι,
* ψυχολογούμαι,
* ευλογούμαι,
* αυτοκαταργούμαι,
* δημιουργούμαι,
* τεχνουργούμαι,
* χειρουργούμαι,
* λειτουργούμαι,
* διεκτραγωδούμαι,
* διακωμωδούμαι,
* παρωδούμαι,
* υποχρεούμαι,
* βοηθούμαι,
* αλληλοβοηθούμαι,
* παραμυθούμαι,
* παρακολουθούμαι,
* ωθούμαι,
* συνωθούμαι,
* προωθούμαι,
* δικαιούμαι,
* απολογιούμαι,
* οικειούμαι,
* ξεδικιούμαι,
* ξαναγεννιούμαι,
* παραπονιούμαι,
* αρνιούμαι,
* απαρνιούμαι,
* αποξεχνιούμαι,
* ποιούμαι,
* μεταποιούμαι,
* περιποιούμαι,
* αντιποιούμαι,
* εκποιούμαι,
* κονσερβοποιούμαι,
* ενεργοποιούμαι,
* απενεργοποιούμαι,
* ειδοποιούμαι,
* προειδοποιούμαι,
* σελιδοποιούμαι,
* θεοποιούμαι,
* στερεοποιούμαι,
* μυθοποιούμαι,
* απομυθοποιούμαι,
* ιδιοποιούμαι,
* οικειοποιούμαι,
* μουμιοποιούμαι,
* γελοιοποιούμαι,
* αεριοποιούμαι,
* δραστηριοποιούμαι,
* κατηγοριοποιούμαι,
* περιθωριοποιούμαι,
* συμβασιοποιούμαι,
* αποστασιοποιούμαι,
* δημοσιοποιούμαι,
* κακοποιούμαι,
* τραγικοποιούμαι,
* εθνικοποιούμαι,
* ποινικοποιούμαι,
* κρατικοποιούμαι,
* πολιτικοποιούμαι,
* αστικοποιούμαι,
* ουσιαστικοποιούμαι,
* πλαστικοποιούμαι,
* οριστικοποιούμαι,
* ιδιωτικοποιούμαι,
* μεγαλοποιούμαι,
* ομαλοποιούμαι,
* απλοποιούμαι,
* υλοποιούμαι,
* επισημοποιούμαι,
* νομιμοποιούμαι,
* γονιμοποιούμαι,
* μονιμοποιούμαι,
* χρησιμοποιούμαι,
* προθυμοποιούμαι,
* στεγανοποιούμαι,
* ικανοποιούμαι,
* βαλκανοποιούμαι,
* αυτοϊκανοποιούμαι,
* αδρανοποιούμαι,
* ενοποιούμαι,
* υποκειμενοποιούμαι,
* συγκεκριμενοποιούμαι,
* διεθνοποιούμαι,
* κοινοποιούμαι,
* αποποιούμαι,
* τροποποιούμαι,
* τυποποιούμαι,
* προσωποποιούμαι,
* σταθεροποιούμαι,
* αποσταθεροποιούμαι,
* ηχηροποιούμαι,
* ισχυροποιούμαι,
* δραματοποιούμαι,
* πραγματοποιούμαι,
* αυτοπραγματοποιούμαι,
* εμπορευματοποιούμαι,
* ιδρυματοποιούμαι,
* σωματοποιούμαι,
* συνειδητοποιούμαι,
* αναισθητοποιούμαι,
* ευαισθητοποιούμαι,
* απευαισθητοποιούμαι,
* κινητοποιούμαι,
* ακινητοποιούμαι,
* ανεξαρτητοποιούμαι,
* τακτοποιούμαι,
* πολτοποιούμαι,
* παραγοντοποιούμαι,
* κονιορτοποιούμαι,
* μεγιστοποιούμαι,
* ελαχιστοποιούμαι,
* ρευστοποιούμαι,
* γνωστοποιούμαι,
* μορφοποιούμαι,
* ενοχοποιούμαι,
* ηρωοποιούμαι,
* προσποιούμαι,
* αντιμετριούμαι,
* ογκούμαι,
* διογκούμαι,
* αδικούμαι,
* εκδικούμαι,
* αντεκδικούμαι,
* κακοδιοικούμαι,
* αυτοδιοικούμαι,
* πυκνοκατοικούμαι,
* δωροδοκούμαι,
* αρκούμαι,
* βαρκούμαι,
* πολιορκούμαι,
* ασκούμαι,
* αφρουκούμαι,
* καλούμαι,
* παρακαλούμαι,
* εγκαλούμαι,
* επικαλούμαι,
* αποκαλούμαι,
* αυτοαποκαλούμαι,
* αυτοπροσκαλούμαι,
* μεταμελούμαι,
* επιμελούμαι,
* συνεπιμελούμαι,
* συντελούμαι,
* αποτελούμαι,
* ωφελούμαι,
* επωφελούμαι,
* συναθλούμαι,
* ψιλούμαι,
* ακτινοβολούμαι,
* αυτοπυροβολούμαι,
* πυρπολούμαι,
* αυτοπυρπολούμαι,
* ασχολούμαι,
* ενασχολούμαι,
* απασχολούμαι,
* υποαπασχολούμαι,
* ετεροαπασχολούμαι,
* ψευτοαπασχολούμαι,
* εξαντλούμαι,
* συλούμαι,
* εξοφλούμαι,
* ενοχλούμαι,
* παρενοχλούμαι,
* πωλούμαι,
* μεταπωλούμαι,
* μονοπωλούμαι,
* αριθμούμαι,
* μιμούμαι,
* απομιμούμαι,
* κοιμούμαι,
* παρακοιμούμαι,
* ξενοκοιμούμαι,
* φιλοτιμούμαι,
* πολεοδομούμαι,
* οικοδομούμαι,
* κληρονομούμαι,
* αυτονομούμαι,
* ευνομούμαι,
* διακοσμούμαι,
* θυμούμαι,
* αναθυμούμαι,
* ενθυμούμαι,
* καλοθυμούμαι,
* πελιδνούμαι,
* φιλοξενούμαι,
* αποξενούμαι,
* θρηνούμαι,
* αυτοεπαινούμαι,
* γαγγραινούμαι,
* περιδινούμαι,
* στροφοδινούμαι,
* κινούμαι,
* διακινούμαι,
* ανακινούμαι,
* μετακινούμαι,
* εξικνούμαι,
* ρικνούμαι,
* αφικνούμαι,
* υμνούμαι,
* εξυμνούμαι,
* αναζωογονούμαι,
* δονούμαι,
* παραπονούμαι,
* καταπονούμαι,
* αυτοχειροτονούμαι,
* αρνούμαι,
* απαρνούμαι,
* εξωνούμαι,
* τηλεφωνούμαι,
* νοούμαι,
* διανοούμαι,
* παρανοούμαι,
* αυτοκατανοούμαι,
* εννοούμαι,
* συνεννοούμαι,
* πτοούμαι,
* σταυροκοπούμαι,
* μαγνητοσκοπούμαι,
* καρπούμαι,
* επικαρπούμαι,
* λυπούμαι,
* συλλυπούμαι,
* εκπροσωπούμαι,
* στερούμαι,
* επιτηρούμαι,
* συντηρούμαι,
* αυτοσυντηρούμαι,
* αυτοκαθαιρούμαι,
* αυτοαναιρούμαι,
* εξαιρούμαι,
* προαιρούμαι,
* αφαιρούμαι,
* αυτοπαρηγορούμαι,
* κατηγορούμαι,
* αλληλοκατηγορούμαι,
* αυτοκατηγορούμαι,
* αναστορούμαι,
* ανεστορούμαι,
* κακαφορούμαι,
* εμφορούμαι,
* αυτοτιτλοφορούμαι,
* παρασημοφορούμαι,
* πληροφορούμαι,
* παραπληροφορούμαι,
* αντιμετρούμαι,
* φρουρούμαι,
* αιωρούμαι,
* τιμωρούμαι,
* αυτοτιμωρούμαι,
* ταλαιπωρούμαι,
* συγχωρούμαι,
* ισούμαι,
* μισούμαι,
* συμποσούμαι,
* λεηλατούμαι,
* ιχνηλατούμαι,
* οιστρηλατούμαι,
* ποδοπατούμαι,
* κρατούμαι,
* παρακρατούμαι,
* κατακρατούμαι,
* αυτοσυγκρατούμαι,
* αραβοκρατούμαι,
* παπαδοκρατούμαι,
* αιτιοκρατούμαι,
* γυναικοκρατούμαι,
* τουρκοκρατούμαι,
* οχλοκρατούμαι,
* δημοκρατούμαι,
* αστυνομοκρατούμαι,
* τρομοκρατούμαι,
* αμερικανοκρατούμαι,
* ξενοκρατούμαι,
* ανδροκρατούμαι,
* στρατοκρατούμαι,
* ληστοκρατούμαι,
* ποδηγετούμαι,
* ευεργετούμαι,
* χαρτοδετούμαι,
* οριοθετούμαι,
* ναρκοθετούμαι,
* νομοθετούμαι,
* τοποθετούμαι,
* ανατοποθετούμαι,
* ξανατοποθετούμαι,
* επανατοποθετούμαι,
* διευθετούμαι,
* νουθετούμαι,
* εξυπηρετούμαι,
* χειραφετούμαι,
* αμφισβητούμαι,
* ζητούμαι,
* καταζητούμαι,
* αιτούμαι,
* εξαιτούμαι,
* απαιτούμαι,
* παραιτούμαι,
* συνταξιοδοτούμαι,
* πριμοδοτούμαι,
* αποπυροδοτούμαι,
* αυτοχρηματοδοτούμαι,
* ρευματοδοτούμαι,
* αυτοτροφοδοτούμαι,
* δυσαρεστούμαι,
* ευαρεστούμαι,
* ευχαριστούμαι,
* εγγυούμαι,
* μυούμαι,
* τανυούμαι,
* διαπυούμαι,
* αυτοβιογραφούμαι,
* δακτυλογραφούμαι,
* αυτοπροσωπογραφούμαι,
* κινηματογραφούμαι,
* πλαστογραφούμαι,
* πολυγραφούμαι,
* κατηχούμαι,
* εποχούμαι,
* αναρχούμαι,
* ορχούμαι,
* γαλουχούμαι,
* ευωχούμαι,
* θεώμαι,
* αιτιώμαι,
* ογκώμαι,
* μηκώμαι,
* μυκώμαι,
* αμιλλώμαι,
* διαμιλλώμαι,
* προσκολλώμαι,
* καταπολεμώμαι,
* τιμώμαι,
* ανατιμώμαι,
* υποτιμώμαι,
* τολμώμαι,
* ορμώμαι,
* παρορμώμαι,
* αλληλοπαρορμώμαι,
* αφορμώμαι,
* πλανώμαι,
* παραπλανώμαι,
* περιπλανώμαι,
* δαπανώμαι,
* μηχανώμαι,
* διαμηχανώμαι,
* ωδινώμαι,
* κυβερνώμαι,
* αυτοκυβερνώμαι,
* ερευνώμαι,
* ακροώμαι,
* συνακροώμαι,
* διασπώμαι,
* αποσπώμαι,
* συσπώμαι,
* καταρώμαι,
* ερώμαι,
* πειρώμαι,
* αποπειρώμαι,
* καταχρώμαι,
* φωρώμαι,
* μασώμαι,
* απατώμαι,
* αυταπατώμαι,
* μελετώμαι,
* διαιτώμαι,
* ενδιαιτώμαι,
* κτώμαι,
* κατακτώμαι,
* προσκτώμαι,
* συναντώμαι,
* απαντώμαι,
* συναπαντώμαι,
* προϋπαντώμαι,
* αναρτώμαι,
* συναρτώμαι,
* εξαρτώμαι,
* αλληλοεξαρτώμαι,
* προσαρτώμαι,
* συνιστώμαι,
* ηττώμαι,
* διερωτώμαι,
* εγγυώμαι,
* τριτεγγυώμαι,
* απορροφώμαι,
* προσροφώμαι,
* αναρριχώμαι,
* καυχώμαι,
* βρυχώμαι,
description::
* τραβάω,
* σαλαγάω,
* βογγάω,
* οδηγάω,
* κυνηγάω,
* βλογάω,
* τραβολογάω,
* μολογάω,
* τσιμπολογάω,
* μπεκρολογάω,
* κορφολογάω,
* νογάω,
* λυγάω,
* μαδάω,
* κελαηδάω,
* πηδάω,
* μεταπηδάω,
* χοροπηδάω,
* υπερπηδάω,
* τσιληπουρδάω,
* τσιλημπουρδάω,
* τραγουδάω,
* κελαϊδάω,
* συμπαθάω,
* μεθάω,
* βοηθάω,
* βυθάω,
* ακολουθάω,
* λακάω,
* βογκάω,
* προγκάω,
* πελεκάω,
* νικάω,
* σκάω,
* ξεσκάω,
* βοσκάω,
* χολοσκάω,
* κουβαλάω,
* γαργαλάω,
* μαρκαλάω,
* πηλαλάω,
* πιλαλάω,
* σπαταλάω,
* χαλάω,
* γελάω,
* ξεγελάω,
* χαζογελάω,
* παιζογελάω,
* χαμογελάω,
* μιλάω,
* αγριομιλάω,
* πιπιλάω,
* πιτσιλάω,
* φιλάω,
* γλυκοφιλάω,
* τσιγκλάω,
* κολλάω,
* συγκολλάω,
* φεγγοβολάω,
* ριζοβολάω,
* τριζοβολάω,
* ροβολάω,
* σκολάω,
* αμολάω,
* ξαμολάω,
* σχολάω,
* μαυλάω,
* κυλάω,
* κατρακυλάω,
* κοπροσκυλάω,
* στραγγουλάω,
* πουλάω,
* μεταπουλάω,
* ξεπουλάω,
* στραμπουλάω,
* μασουλάω,
* τσουλάω,
* κουτσουλάω,
* μπουσουλάω,
* φυλάω,
* παραφυλάω,
* προφυλάω,
* ξοφλάω,
* γαμάω,
* πολεμάω,
* καταπολεμάω,
* κρεμάω,
* τιμάω,
* χιμάω,
* τολμάω,
* αποτολμάω,
* βαρυγκομάω,
* κονομάω,
* βρομάω,
* ορμάω,
* εξορμάω,
* λιποθυμάω,
* χυμάω,
* βαρυγκωμάω,
* βρωμάω,
* σεργιανάω,
* αποπλανάω,
* λυσσομανάω,
* πεινάω,
* κινάω,
* παρακινάω,
* ξεκινάω,
* τσινάω,
* αρχινάω,
* σκολνάω,
* σχολνάω,
* γεννάω,
* λησμονάω,
* συμπονάω,
* πολυχρονάω,
* ξυπνάω,
* κυβερνάω,
* γερνάω,
* κερνάω,
* ξερνάω,
* περνάω,
* διαπερνάω,
* κακοπερνάω,
* καλοπερνάω,
* προσπερνάω,
* γυρνάω,
* τριγυρνάω,
* λογυρνάω,
* προσκυνάω,
* κουδουνάω,
* γρατζουνάω,
* κουνάω,
* τσαμπουνάω,
* γρατσουνάω,
* συνάω,
* ξεχνάω,
* πάω,
* αγαπάω,
* τσιμπάω,
* κολυμπάω,
* ακουμπάω,
* τριζοκοπάω,
* βρομοκοπάω,
* λαμποκοπάω,
* γλεντοκοπάω,
* ζεστοκοπάω,
* σκορπάω,
* σπάω,
* ξεσπάω,
* ζουπάω,
* τρυπάω,
* ξετρυπάω,
* κτυπάω,
* χτυπάω,
* καρδιοχτυπάω,
* βαράω,
* κωλοβαράω,
* σπαρταράω,
* γκεζεράω,
* μπεζεράω,
* γκιζεράω,
* τηράω,
* φοράω,
* μετράω,
* χρονομετράω,
* γλιστράω,
* μουρμουράω,
* κατουράω,
* φτουράω,
* μαρτυράω,
* σφυράω,
* θωράω,
* χωράω,
* στεναχωράω,
* προχωράω,
* μασάω,
* κλωσσάω,
* κλοτσάω,
* φυσάω,
* κλωσάω,
* σταματάω,
* ζεματάω,
* πατάω,
* εξαπατάω,
* περπατάω,
* μελετάω,
* πετάω,
* σκαπετάω,
* αποχαιρετάω,
* ζητάω,
* κοιτάω,
* αγριοκοιτάω,
* καυλοκοιτάω,
* κρυφοκοιτάω,
* αποκτάω,
* συναντάω,
* απαντάω,
* συναπαντάω,
* γλεντάω,
* βροντάω,
* σκουντάω,
* κοτάω,
* αποκοτάω,
* βαστάω,
* χρωστάω,
* βουτάω,
* τσαλαβουτάω,
* κλουκουτάω,
* αγαναχτάω,
* αποχτάω,
* ξενυχτάω,
* συχνορωτάω,
* φωτάω,
* ψηφάω,
* απορροφάω,
* ψοφάω,
* ρουφάω,
* αγκομαχάω,
* περεχάω,
* κακοψυχάω,
* διψάω,
* δέω,
* συνδέω,
* διασυνδέω,
* ανασυνδέω,
* επανασυνδέω,
* αποσυνδέω,
* ζέω,
* θέω,
* νεωλκέω,
* προσδοκέω,
* λέω,
* ξαναλέω,
* παραλέω,
* ξελέω,
* καλολέω,
* πρωτολέω,
* πλέω,
* διαπλέω,
* αναπλέω,
* παραπλέω,
* καταπλέω,
* επιπλέω,
* περιπλέω,
* εκπλέω,
* συμπλέω,
* αποπλέω,
* εισπλέω,
* μνέω,
* ζωογονέω,
* πνέω,
* διαπνέω,
* αναπνέω,
* εκπνέω,
* εμπνέω,
* αποπνέω,
* εισπνέω,
* ξέω,
* αναξέω,
* αποξέω,
* ρέω,
* εκρέω,
* κορέω,
* διαρρέω,
* παραρρέω,
* καταρρέω,
* περιρρέω,
* απορρέω,
* συρρέω,
* εισρέω,
* παρεισφρέω,
* χέω,
* διαχέω,
* εγχέω,
* συγχέω,
* περιχέω,
* εκχέω,
* προχέω,
* καίω,
* κατακαίω,
* συγκαίω,
* επικαίω,
* υπεκκαίω,
* σιγοκαίω,
* αποκαίω,
* κρυφοκαίω,
* παλαίω,
* αντιπαλαίω,
* κλαίω,
* σιγοκλαίω,
* μυξοκλαίω,
* παίω,
* παραπαίω,
* φταίω,
* κλείω,
* εγκλείω,
* συγκλείω,
* περικλείω,
* εμπερικλείω,
* αποκλείω,
* εσωκλείω,
* σείω,
* διασείω,
* επισείω,
* αποσείω,
* εσθίω,
* κυλίω,
* μηνίω,
* ξανοίω,
* χρίω,
* επιχρίω,
* περιχρίω,
* εκτίω,
* αποτίω,
* θάβω,
* ξεθάβω,
* κάβω,
* σκάβω,
* ανασκάβω,
* κατασκάβω,
* υποσκάβω,
* ανάβω,
* ξανανάβω,
* ξανάβω,
* ράβω,
* ξενοράβω,
* σκοντάβω,
* χάβω,
* κλέβω,
* κατακλέβω,
* ξεκλέβω,
* χαρτοκλέβω,
* ρέβω,
* αλείβω,
* πασαλείβω,
* αμείβω,
* υπαμείβω,
* ανταμείβω,
* στείβω,
* θλίβω,
* καταθλίβω,
* εκθλίβω,
* συνθλίβω,
* νίβω,
* απονίβω,
* τρίβω,
* διατρίβω,
* ενδιατρίβω,
* παρατρίβω,
* εντρίβω,
* συντρίβω,
* κατασυντρίβω,
* στρίβω,
* προστρίβω,
* στίβω,
* στίλβω,
* σβω,
* κόβω,
* κατακόβω,
* ξεκόβω,
* περικόβω,
* αντικόβω,
* αβγοκόβω,
* αυγοκόβω,
* αφαλοκόβω,
* ψιλοκόβω,
* λιανοκόβω,
* αποκόβω,
* προκόβω,
* μεσοκόβω,
* πετσοκόβω,
* αντισκόβω,
* σκύβω,
* θρύβω,
* κρύβω,
* αποκρύβω,
* στύβω,
* άγω,
* διάγω,
* περιάγω,
* φυλάγω,
* διαφυλάγω,
* παραφυλάγω,
* προφυλάγω,
* ανάγω,
* επανάγω,
* ενάγω,
* συνάγω,
* περισυνάγω,
* εξάγω,
* διεξάγω,
* επανεξάγω,
* προεξάγω,
* υπεξάγω,
* προάγω,
* πάγω,
* απάγω,
* επάγω,
* υπάγω,
* παράγω,
* αναπαράγω,
* εισάγω,
* επανεισάγω,
* παρεισάγω,
* προσάγω,
* κατάγω,
* μετάγω,
* λέγω,
* διαλέγω,
* ξεδιαλέγω,
* αποδιαλέγω,
* ξαναλέγω,
* καταλέγω,
* συγκαταλέγω,
* επιλέγω,
* ξαναεπιλέγω,
* αντιλέγω,
* εκλέγω,
* επανεκλέγω,
* προεκλέγω,
* συλλέγω,
* περισυλλέγω,
* ρακοσυλλέγω,
* προλέγω,
* φλέγω,
* αναφλέγω,
* προαναφλέγω,
* περιφλέγω,
* αρμέγω,
* στρέγω,
* ψέγω,
* λήγω,
* καταλήγω,
* απολήγω,
* μπήγω,
* εμπήγω,
* καίγω,
* αποκαίγω,
* κλαίγω,
* επείγω,
* θίγω,
* τυλίγω,
* ξετυλίγω,
* περιτυλίγω,
* εκτυλίγω,
* σμίγω,
* ξανασμίγω,
* κρυφοσμίγω,
* πνίγω,
* καταπνίγω,
* αποπνίγω,
* ανοίγω,
* διανοίγω,
* ξανοίγω,
* πρωτοανοίγω,
* μισανοίγω,
* φέγγω,
* διαφέγγω,
* ξαναφέγγω,
* αντιφέγγω,
* τρεμοφέγγω,
* αχνοφέγγω,
* θαμποφέγγω,
* αστροφέγγω,
* σφίγγω,
* ξεσφίγγω,
* περισφίγγω,
* συσφίγγω,
* θέλγω,
* αμέλγω,
* στέργω,
* αποστέργω,
* μίσγω,
* ζεύγω,
* σαλεύγω,
* σιργουλεύγω,
* αρνεύγω,
* παστρεύγω,
* σουρεύγω,
* πασπατεύγω,
* ξεμιστεύγω,
* φεύγω,
* διαφεύγω,
* φοροδιαφεύγω,
* ξαναφεύγω,
* καταφεύγω,
* ξεφεύγω,
* εκφεύγω,
* υπεκφεύγω,
* αποφεύγω,
* προσφεύγω,
* ακούγω,
* φρύγω,
* αμνώγω,
* τρώγω,
* παρατρώγω,
* κατατρώγω,
* συντρώγω,
* καλοτρώγω,
* ψωμοτρώγω,
* αποτρώγω,
* γλωσσοτρώγω,
* πρωτοτρώγω,
* άδω,
* απάδω,
* δίδω,
* διαδίδω,
* αναδίδω,
* παραδίδω,
* προικοπαραδίδω,
* καταδίδω,
* μεταδίδω,
* αναμεταδίδω,
* επιδίδω,
* εκδίδω,
* επανεκδίδω,
* ενδίδω,
* αποδίδω,
* ανταποδίδω,
* προδίδω,
* καταπροδίδω,
* προσδίδω,
* καθεύδω,
* σπεύδω,
* επισπεύδω,
* διαψεύδω,
* ζω,
* χυδαΐζω,
* εκχυδαΐζω,
* καλαΐζω,
* αγλαΐζω,
* καταγλαΐζω,
* εξευρωπαΐζω,
* ραΐζω,
* εξωραΐζω,
* ταΐζω,
* καλοταΐζω,
* αρχαΐζω,
* εξαρχαΐζω,
* γιουχαΐζω,
* αθεΐζω,
* χλοΐζω,
* θροΐζω,
* βουΐζω,
* αλληλουΐζω,
* βάζω,
* διαβάζω,
* ξαναδιαβάζω,
* παραδιαβάζω,
* ματαδιαβάζω,
* περιδιαβάζω,
* ξαναβάζω,
* ανεβάζω,
* σκαμπανεβάζω,
* κατεβάζω,
* ανεβοκατεβάζω,
* διαβιβάζω,
* αναβιβάζω,
* καταβιβάζω,
* μεταβιβάζω,
* επιβιβάζω,
* μετεπιβιβάζω,
* συμβιβάζω,
* αποβιβάζω,
* υποβιβάζω,
* προβιβάζω,
* στοιβάζω,
* εμβάζω,
* προεμβάζω,
* ρεμβάζω,
* κακοβάζω,
* πρωτοβάζω,
* τυρβάζω,
* συβάζω,
* βγάζω,
* ξαναβγάζω,
* ξεβγάζω,
* πρωτοβγάζω,
* στεγάζω,
* επιστεγάζω,
* πηγάζω,
* εκπηγάζω,
* σιγάζω,
* κατασιγάζω,
* αργάζω,
* αυγάζω,
* διαυγάζω,
* περιαυγάζω,
* απαυγάζω,
* κραυγάζω,
* κατακραυγάζω,
* ζητωκραυγάζω,
* καταυγάζω,
* σφαδάζω,
* σκεδάζω,
* διασκεδάζω,
* σπουδάζω,
* αποσπουδάζω,
* συσπουδάζω,
* ιδεάζω,
* προϊδεάζω,
* δελεάζω,
* νεάζω,
* επηρεάζω,
* τζάζω,
* βιάζω,
* παραβιάζω,
* εκβιάζω,
* λεσβιάζω,
* βουβιάζω,
* γουβιάζω,
* κλουβιάζω,
* λωβιάζω,
* αγιάζω,
* καθαγιάζω,
* λαγιάζω,
* καταλαγιάζω,
* πλαγιάζω,
* ξαγιάζω,
* εξαγιάζω,
* ξεπαγιάζω,
* σφαγιάζω,
* κατασφαγιάζω,
* βγιάζω,
* πληγιάζω,
* λογιάζω,
* παραλογιάζω,
* ξελογιάζω,
* κακολογιάζω,
* καλολογιάζω,
* ρογιάζω,
* οργιάζω,
* ζυγιάζω,
* αντιζυγιάζω,
* καλοζυγιάζω,
* ισοζυγιάζω,
* ἀναφτερουγιάζω,
* χουγιάζω,
* αγωγιάζω,
* χαλβαδιάζω,
* ψεγαδιάζω,
* τυλιγαδιάζω,
* μπουγαδιάζω,
* αυθαδιάζω,
* κακαδιάζω,
* κιμαδιάζω,
* παξιμαδιάζω,
* λαπαδιάζω,
* λαμπαδιάζω,
* αραδιάζω,
* ξεπαραδιάζω,
* βραδιάζω,
* κατσαδιάζω,
* σκοταδιάζω,
* αλφαδιάζω,
* ψιλοφαδιάζω,
* ζοχαδιάζω,
* λιγδιάζω,
* χαβαλεδιάζω,
* σχεδιάζω,
* επανασχεδιάζω,
* προσχεδιάζω,
* αυτοσχεδιάζω,
* αηδιάζω,
* ιδιάζω,
* αιφνιδιάζω,
* ξιδιάζω,
* κασιδιάζω,
* προσιδιάζω,
* σκοτιδιάζω,
* ρυτιδιάζω,
* σκαφιδιάζω,
* σταφιδιάζω,
* ψιδιάζω,
* ξοδιάζω,
* παραξοδιάζω,
* καταξοδιάζω,
* πολυξοδιάζω,
* αναποδιάζω,
* κατσιποδιάζω,
* σοδιάζω,
* εσοδιάζω,
* εισοδιάζω,
* εφοδιάζω,
* ανεφοδιάζω,
* ευδιάζω,
* παγουδιάζω,
* κουκουδιάζω,
* λουλουδιάζω,
* μουδιάζω,
* ξεμουδιάζω,
* απομουδιάζω,
* χνουδιάζω,
* ευωδιάζω,
* αδειάζω,
* εκθειάζω,
* αγκειάζω,
* πλατειάζω,
* μαραζιάζω,
* ροζιάζω,
* πουζιάζω,
* κορυζιάζω,
* καλαθιάζω,
* αρμαθιάζω,
* παθιάζω,
* πονθιάζω,
* ορθιάζω,
* παραμυθιάζω,
* βρικολακιάζω,
* βουρκολακιάζω,
* βρυκολακιάζω,
* αυλακιάζω,
* λουλακιάζω,
* χοχλακιάζω,
* καμακιάζω,
* χλαπακιάζω,
* κατραπακιάζω,
* μπαμπακιάζω,
* σαρακιάζω,
* λαθρακιάζω,
* κορακιάζω,
* σακιάζω,
* αλευροσακιάζω,
* απαγκιάζω,
* μαραγκιάζω,
* ταγκιάζω,
* μυρμηγκιάζω,
* λεκιάζω,
* θηκιάζω,
* σκουληκιάζω,
* νοικιάζω,
* ενοικιάζω,
* ξενοικιάζω,
* υπενοικιάζω,
* μπιμπικιάζω,
* φρικιάζω,
* χτικιάζω,
* φλοκιάζω,
* σκιάζω,
* κατασκιάζω,
* επισκιάζω,
* αγγελοσκιάζω,
* γραμμοσκιάζω,
* υποσκιάζω,
* φωτοσκιάζω,
* μπουμπουκιάζω,
* λιάζω,
* σαραβαλιάζω,
* τσουβαλιάζω,
* αγκαλιάζω,
* κοκαλιάζω,
* φουσκαλιάζω,
* αλαλιάζω,
* σμπαραλιάζω,
* σαλιάζω,
* γλυκοσαλιάζω,
* σταλιάζω,
* ξεροσταλιάζω,
* σπαζοκεφαλιάζω,
* πονοκεφαλιάζω,
* σαψαλιάζω,
* θρυψαλιάζω,
* κορδελιάζω,
* θελιάζω,
* καραμελιάζω,
* κρουνελιάζω,
* τεμπελιάζω,
* ρελιάζω,
* κουρελιάζω,
* κατακουρελιάζω,
* κασελιάζω,
* στελιάζω,
* φελιάζω,
* ηλιάζω,
* θηλιάζω,
* προσηλιάζω,
* δειλιάζω,
* ξεκοιλιάζω,
* σοφιλιάζω,
* συφιλιάζω,
* χιλιάζω,
* στριγκλιάζω,
* μουσκλιάζω,
* πανουκλιάζω,
* αγαλλιάζω,
* αναγαλλιάζω,
* μαλλιάζω,
* αναμαλλιάζω,
* ξεμαλλιάζω,
* σουρομαλλιάζω,
* κρουσταλλιάζω,
* κρυσταλλιάζω,
* αβδελλιάζω,
* ψυλλιάζω,
* καταβολιάζω,
* εμβολιάζω,
* χεροβολιάζω,
* σβολιάζω,
* μπολιάζω,
* κουτσομπολιάζω,
* σολιάζω,
* χολιάζω,
* ξεχολιάζω,
* κοψοχολιάζω,
* σχολιάζω,
* τσιμπλιάζω,
* ξομπλιάζω,
* ουρλιάζω,
* σχετλιάζω,
* σκυλιάζω,
* κοπροσκυλιάζω,
* κομματοσκυλιάζω,
* ξυλιάζω,
* βουλιάζω,
* αναγουλιάζω,
* σακουλιάζω,
* μουλιάζω,
* τρεμουλιάζω,
* ξεπουπουλιάζω,
* καρουλιάζω,
* νερουλιάζω,
* μπεκρουλιάζω,
* χουχουλιάζω,
* καραφλιάζω,
* σκουντουφλιάζω,
* σαχλιάζω,
* μουχλιάζω,
* ξεμουχλιάζω,
* σβωλιάζω,
* φωλιάζω,
* σελεμιάζω,
* γκαντεμιάζω,
* ξελαιμιάζω,
* στραβολαιμιάζω,
* φλομιάζω,
* χλομιάζω,
* παρανομιάζω,
* περιδρομιάζω,
* θυμιάζω,
* τουλουμιάζω,
* σουσουμιάζω,
* εγκωμιάζω,
* χλωμιάζω,
* αβανιάζω,
* γανιάζω,
* καζανιάζω,
* μελανιάζω,
* μανιάζω,
* τρεμομανιάζω,
* χαρμανιάζω,
* ντουμανιάζω,
* πανιάζω,
* σαμπανιάζω,
* τουμπανιάζω,
* ντανιάζω,
* λαχανιάζω,
* ξεπαρθενιάζω,
* παραξενιάζω,
* φρενιάζω,
* γαληνιάζω,
* σπληνιάζω,
* αφηνιάζω,
* λειχηνιάζω,
* εγκαινιάζω,
* γαγγραινιάζω,
* σκοτεινιάζω,
* καμινιάζω,
* γρινιάζω,
* γκρινιάζω,
* κιτρινιάζω,
* μπουρινιάζω,
* βατσινιάζω,
* ξεκατινιάζω,
* κοφινιάζω,
* επικονιάζω,
* βελονιάζω,
* παντελονιάζω,
* μονιάζω,
* στημονιάζω,
* τιμονιάζω,
* παρατιμονιάζω,
* καδρονιάζω,
* περονιάζω,
* θρονιάζω,
* χρονιάζω,
* σεντονιάζω,
* κουρνιάζω,
* γειτνιάζω,
* κλαουνιάζω,
* καρβουνιάζω,
* πιρουνιάζω,
* σπιρουνιάζω,
* στραβομουτσουνιάζω,
* φουρτουνιάζω,
* ξαφνιάζω,
* παχνιάζω,
* αραχνιάζω,
* ξαραχνιάζω,
* βραχνιάζω,
* εξιχνιάζω,
* αρραβωνιάζω,
* ξαρραβωνιάζω,
* γωνιάζω,
* αγκωνιάζω,
* θημωνιάζω,
* ξεχειμωνιάζω,
* καταχωνιάζω,
* ξεχωνιάζω,
* μυξιάζω,
* μοιάζω,
* ομοιάζω,
* παρομοιάζω,
* προσομοιάζω,
* προσμοιάζω,
* ξεγνοιάζω,
* ξενοιάζω,
* μονοιάζω,
* ξελεπιάζω,
* νηπιάζω,
* κομπιάζω,
* πομπιάζω,
* κοπιάζω,
* υπερκοπιάζω,
* σιροπιάζω,
* σοροπιάζω,
* ντροπιάζω,
* καταντροπιάζω,
* αποτροπιάζω,
* υποτροπιάζω,
* λασπιάζω,
* σκυθρωπιάζω,
* κουβαριάζω,
* ξεκουβαριάζω,
* γαριάζω,
* λογαριάζω,
* ξαναλογαριάζω,
* ξεποδαριάζω,
* παπαριάζω,
* χαμπαριάζω,
* κουμπαριάζω,
* ανταριάζω,
* χορταριάζω,
* ξεχορταριάζω,
* ζαχαριάζω,
* συνεδριάζω,
* υποχονδριάζω,
* συμπεθεριάζω,
* ελευθεριάζω,
* χολεριάζω,
* μεριάζω,
* λημεριάζω,
* μεσημεριάζω,
* ξεμεσημεριάζω,
* φτεριάζω,
* χεριάζω,
* καταχεριάζω,
* ξεχεριάζω,
* καθετηριάζω,
* ευρετηριάζω,
* δηλητηριάζω,
* πλειστηριάζω,
* αναπλειστηριάζω,
* εκπλειστηριάζω,
* καυτηριάζω,
* ακρωτηριάζω,
* αιθριάζω,
* ερυθριάζω,
* καλοκαιριάζω,
* ξεκαλοκαιριάζω,
* ταιριάζω,
* συνταιριάζω,
* ξεχειριάζω,
* ψειριάζω,
* κακομοιριάζω,
* κοριάζω,
* σποριάζω,
* ξεσποριάζω,
* φατριάζω,
* μετριάζω,
* υποχοντριάζω,
* γαυριάζω,
* ταυριάζω,
* νευριάζω,
* μυριάζω,
* σαβουριάζω,
* πατσαβουριάζω,
* ζουριάζω,
* μπουζουριάζω,
* σκουριάζω,
* κατασκουριάζω,
* ξεσκουριάζω,
* κουλουριάζω,
* μανουριάζω,
* πουριάζω,
* καμπουριάζω,
* μαστουριάζω,
* σπυριάζω,
* ενεχυριάζω,
* ξεθωριάζω,
* σωριάζω,
* επιχωριάζω,
* ψωριάζω,
* σιάζω,
* δεκαπλασιάζω,
* πολλαπλασιάζω,
* εξαπλασιάζω,
* τετραπλασιάζω,
* οκταπλασιάζω,
* πενταπλασιάζω,
* οχταπλασιάζω,
* διπλασιάζω,
* αναδιπλασιάζω,
* τριπλασιάζω,
* στασιάζω,
* εκστασιάζω,
* κοψομεσιάζω,
* πλησιάζω,
* ισιάζω,
* αφροδισιάζω,
* συμποσιάζω,
* λυσσιάζω,
* γατσιάζω,
* κατσιάζω,
* πετσιάζω,
* γλιτσιάζω,
* θυσιάζω,
* ενθουσιάζω,
* κατενθουσιάζω,
* εξουσιάζω,
* κατεξουσιάζω,
* απουσιάζω,
* παρουσιάζω,
* συμπαρουσιάζω,
* εντυπωσιάζω,
* βαρβατιάζω,
* ματιάζω,
* δεματιάζω,
* ξεματιάζω,
* κομματιάζω,
* κουβεντιάζω,
* γλυκοκουβεντιάζω,
* ψιλοκουβεντιάζω,
* ξεδοντιάζω,
* ριζοδοντιάζω,
* πουντιάζω,
* υπτιάζω,
* εστιάζω,
* ξεμπροστιάζω,
* κουρκουτιάζω,
* μπαλαμουτιάζω,
* μπαρουτιάζω,
* φαφουτιάζω,
* χουφτιάζω,
* σταχτιάζω,
* φουχτιάζω,
* λαφιάζω,
* αλαφιάζω,
* ελαφιάζω,
* μπαφιάζω,
* ενταφιάζω,
* συννεφιάζω,
* ξεσυννεφιάζω,
* ξεγοφιάζω,
* συντροφιάζω,
* κατσουφιάζω,
* χιάζω,
* ταμαχιάζω,
* στομαχιάζω,
* κακοστομαχιάζω,
* βαρυστομαχιάζω,
* ξεμοναχιάζω,
* τεμπηχιάζω,
* ανατριχιάζω,
* εκτροχιάζω,
* νυχιάζω,
* ξενυχιάζω,
* κωχιάζω,
* υποψιάζω,
* αναγκάζω,
* πειθαναγκάζω,
* εξαναγκάζω,
* καταναγκάζω,
* ψυχαναγκάζω,
* δεκάζω,
* ρεκάζω,
* ψεκάζω,
* εμψεκάζω,
* δικάζω,
* καταδικάζω,
* επιδικάζω,
* εκδικάζω,
* συνδικάζω,
* προδικάζω,
* εικάζω,
* προεικάζω,
* απεικάζω,
* σαρκάζω,
* σκάζω,
* πασκάζω,
* ξεσκάζω,
* χολοσκάζω,
* λευκάζω,
* μηρυκάζω,
* αναμηρυκάζω,
* αλαλάζω,
* μαλάζω,
* σταλάζω,
* κατασταλάζω,
* ενσταλάζω,
* αποσταλάζω,
* βελάζω,
* προσπελάζω,
* θηλάζω,
* αποθηλάζω,
* αλλάζω,
* συναλλάζω,
* ξαλλάζω,
* παραλλάζω,
* μεταλλάζω,
* ανταλλάζω,
* κολάζω,
* σκολάζω,
* επιπολάζω,
* σχολάζω,
* μπλάζω,
* παφλάζω,
* κοχλάζω,
* χοχλάζω,
* δαμάζω,
* καταδαμάζω,
* θαμάζω,
* ρημάζω,
* διαχειμάζω,
* παραχειμάζω,
* ξεχειμάζω,
* δοκιμάζω,
* ξαναδοκιμάζω,
* επιδοκιμάζω,
* αποδοκιμάζω,
* πρωτοδοκιμάζω,
* λιμάζω,
* ετοιμάζω,
* προετοιμάζω,
* φριμάζω,
* ωριμάζω,
* παραωριμάζω,
* συνωριμάζω,
* υπερωριμάζω,
* ατιμάζω,
* ακμάζω,
* παρακμάζω,
* παρανομάζω,
* ονομάζω,
* επονομάζω,
* παρονομάζω,
* προσονομάζω,
* κατονομάζω,
* μετονομάζω,
* τρομάζω,
* κατατρομάζω,
* γουρμάζω,
* θαυμάζω,
* αποθαυμάζω,
* φρουμάζω,
* στενάζω,
* αναστενάζω,
* βαριαναστενάζω,
* μυριαναστενάζω,
* συχναναστενάζω,
* πικραναστενάζω,
* τινάζω,
* ανατινάζω,
* ξετινάζω,
* αποτινάζω,
* λιμνάζω,
* γυμνάζω,
* εκγυμνάζω,
* προγυμνάζω,
* πλεονάζω,
* μονάζω,
* κατευνάζω,
* συνάζω,
* συχνάζω,
* φωνάζω,
* παραφωνάζω,
* βροντοφωνάζω,
* δοξάζω,
* κοάζω,
* χλοάζω,
* χνοάζω,
* σκεπάζω,
* κατασκεπάζω,
* ξεσκεπάζω,
* αποσκεπάζω,
* ξιπάζω,
* καλπάζω,
* μπάζω,
* σκαμπάζω,
* κομπάζω,
* κοπάζω,
* αρπάζω,
* διαρπάζω,
* περιαρπάζω,
* αναρπάζω,
* συναρπάζω,
* αφαρπάζω,
* υφαρπάζω,
* σπάζω,
* ξεσπάζω,
* τυπάζω,
* σκυθρωπάζω,
* μυωπάζω,
* αράζω,
* σπαράζω,
* κατασπαράζω,
* προσαράζω,
* ταράζω,
* διαταράζω,
* αναταράζω,
* καταταράζω,
* συνταράζω,
* χαράζω,
* διαχαράζω,
* αναχαράζω,
* παραχαράζω,
* περιχαράζω,
* βράζω,
* αναβράζω,
* ξαναβράζω,
* παραβράζω,
* ξεβράζω,
* εκβράζω,
* σιγοβράζω,
* καλοβράζω,
* αποβράζω,
* νεροβράζω,
* κουφοβράζω,
* εδράζω,
* γεράζω,
* παραγεράζω,
* συγκεράζω,
* υπερκεράζω,
* πειράζω,
* μοιράζω,
* διαμοιράζω,
* ξαναμοιράζω,
* ισομοιράζω,
* κράζω,
* ανακράζω,
* αγοράζω,
* επαναγοράζω,
* εξαγοράζω,
* προαγοράζω,
* κουράζω,
* κατακουράζω,
* ξεκουράζω,
* φράζω,
* παραφράζω,
* μεταφράζω,
* ξεφράζω,
* περιφράζω,
* εκφράζω,
* αποφράζω,
* ἀράζω,
* σάζω,
* ισάζω,
* λυσσάζω,
* τάζω,
* διατάζω,
* ετάζω,
* εξετάζω,
* επανεξετάζω,
* συνεξετάζω,
* ακριβοεξετάζω,
* καλοεξετάζω,
* αντεξετάζω,
* καλοξετάζω,
* κοιτάζω,
* στραβοκοιτάζω,
* αγριοκοιτάζω,
* γλυκοκοιτάζω,
* καλοκοιτάζω,
* ξενοκοιτάζω,
* λοξοκοιτάζω,
* κρυφοκοιτάζω,
* πλαντάζω,
* παθοπλαντάζω,
* τραντάζω,
* φαντάζω,
* ποτάζω,
* καθυποτάζω,
* εορτάζω,
* συνεορτάζω,
* γιορτάζω,
* στάζω,
* βαστάζω,
* υποβαστάζω,
* διστάζω,
* επιστάζω,
* αποστάζω,
* προστάζω,
* προνευστάζω,
* νυστάζω,
* παρανυστάζω,
* ξενυστάζω,
* υπονυστάζω,
* κυττάζω,
* συνδυάζω,
* ανασυνδυάζω,
* σκευάζω,
* διασκευάζω,
* ανασκευάζω,
* παρασκευάζω,
* προπαρασκευάζω,
* κατασκευάζω,
* ανακατασκευάζω,
* προκατασκευάζω,
* πρωτοκατασκευάζω,
* μετασκευάζω,
* επισκευάζω,
* συσκευάζω,
* αποσυσκευάζω,
* χλευάζω,
* ομπυάζω,
* φρυάζω,
* σταχυάζω,
* ξεσταχυάζω,
* στομφάζω,
* μορφάζω,
* σφάζω,
* κατασφάζω,
* λουφάζω,
* καγχάζω,
* ρεγχάζω,
* διχάζω,
* τροχάζω,
* σχάζω,
* πασχάζω,
* κατασχάζω,
* ισχάζω,
* ησυχάζω,
* καθησυχάζω,
* εφησυχάζω,
* επωάζω,
* πιέζω,
* καταπιέζω,
* εκπιέζω,
* συμπιέζω,
* αποσυμπιέζω,
* εισπιέζω,
* μεταμφιέζω,
* τέζω,
* χέζω,
* παραχέζω,
* καταχέζω,
* ξεχέζω,
* πήζω,
* μπήζω,
* πρήζω,
* χρήζω,
* παίζω,
* περιπαίζω,
* αναμπαίζω,
* εμπαίζω,
* ανεμπαίζω,
* χαρτοπαίζω,
* βαβίζω,
* γκαβίζω,
* συλλαβίζω,
* μπλαβίζω,
* εκσλαβίζω,
* αραβίζω,
* εξαραβίζω,
* στραβίζω,
* φλεβίζω,
* τιτιβίζω,
* γλυκοτιτιβίζω,
* κολεκτιβίζω,
* βομβίζω,
* φοβίζω,
* εκφοβίζω,
* φλοισβίζω,
* κυβίζω,
* εγκλωβίζω,
* απεγκλωβίζω,
* βαγίζω,
* πελαγίζω,
* σελαγίζω,
* ραγίζω,
* σφραγίζω,
* ξεσφραγίζω,
* επισφραγίζω,
* αποσφραγίζω,
* σαγίζω,
* ταγίζω,
* πλαταγίζω,
* αλλαξοφαγίζω,
* γαβγίζω,
* 'γγίζω,
* αγγίζω,
* υπερφαλαγγίζω,
* στραγγίζω,
* αποστραγγίζω,
* ταγγίζω,
* μεταγγίζω,
* εγγίζω,
* στλεγγίζω,
* προσεγγίζω,
* φεγγίζω,
* αντιφεγγίζω,
* σπογγίζω,
* σφουγγίζω,
* λαρυγγίζω,
* καταλογίζω,
* αντιλογίζω,
* εξορθολογίζω,
* υπολογίζω,
* συνυπολογίζω,
* προϋπολογίζω,
* προλογίζω,
* φλογίζω,
* οργίζω,
* εξοργίζω,
* παροργίζω,
* ζυγίζω,
* αντιζυγίζω,
* καλοζυγίζω,
* ισοζυγίζω,
* λυγίζω,
* φτερουγίζω,
* ἀναφτερουγίζω,
* πτερυγίζω,
* ἀναπτερυγίζω,
* παραγωγίζω,
* βαδίζω,
* βαβαδίζω,
* συμβαδίζω,
* προβαδίζω,
* ξεπροβαδίζω,
* καβγαδίζω,
* κλαδίζω,
* διακλαδίζω,
* ανακλαδίζω,
* ραβδίζω,
* κεκεδίζω,
* σπεδίζω,
* μηδίζω,
* ονειδίζω,
* εξονειδίζω,
* ψαλιδίζω,
* παιγνιδίζω,
* παιχνιδίζω,
* υβριδίζω,
* ιριδίζω,
* προπαγανδίζω,
* προβοδίζω,
* ξεπροβοδίζω,
* ποδίζω,
* ανδραποδίζω,
* εξανδραποδίζω,
* τετραποδίζω,
* διποδίζω,
* πλαγιοδιποδίζω,
* τριποδίζω,
* μποδίζω,
* εμποδίζω,
* παρεμποδίζω,
* ορθοποδίζω,
* πλαγιοποδίζω,
* ροδίζω,
* βομβαρδίζω,
* βαριοκαρδίζω,
* κακοκαρδίζω,
* καλοκαρδίζω,
* χτυποκαρδίζω,
* πικροκαρδίζω,
* βαρυκαρδίζω,
* κερδίζω,
* ξανακερδίζω,
* πορδίζω,
* χορδίζω,
* καβουρδίζω,
* κουρδίζω,
* ξεκουρδίζω,
* τσιληπουρδίζω,
* τσιλημπουρδίζω,
* τσιλιμπουρδίζω,
* απαυδίζω,
* τσευδίζω,
* ψευδίζω,
* αρκουδίζω,
* πεταλουδίζω,
* λουλουδίζω,
* ξεφλουδίζω,
* μαϊμουδίζω,
* μωρουδίζω,
* σουσουδίζω,
* δανείζω,
* αντιδανείζω,
* ρακιτζίζω,
* καθίζω,
* ανακαθίζω,
* κατακαθίζω,
* επικαθίζω,
* πρωτοκαθίζω,
* ορμαθίζω,
* σπαθίζω,
* διασπαθίζω,
* εθίζω,
* ερεθίζω,
* εξερεθίζω,
* συνηθίζω,
* κακοσυνηθίζω,
* καλοσυνηθίζω,
* αποστηθίζω,
* σπιθίζω,
* ανθίζω,
* διανθίζω,
* ξανανθίζω,
* ξανθίζω,
* απανθίζω,
* γρονθίζω,
* βυθίζω,
* καταβυθίζω,
* καταβροχθίζω,
* πιδακίζω,
* κορδακίζω,
* παιδιακίζω,
* οιακίζω,
* κακίζω,
* λακίζω,
* προπηλακίζω,
* αυλακίζω,
* βουρβουλακίζω,
* φυλακίζω,
* αποφυλακίζω,
* προφυλακίζω,
* κοχλακίζω,
* χοχλακίζω,
* καμακίζω,
* κανακίζω,
* φενακίζω,
* σκορακίζω,
* αποσκορακίζω,
* εξοστρακίζω,
* αποστρακίζω,
* εποστρακίζω,
* θωρακίζω,
* ενσακίζω,
* τσακίζω,
* κατατσακίζω,
* ψιττακίζω,
* ρωτακίζω,
* ταγκίζω,
* βογκίζω,
* προγκίζω,
* πελεκίζω,
* μπεμπεκίζω,
* τουφεκίζω,
* ντουφεκίζω,
* πιθηκίζω,
* οικίζω,
* σολοικίζω,
* συνοικίζω,
* ανασυνοικίζω,
* εξοικίζω,
* αποικίζω,
* εποικίζω,
* προικίζω,
* κατοικίζω,
* μετοικίζω,
* κλασικίζω,
* καμτσικίζω,
* καμουτσικίζω,
* δημοτικίζω,
* σχολαστικίζω,
* αττικίζω,
* εκδυτικίζω,
* ενσακκίζω,
* εκκοκκίζω,
* τοκίζω,
* ανατοκίζω,
* εκτοκίζω,
* ορκίζω,
* ξορκίζω,
* εξορκίζω,
* εκτουρκίζω,
* φουρκίζω,
* σκίζω,
* πασκίζω,
* κατασκίζω,
* ξεσκίζω,
* καταξεσκίζω,
* αποξεσκίζω,
* αποσκίζω,
* φουσκίζω,
* γλυκίζω,
* χαστουκίζω,
* λαϊκίζω,
* βαβαλίζω,
* κυμβαλίζω,
* αποσκυβαλίζω,
* παπαγαλίζω,
* στραγγαλίζω,
* γαργαλίζω,
* τρωγαλίζω,
* σκανδαλίζω,
* ζαλίζω,
* παραζαλίζω,
* ξεζαλίζω,
* σιαλίζω,
* ξεκοκαλίζω,
* φροκαλίζω,
* πορτοκαλίζω,
* μαρκαλίζω,
* σκαλίζω,
* ξεμασκαλίζω,
* ξεσκαλίζω,
* βαυκαλίζω,
* χαλαλίζω,
* δαμαλίζω,
* αναδαμαλίζω,
* ομαλίζω,
* εξομαλίζω,
* οπαλίζω,
* πασπαλίζω,
* αλευροπασπαλίζω,
* αντραλίζω,
* μαϊστραλίζω,
* γλυκοσαλίζω,
* σπαταλίζω,
* σκανταλίζω,
* κροταλίζω,
* σταλίζω,
* γυαλίζω,
* ξεμυαλίζω,
* αποκεφαλίζω,
* σφαλίζω,
* ασφαλίζω,
* διασφαλίζω,
* εξασφαλίζω,
* προασφαλίζω,
* απασφαλίζω,
* κατασφαλίζω,
* αντασφαλίζω,
* ψιχαλίζω,
* ροχαλίζω,
* καψαλίζω,
* γαβλίζω,
* σταβλίζω,
* σουβλίζω,
* αγγλίζω,
* εξαγγλίζω,
* βιγλίζω,
* τριβελίζω,
* οβελίζω,
* εξοβελίζω,
* διασκελίζω,
* δρασκελίζω,
* υποσκελίζω,
* ισοσκελίζω,
* υπερσκελίζω,
* διαμελίζω,
* ευτελίζω,
* ξευτελίζω,
* εξευτελίζω,
* ἐξευτελίζω,
* ξεφτελίζω,
* πτυελίζω,
* παραλληλίζω,
* στρουθοκαμηλίζω,
* τραχηλίζω,
* στροβιλίζω,
* ξεχειλίζω,
* εκχειλίζω,
* υπερεκχειλίζω,
* υπερχειλίζω,
* πιπιλίζω,
* σκαμπιλίζω,
* μπιρμπιλίζω,
* τορπιλίζω,
* πιτσιλίζω,
* ξεφιτιλίζω,
* ξεφτιλίζω,
* στριγκλίζω,
* τσιγκλίζω,
* γκουγκλίζω,
* τρεκλίζω,
* τρικλίζω,
* γαλλίζω,
* ψελλίζω,
* γρυλλίζω,
* φυλλίζω,
* ξεφυλλίζω,
* ψυλλίζω,
* διαολίζω,
* βολίζω,
* αναβολίζω,
* καταβολίζω,
* μεταβολίζω,
* διβολίζω,
* τριβολίζω,
* εμβολίζω,
* διεμβολίζω,
* συμβολίζω,
* ακροβολίζω,
* ηχοβολίζω,
* ξεσκολίζω,
* προσανατολίζω,
* αναπροσανατολίζω,
* αποπροσανατολίζω,
* στολίζω,
* ξεστολίζω,
* πιστολίζω,
* ανθοστολίζω,
* σημαιοστολίζω,
* νεκροστολίζω,
* χρυσοστολίζω,
* νυφοστολίζω,
* οπλίζω,
* εξοπλίζω,
* παροπλίζω,
* αφοπλίζω,
* εφοπλίζω,
* τσιρλίζω,
* βουρλίζω,
* υποτιτλίζω,
* συνδαυλίζω,
* υποδαυλίζω,
* συδαυλίζω,
* μαυλίζω,
* ξεμαυλίζω,
* εκμαυλίζω,
* τραυλίζω,
* σουραυλίζω,
* συνταυλίζω,
* εκφαυλίζω,
* διυλίζω,
* ματοκυλίζω,
* αιματοκυλίζω,
* ξυλίζω,
* βουλίζω,
* στραγγουλίζω,
* ζουλίζω,
* στραμπουλίζω,
* μασουλίζω,
* κουτσουλίζω,
* μπουσουλίζω,
* στρατουλίζω,
* κουτουλίζω,
* χουχουλίζω,
* γρυλίζω,
* εκφυλίζω,
* εκχυλίζω,
* τσουρουφλίζω,
* καλαμίζω,
* παλαμίζω,
* εξισλαμίζω,
* χαραμίζω,
* εμίζω,
* γεμίζω,
* ξαναγεμίζω,
* παραγεμίζω,
* απογεμίζω,
* σελεμίζω,
* ανεμίζω,
* διανεμίζω,
* ξανεμίζω,
* εξανεμίζω,
* ηρεμίζω,
* γκρεμίζω,
* ασκημίζω,
* διαφημίζω,
* δυσφημίζω,
* ασχημίζω,
* διαβαθμίζω,
* αναβαθμίζω,
* υποβαθμίζω,
* σταθμίζω,
* αντισταθμίζω,
* υπεραντισταθμίζω,
* ζυγοσταθμίζω,
* ισοσταθμίζω,
* αριθμίζω,
* ρυθμίζω,
* διαρρυθμίζω,
* αναρρυθμίζω,
* μεταρρυθμίζω,
* απορρυθμίζω,
* κοιμίζω,
* αποκοιμίζω,
* νοστιμίζω,
* χιμίζω,
* λικμίζω,
* ενοφθαλμίζω,
* διαγραμμίζω,
* υπογραμμίζω,
* ευθυγραμμίζω,
* σοδομίζω,
* γιομίζω,
* παραγιομίζω,
* κομίζω,
* διακομίζω,
* μετακομίζω,
* διαμετακομίζω,
* συγκομίζω,
* αποκομίζω,
* συναποκομίζω,
* εισκομίζω,
* προσκομίζω,
* νομίζω,
* πολυνομίζω,
* βρομίζω,
* καταβρομίζω,
* ξεβρομίζω,
* ξεστομίζω,
* εκστομίζω,
* διαρμίζω,
* φθειαρμίζω,
* φταρμίζω,
* ορμίζω,
* μεθορμίζω,
* προσορμίζω,
* αφορμίζω,
* κακοφορμίζω,
* χλωροφορμίζω,
* θεσμίζω,
* ατμίζω,
* εξατμίζω,
* θυμίζω,
* αναθυμίζω,
* ξαναθυμίζω,
* ενθυμίζω,
* υπενθυμίζω,
* τρικυμίζω,
* γλυμίζω,
* διαγουμίζω,
* ξεζουμίζω,
* πλουμίζω,
* χρυσοπλουμίζω,
* πρυμίζω,
* ψωμίζω,
* λιβανίζω,
* αλβανίζω,
* γαλβανίζω,
* παγανίζω,
* τραγανίζω,
* τηγανίζω,
* ξεροτηγανίζω,
* φρυγανίζω,
* ροδανίζω,
* νεανίζω,
* παιανίζω,
* σεργιανίζω,
* λιανίζω,
* ασιανίζω,
* εκχριστιανίζω,
* ογκανίζω,
* μουγκανίζω,
* αμερικανίζω,
* εξαμερικανίζω,
* ροκανίζω,
* μουκανίζω,
* ταλανίζω,
* πλανίζω,
* μανίζω,
* πανίζω,
* δρεπανίζω,
* μπανίζω,
* καμπανίζω,
* τουμπανίζω,
* τυμπανίζω,
* διατυμπανίζω,
* αποτυμπανίζω,
* κοπανίζω,
* σπανίζω,
* τρυπανίζω,
* τσουγκρανίζω,
* δικρανίζω,
* αντρανίζω,
* αναντρανίζω,
* βασανίζω,
* καταβασανίζω,
* κριτσανίζω,
* βοτανίζω,
* ξεβοτανίζω,
* πουτανίζω,
* αφανίζω,
* εξαφανίζω,
* εμφανίζω,
* επανεμφανίζω,
* ορφανίζω,
* απορφανίζω,
* χαχανίζω,
* εκμηχανίζω,
* εκβιομηχανίζω,
* αποβιομηχανίζω,
* αγνίζω,
* καθαγνίζω,
* εξαγνίζω,
* εξευγενίζω,
* μηδενίζω,
* εκμηδενίζω,
* εξασθενίζω,
* δεξαμενίζω,
* ελλιμενίζω,
* αρμενίζω,
* ψηλαρμενίζω,
* εξευμενίζω,
* ξενίζω,
* ατενίζω,
* ενατενίζω,
* κτενίζω,
* χτενίζω,
* αποχτενίζω,
* ρεφενίζω,
* ελληνίζω,
* εξελληνίζω,
* αφελληνίζω,
* σαφηνίζω,
* διασαφηνίζω,
* αποσαφηνίζω,
* ανακαινίζω,
* κοκκινίζω,
* κατακοκκινίζω,
* ροδοκοκκινίζω,
* ξεροκοκκινίζω,
* πυροκοκκινίζω,
* αναψοκοκκινίζω,
* κοσκινίζω,
* ψιλοκοσκινίζω,
* αλευροκοσκινίζω,
* ξινίζω,
* περισχοινίζω,
* ρινίζω,
* διευκρινίζω,
* κιτρινίζω,
* κατακιτρινίζω,
* ασπροκιτρινίζω,
* πρασινίζω,
* κατινίζω,
* λατινίζω,
* διακτινίζω,
* αρχινίζω,
* πρωταρχινίζω,
* κνίζω,
* λικνίζω,
* τσικνίζω,
* καλοσκαμνίζω,
* κρημνίζω,
* κατακρημνίζω,
* τυραννίζω,
* ηδονίζω,
* εκσφενδονίζω,
* οζονίζω,
* ιονίζω,
* καταιονίζω,
* πριονίζω,
* αφιονίζω,
* χιονίζω,
* εκχιονίζω,
* ακονίζω,
* ματσακονίζω,
* εικονίζω,
* εξεικονίζω,
* απεικονίζω,
* σκονίζω,
* κατασκονίζω,
* ξεσκονίζω,
* κλονίζω,
* συγκλονίζω,
* δαιμονίζω,
* ευδαιμονίζω,
* εναρμονίζω,
* κανονίζω,
* διακανονίζω,
* μακαρονίζω,
* εκθρονίζω,
* ενθρονίζω,
* σωφρονίζω,
* χρονίζω,
* αναχρονίζω,
* συγχρονίζω,
* εκσυγχρονίζω,
* αποσυγχρονίζω,
* κακοχρονίζω,
* καλοχρονίζω,
* ετεροχρονίζω,
* υπερχρονίζω,
* πολυχρονίζω,
* τονίζω,
* παρατονίζω,
* σφεντονίζω,
* συντονίζω,
* αποσυντονίζω,
* υποτονίζω,
* προτονίζω,
* υπερτονίζω,
* πολυτονίζω,
* απαγχονίζω,
* καπνίζω,
* ξεκαπνίζω,
* μαλαμοκαπνίζω,
* μαλαματοκαπνίζω,
* αφυπνίζω,
* σβαρνίζω,
* σκεπαρνίζω,
* μοντερνίζω,
* εκμοντερνίζω,
* φουρνίζω,
* ξεφουρνίζω,
* αποφουρνίζω,
* καρβουνίζω,
* κουδουνίζω,
* γρατζουνίζω,
* ζουζουνίζω,
* ρουθουνίζω,
* λαγκουνίζω,
* κομουνίζω,
* σαπουνίζω,
* τσαμπουνίζω,
* μπουμπουνίζω,
* σπιρουνίζω,
* τσαγκρουνίζω,
* γουρουνίζω,
* γρατσουνίζω,
* πουσουνίζω,
* ρουχουνίζω,
* ξαφνίζω,
* σταφνίζω,
* αχνίζω,
* γιαχνίζω,
* εξαχνίζω,
* ξεψαχνίζω,
* λιχνίζω,
* απολιχνίζω,
* τετραγωνίζω,
* κωδωνίζω,
* συγκωδωνίζω,
* ρωθωνίζω,
* διαιωνίζω,
* προοιωνίζω,
* λακωνίζω,
* παραγκωνίζω,
* αλωνίζω,
* τελωνίζω,
* εκτελωνίζω,
* στρατωνίζω,
* ξεφωνίζω,
* ψωνίζω,
* αξίζω,
* αθροίζω,
* συναθροίζω,
* αγαπίζω,
* ραπίζω,
* σαπίζω,
* αποσαπίζω,
* τσαπίζω,
* ξελεπίζω,
* απολεπίζω,
* ευπρεπίζω,
* ευτρεπίζω,
* πιπίζω,
* ριπίζω,
* αναρριπίζω,
* σαλπίζω,
* ελπίζω,
* απελπίζω,
* θαμπίζω,
* ξεκαμπίζω,
* αντιλαμπίζω,
* στουμπίζω,
* σκολοπίζω,
* ανασκολοπίζω,
* αντιρροπίζω,
* κατατοπίζω,
* μετατοπίζω,
* εκτοπίζω,
* εντοπίζω,
* αρπίζω,
* καρπίζω,
* σκορπίζω,
* διασκορπίζω,
* κατασκορπίζω,
* συνασπίζω,
* προασπίζω,
* υπερασπίζω,
* θεσπίζω,
* ζουπίζω,
* σκουπίζω,
* καλλωπίζω,
* μωλωπίζω,
* κακανθρωπίζω,
* εξανθρωπίζω,
* αντιμετωπίζω,
* βαρβαρίζω,
* εκβαρβαρίζω,
* λαγαρίζω,
* ξελαγαρίζω,
* μαγαρίζω,
* ξεμαγαρίζω,
* σφουγγαρίζω,
* τσιγαρίζω,
* γαργαρίζω,
* ζευγαρίζω,
* ζαρίζω,
* καθαρίζω,
* ξεκαθαρίζω,
* εκκαθαρίζω,
* κιθαρίζω,
* κριθαρίζω,
* παιδιαρίζω,
* παιχνιδιαρίζω,
* σαλιαρίζω,
* ταλιαρίζω,
* σφαλιαρίζω,
* μπανιαρίζω,
* κακαρίζω,
* μακαρίζω,
* γκαρίζω,
* πικαρίζω,
* σκαρίζω,
* χασκαρίζω,
* αντηλαρίζω,
* κολλαρίζω,
* σαχλαμαρίζω,
* ξημαρίζω,
* λαναρίζω,
* ροζοναρίζω,
* δοξαρίζω,
* χαμπαρίζω,
* φοδραρίζω,
* φοντραρίζω,
* κρησαρίζω,
* λουσαρίζω,
* στραταρίζω,
* πεταρίζω,
* σαρανταρίζω,
* πενηνταρίζω,
* λεονταρίζω,
* σπαρταρίζω,
* βατταρίζω,
* λαχταρίζω,
* ταχταρίζω,
* φτυαρίζω,
* βλεφαρίζω,
* ισοφαρίζω,
* χαρίζω,
* μπαχαρίζω,
* βρίζω,
* αλληλοβρίζω,
* σκυλοβρίζω,
* υβρίζω,
* καθυβρίζω,
* περιυβρίζω,
* εξυβρίζω,
* ξαγγρίζω,
* φεγγρίζω,
* κυλινδρίζω,
* ερίζω,
* αερίζω,
* εξαερίζω,
* φοβερίζω,
* βεγγερίζω,
* γκεζερίζω,
* μπεζερίζω,
* γκιζερίζω,
* θερίζω,
* παραθερίζω,
* πρωιμοθερίζω,
* αλωνοθερίζω,
* αποθερίζω,
* αγουροθερίζω,
* χλωροθερίζω,
* μπεγλερίζω,
* μερίζω,
* διαμερίζω,
* αναμερίζω,
* παραμερίζω,
* καταμερίζω,
* καλημερίζω,
* επιμερίζω,
* ξενερίζω,
* πιπερίζω,
* μπερμπερίζω,
* καλησπερίζω,
* τερερίζω,
* κτερίζω,
* ξεντερίζω,
* επαμφοτερίζω,
* καταστερίζω,
* αριστερίζω,
* νεωτερίζω,
* καταχερίζω,
* σπινθηρίζω,
* ξεκληρίζω,
* σκληρίζω,
* χαρακτηρίζω,
* αποχαρακτηρίζω,
* μυκτηρίζω,
* στηρίζω,
* αντιστηρίζω,
* υποστηρίζω,
* πολυκαιρίζω,
* φθειρίζω,
* εγχειρίζω,
* ξεχειρίζω,
* προχειρίζω,
* ψειρίζω,
* ξεψειρίζω,
* φαλιρίζω,
* τσιρίζω,
* τσιτσιρίζω,
* μπατιρίζω,
* σατιρίζω,
* σιχτιρίζω,
* φισφιρίζω,
* ψιψιρίζω,
* ξακρίζω,
* μουγκρίζω,
* τσουγκρίζω,
* πικρίζω,
* αντικρίζω,
* ορίζω,
* ζορίζω,
* καθορίζω,
* επανακαθορίζω,
* επικαθορίζω,
* προκαθορίζω,
* αυτοκαθορίζω,
* φθορίζω,
* διορίζω,
* επαναδιορίζω,
* προσδιορίζω,
* επαναπροσδιορίζω,
* περιορίζω,
* κοκορίζω,
* εξορίζω,
* προορίζω,
* πορίζω,
* προσπορίζω,
* καλωσορίζω,
* στορίζω,
* ιστορίζω,
* αφορίζω,
* διαφορίζω,
* ανηφορίζω,
* κατηφορίζω,
* αποσυμφορίζω,
* φωσφορίζω,
* γαμπρίζω,
* κοπρίζω,
* ασπρίζω,
* ξασπρίζω,
* τρίζω,
* θεατρίζω,
* επαναπατρίζω,
* αλετρίζω,
* ηλεκτρίζω,
* εξηλεκτρίζω,
* κολαντρίζω,
* κουλαντρίζω,
* μαντρίζω,
* κεντρίζω,
* εγκεντρίζω,
* φυγοκεντρίζω,
* χλιμιντρίζω,
* ξεχοντρίζω,
* υποτρίζω,
* κατοπτρίζω,
* αντικατοπτρίζω,
* μυστρίζω,
* ξυστρίζω,
* κουτρίζω,
* μαυρίζω,
* καταμαυρίζω,
* θησαυρίζω,
* αποθησαυρίζω,
* γυρίζω,
* ξαναγυρίζω,
* ματαγυρίζω,
* μεταγυρίζω,
* ξεγυρίζω,
* πανηγυρίζω,
* συμπανηγυρίζω,
* τριγυρίζω,
* περιτριγυρίζω,
* αντιγυρίζω,
* αναποδογυρίζω,
* κλωθογυρίζω,
* αλευρογυρίζω,
* στριφογυρίζω,
* τοιχογυρίζω,
* συγυρίζω,
* πισωγυρίζω,
* πλευρίζω,
* εκνευρίζω,
* ψιθυρίζω,
* σιγοψιθυρίζω,
* μυρίζω,
* κλαυθμυρίζω,
* αλμυρίζω,
* ξαλμυρίζω,
* πλημμυρίζω,
* καταπλημμυρίζω,
* μοσκομυρίζω,
* μοσχομυρίζω,
* αρμυρίζω,
* ξαρμυρίζω,
* μινυρίζω,
* ξυρίζω,
* νιαουρίζω,
* κλαουρίζω,
* σβουρίζω,
* φαγουρίζω,
* γουργουρίζω,
* μουρμουρίζω,
* σιγομουρμουρίζω,
* νανουρίζω,
* καλαμπουρίζω,
* σουρίζω,
* μασουρίζω,
* πλατσουρίζω,
* σουσουρίζω,
* τουρτουρίζω,
* φουρφουρίζω,
* σφουρίζω,
* κλαψουρίζω,
* λαμπυρίζω,
* συρίζω,
* πορφυρίζω,
* σφυρίζω,
* αφρίζω,
* ξαφρίζω,
* εξαφρίζω,
* χρίζω,
* δωρίζω,
* μετεωρίζω,
* αλληθωρίζω,
* αιωρίζω,
* πλωρίζω,
* αναπλωρίζω,
* γνωρίζω,
* αναγνωρίζω,
* παραγνωρίζω,
* πρωτογνωρίζω,
* καληνωρίζω,
* χωρίζω,
* διαχωρίζω,
* ἀναχωρίζω,
* καταχωρίζω,
* ξεχωρίζω,
* αποχωρίζω,
* σίζω,
* βασίζω,
* φασίζω,
* αποφασίζω,
* ξεαποφασίζω,
* συναποφασίζω,
* προαποφασίζω,
* κοσίζω,
* δροσίζω,
* κολατσίζω,
* πατσίζω,
* μπατσίζω,
* βιτσίζω,
* βουρτσίζω,
* πουτσίζω,
* χρυσίζω,
* σοβατίζω,
* αβγατίζω,
* φευγατίζω,
* μπαγδατίζω,
* μπαγιατίζω,
* μπογιατίζω,
* λαδομπογιατίζω,
* θυμιατίζω,
* βκατίζω,
* δεκατίζω,
* αποδεκατίζω,
* ξεσκατίζω,
* αλατίζω,
* ξεπλατίζω,
* πισωπλατίζω,
* φαφλατίζω,
* ματίζω,
* διαδραματίζω,
* δειγματίζω,
* παραδειγματίζω,
* στιγματίζω,
* δογματίζω,
* νυγματίζω,
* δεματίζω,
* ζεματίζω,
* αναθεματίζω,
* υπερθεματίζω,
* βηματίζω,
* προβληματίζω,
* θεληματίζω,
* υπομνηματίζω,
* φρονηματίζω,
* χρηματίζω,
* στοιχηματίζω,
* σχηματίζω,
* ανασχηματίζω,
* μετασχηματίζω,
* αποσχηματίζω,
* προσχηματίζω,
* κλιματίζω,
* εγκλιματίζω,
* κριματίζω,
* αναγραμματίζω,
* παραγραμματίζω,
* μεταγραμματίζω,
* προγραμματίζω,
* αναπρογραμματίζω,
* θρυμματίζω,
* νοματίζω,
* ονοματίζω,
* επονοματίζω,
* ερματίζω,
* κερματίζω,
* κατακερματίζω,
* εκσπερματίζω,
* αποσπερματίζω,
* τερματίζω,
* αποτερματίζω,
* αφερματίζω,
* τραυματίζω,
* κατατραυματίζω,
* γευματίζω,
* προγευματίζω,
* κυματίζω,
* πωματίζω,
* επιπωματίζω,
* εκπωματίζω,
* αποπωματίζω,
* αρωματίζω,
* χρωματίζω,
* μεταχρωματίζω,
* επιχρωματίζω,
* ελαιοχρωματίζω,
* αποχρωματίζω,
* υδροχρωματίζω,
* χωματίζω,
* αναχωματίζω,
* επιχωματίζω,
* εκχωματίζω,
* αθανατίζω,
* απαθανατίζω,
* κακοθανατίζω,
* καλοθανατίζω,
* φανατίζω,
* γονατίζω,
* αδυνατίζω,
* γιαρατίζω,
* εκδημοκρατίζω,
* παραστρατίζω,
* ξεστρατίζω,
* τσατίζω,
* λογιοτατίζω,
* καλαφατίζω,
* ευθετίζω,
* σεκλετίζω,
* μερεμετίζω,
* χρεμετίζω,
* συνετίζω,
* σκαπετίζω,
* τερετίζω,
* χαιρετίζω,
* αντιχαιρετίζω,
* διπλοχαιρετίζω,
* αποχαιρετίζω,
* βεντετίζω,
* σχετίζω,
* συσχετίζω,
* αποσυσχετίζω,
* αλφαβητίζω,
* μαγνητίζω,
* απομαγνητίζω,
* αναχαιτίζω,
* δυναμιτίζω,
* μπιτίζω,
* σιτίζω,
* επισιτίζω,
* υποσιτίζω,
* υπερσιτίζω,
* μεφιτίζω,
* κτίζω,
* λακτίζω,
* απογαλακτίζω,
* απολακτίζω,
* ανακτίζω,
* ξανακτίζω,
* κβαντίζω,
* σοβαντίζω,
* σουβαντίζω,
* μπαγδαντίζω,
* καζαντίζω,
* νταγιαντίζω,
* μπογιαντίζω,
* λαδομπογιαντίζω,
* παραλαντίζω,
* καπλαντίζω,
* καυλαντίζω,
* σουλαντίζω,
* ραντίζω,
* σαραντίζω,
* νταβραντίζω,
* γραντίζω,
* τσαντίζω,
* ξεγιβεντίζω,
* μπεγιεντίζω,
* κεντίζω,
* σεκλεντίζω,
* μπαϊλντίζω,
* παραγοντίζω,
* οζοντίζω,
* ακοντίζω,
* εξακοντίζω,
* υπερακοντίζω,
* ποντίζω,
* καταποντίζω,
* φροντίζω,
* σασιρντίζω,
* αγυρντίζω,
* καβουρντίζω,
* κουρντίζω,
* ξεκουρντίζω,
* ντουχιουντίζω,
* σκοτίζω,
* ξεσκοτίζω,
* επισκοτίζω,
* συσκοτίζω,
* νοτίζω,
* ποτίζω,
* διαποτίζω,
* εμποτίζω,
* βαπτίζω,
* αναβαπτίζω,
* μεταβαπτίζω,
* εμβαπτίζω,
* καθρεπτίζω,
* εξαρτίζω,
* απαρτίζω,
* συναπαρτίζω,
* καταρτίζω,
* προκαταρτίζω,
* ξεπορτίζω,
* φορτίζω,
* επιφορτίζω,
* εκφορτίζω,
* αποφορτίζω,
* υπερφορτίζω,
* στίζω,
* διαστίζω,
* βλαστίζω,
* μαστίζω,
* σαστίζω,
* καταστίζω,
* βαριεστίζω,
* κοστίζω,
* σαρακοστίζω,
* τεσσαρακοστίζω,
* ανοστίζω,
* κατοστίζω,
* εκατοστίζω,
* πουστίζω,
* παττίζω,
* μεταγλωττίζω,
* ταυτίζω,
* συνταυτίζω,
* ψευτίζω,
* προσηλυτίζω,
* μυτίζω,
* ξεμυτίζω,
* πλουτίζω,
* εμπλουτίζω,
* μπρουμουτίζω,
* βαφτίζω,
* αναβαφτίζω,
* ξεφτίζω,
* καθρεφτίζω,
* αντικαθρεφτίζω,
* χτίζω,
* ξαναχτίζω,
* ξενυχτίζω,
* καληνυχτίζω,
* μπουχτίζω,
* εγκιβωτίζω,
* αιχμαλωτίζω,
* υπνωτίζω,
* φωτίζω,
* διαφωτίζω,
* αποδιαφωτίζω,
* αχνοφωτίζω,
* ηλεκτροφωτίζω,
* βουίζω,
* αντιβουίζω,
* προσεδαφίζω,
* κατεδαφίζω,
* θειαφίζω,
* ψηλαφίζω,
* κολαφίζω,
* φωτογραφίζω,
* ζωγραφίζω,
* ξυραφίζω,
* ξουραφίζω,
* διασαφίζω,
* ψηφίζω,
* ξαναψηφίζω,
* καταψηφίζω,
* τηλεψηφίζω,
* συμψηφίζω,
* διπλοψηφίζω,
* υπερψηφίζω,
* σκαριφίζω,
* αγγριφίζω,
* ραμφίζω,
* γλυφίζω,
* κουφίζω,
* ανακουφίζω,
* στυφίζω,
* τεμαχίζω,
* κατατεμαχίζω,
* ταραχίζω,
* εκβραχίζω,
* λογχίζω,
* συνεχίζω,
* τειχίζω,
* περιτειχίζω,
* προτειχίζω,
* τοιχίζω,
* περιτοιχίζω,
* εντοιχίζω,
* αποτοιχίζω,
* στοιχίζω,
* περιστοιχίζω,
* αντιστοιχίζω,
* βακχίζω,
* τροχίζω,
* αρχίζω,
* ξαναρχίζω,
* επαναρχίζω,
* πρωταρχίζω,
* σχίζω,
* διασχίζω,
* πασχίζω,
* κατασχίζω,
* ξεσχίζω,
* καταξεσχίζω,
* αποσχίζω,
* εξονυχίζω,
* ευνουχίζω,
* μουνουχίζω,
* βοστρυχίζω,
* κακοτυχίζω,
* καλοτυχίζω,
* ευτυχίζω,
* καλοψυχίζω,
* συνοψίζω,
* κακοζωίζω,
* καλοζωίζω,
* αφηρωίζω,
* όζω,
* γεμόζω,
* γιομόζω,
* αρμόζω,
* συναρμόζω,
* προσαρμόζω,
* αναπροσαρμόζω,
* εφαρμόζω,
* ξαναεφαρμόζω,
* επανεφαρμόζω,
* απόζω,
* δεσπόζω,
* γογγύζω,
* διαλύζω,
* αναβλύζω,
* κατακλύζω,
* περικλύζω,
* ολολύζω,
* καμμύζω,
* τανύζω,
* σκούζω,
* λούζω,
* περιλούζω,
* γρούζω,
* τσούζω,
* κελαρύζω,
* αναβρύζω,
* γρύζω,
* βακρύζω,
* δακρύζω,
* υποτονθορύζω,
* τρύζω,
* αρτύζω,
* εξαρτύζω,
* σφύζω,
* συγχύζω,
* συχύζω,
* κλώζω,
* οιμώζω,
* κρώζω,
* σώζω,
* διασώζω,
* περισώζω,
* πλάθω,
* διαπλάθω,
* αναπλάθω,
* μεταπλάθω,
* προπλάθω,
* αλέθω,
* ψιλαλέθω,
* ξαλέθω,
* ψιλοαλέθω,
* ἀλέθω,
* νέθω,
* γνέθω,
* ψιλογνέθω,
* πείθω,
* παραπείθω,
* καταπείθω,
* μεταπείθω,
* βρίθω,
* νιώθω,
* νοιώθω,
* κλώθω,
* αναγνώθω,
* αμπώθω,
* πλέκω,
* διαπλέκω,
* αναπλέκω,
* ξεπλέκω,
* περιπλέκω,
* μπλέκω,
* εμπλέκω,
* ξεμπλέκω,
* απεμπλέκω,
* συμπλέκω,
* χρυσοπλέκω,
* στέκω,
* παραστέκω,
* συμπαραστέκω,
* κοντοστέκω,
* ανήκω,
* συνανήκω,
* τήκω,
* συντήκω,
* υπείκω,
* έλκω,
* καθέλκω,
* συνέλκω,
* προέλκω,
* παρέλκω,
* εφέλκω,
* συνεφέλκω,
* διδάσκω,
* αποδιδράσκω,
* γηράσκω,
* συγγηράσκω,
* φάσκω,
* καταφάσκω,
* αντιφάσκω,
* χάσκω,
* μνέσκω,
* αρέσκω,
* απαρέσκω,
* θνήσκω,
* αποθνήσκω,
* συναποθνήσκω,
* υπομιμνήσκω,
* απομνήσκω,
* πρήσκω,
* αναλίσκω,
* καταναλίσκω,
* γιανίσκω,
* βαρίσκω,
* βρίσκω,
* ξαναβρίσκω,
* ευρίσκω,
* ανευρίσκω,
* εξευρίσκω,
* εφευρίσκω,
* βόσκω,
* υποβόσκω,
* μεθύσκω,
* διαγιγνώσκω,
* καταγιγνώσκω,
* γινώσκω,
* αναγινώσκω,
* διαβιβρώσκω,
* καταβιβρώσκω,
* αναθρώσκω,
* τιτρώσκω,
* υποφώσκω,
* διώκω,
* καταδιώκω,
* επιδιώκω,
* εκδιώκω,
* αποδιώκω,
* θέλω,
* πέλω,
* οφείλω,
* βάλλω,
* διαβάλλω,
* αναβάλλω,
* παραβάλλω,
* αντιπαραβάλλω,
* καταβάλλω,
* αντικαταβάλλω,
* προκαταβάλλω,
* μεταβάλλω,
* αναθιβάλλω,
* επιβάλλω,
* περιβάλλω,
* εφεσιβάλλω,
* αμφιβάλλω,
* εκβάλλω,
* προεκβάλλω,
* εμβάλλω,
* διεμβάλλω,
* παρεμβάλλω,
* συμβάλλω,
* πανικοβάλλω,
* αποβάλλω,
* υποβάλλω,
* συνυποβάλλω,
* προβάλλω,
* ξεπροβάλλω,
* υπερβάλλω,
* εισβάλλω,
* προσβάλλω,
* θάλλω,
* αναθάλλω,
* πάλλω,
* αναπάλλω,
* σφάλλω,
* ασχάλλω,
* ψάλλω,
* αγγέλλω,
* διαγγέλλω,
* αναγγέλλω,
* προαναγγέλλω,
* εξαγγέλλω,
* προαγγέλλω,
* απαγγέλλω,
* παραγγέλλω,
* καταγγέλλω,
* εξοκέλλω,
* μέλλω,
* ανατέλλω,
* επιτέλλω,
* διαστέλλω,
* αντιδιαστέλλω,
* αναστέλλω,
* καταστέλλω,
* περιστέλλω,
* αποστέλλω,
* επαναποστέλλω,
* ξαποστέλλω,
* εξαποστέλλω,
* προαποστέλλω,
* υποστέλλω,
* συστέλλω,
* ποικίλλω,
* τίλλω,
* επιδράμω,
* εκδράμω,
* συνδράμω,
* νέμω,
* διανέμω,
* αναδιανέμω,
* κατανέμω,
* ανακατανέμω,
* επινέμω,
* απονέμω,
* τρέμω,
* αχνοτρέμω,
* υποτρέμω,
* βάνω,
* λαμβάνω,
* διαλαμβάνω,
* αναλαμβάνω,
* επαναλαμβάνω,
* παραλαμβάνω,
* καταλαμβάνω,
* ανακαταλαμβάνω,
* προκαταλαμβάνω,
* μεταλαμβάνω,
* περιλαμβάνω,
* συμπεριλαμβάνω,
* διασυμπεριλαμβάνω,
* εκλαμβάνω,
* συλλαμβάνω,
* απολαμβάνω,
* υπολαμβάνω,
* προλαμβάνω,
* προσλαμβάνω,
* αναπροσλαμβάνω,
* επαναπροσλαμβάνω,
* κακοβάνω,
* βγάνω,
* ξεβγάνω,
* ιζάνω,
* καθιζάνω,
* συνιζάνω,
* βυζάνω,
* λανθάνω,
* διαλανθάνω,
* υπολανθάνω,
* εκμανθάνω,
* εξολισθάνω,
* φθάνω,
* καταφθάνω,
* προφθάνω,
* φκιάνω,
* πιάνω,
* αναπιάνω,
* ξαναπιάνω,
* συμπιάνω,
* καλοπιάνω,
* πρωτοπιάνω,
* φτιάνω,
* κάνω,
* ξανακάνω,
* παρακάνω,
* δαγκάνω,
* ξεκάνω,
* αποκάνω,
* προκάνω,
* σκάνω,
* βασκάνω,
* χολοσκάνω,
* κλάνω,
* αυξάνω,
* επαυξάνω,
* υπεραυξάνω,
* προσαυξάνω,
* σπάνω,
* ράνω,
* αμαρτάνω,
* βλαστάνω,
* εκβλαστάνω,
* παριστάνω,
* αναπαριστάνω,
* φτάνω,
* καταφτάνω,
* προφτάνω,
* πρωτοφτάνω,
* χάνω,
* τυγχάνω,
* παρατυγχάνω,
* επιτυγχάνω,
* αποτυγχάνω,
* ξεχάνω,
* σβένω,
* αποσβένω,
* δένω,
* αναδένω,
* ξεδένω,
* επιδένω,
* περιδένω,
* ποδένω,
* αμποδένω,
* κομποδένω,
* υποδένω,
* αλυσοδένω,
* χρυσοδένω,
* χαρτοδένω,
* σφιχτοδένω,
* προσδένω,
* καλένω,
* πλένω,
* ξεπλένω,
* ξενοπλένω,
* αποπλένω,
* μένω,
* διαμένω,
* αναμένω,
* παραμένω,
* ξεμένω,
* επιμένω,
* περιμένω,
* εμμένω,
* απομένω,
* εναπομένω,
* υπομένω,
* προσμένω,
* ξωμένω,
* κρένω,
* στένω,
* ψένω,
* παραψένω,
* σβήνω,
* κατασβήνω,
* αναβοσβήνω,
* αργοσβήνω,
* τρεμοσβήνω,
* αποσβήνω,
* στήνω,
* αναστήνω,
* ξαναστήνω,
* συστήνω,
* ανασυστήνω,
* αφήνω,
* ψήνω,
* παραψήνω,
* ροδοψήνω,
* κακοψήνω,
* καλοψήνω,
* ξεροψήνω,
* πααίνω,
* βαίνω,
* διαβαίνω,
* περιδιαβαίνω,
* περνοδιαβαίνω,
* λαβαίνω,
* αναλαβαίνω,
* παραλαβαίνω,
* καταλαβαίνω,
* μεταλαβαίνω,
* περιλαβαίνω,
* συλλαβαίνω,
* απολαβαίνω,
* προλαβαίνω,
* προσλαβαίνω,
* παραβαίνω,
* καταβαίνω,
* συγκαταβαίνω,
* μεταβαίνω,
* ανεβαίνω,
* κατεβαίνω,
* ανεβοκατεβαίνω,
* επιβαίνω,
* ακριβαίνω,
* αντιβαίνω,
* εκβαίνω,
* παρεκβαίνω,
* εμβαίνω,
* επεμβαίνω,
* παρεμβαίνω,
* επισυμβαίνω,
* αποβαίνω,
* προβαίνω,
* ξεπροβαίνω,
* υπερβαίνω,
* βουβαίνω,
* παγαίνω,
* βγαίνω,
* παραβγαίνω,
* ξεβγαίνω,
* αντιβγαίνω,
* μπαινοβγαίνω,
* πρωτοβγαίνω,
* μουγγαίνω,
* πηγαίνω,
* πρωτοπηγαίνω,
* ασελγαίνω,
* κραδαίνω,
* φαρδαίνω,
* κερδαίνω,
* βυζαίνω,
* βαθαίνω,
* μαθαίνω,
* ξαναμαθαίνω,
* ξεμαθαίνω,
* κακομαθαίνω,
* καλομαθαίνω,
* πρωτομαθαίνω,
* παθαίνω,
* κακοπαθαίνω,
* πολυπαθαίνω,
* πεθαίνω,
* πληθαίνω,
* ξανθαίνω,
* αποθαίνω,
* ολισθαίνω,
* διολισθαίνω,
* εξολισθαίνω,
* κατολισθαίνω,
* ιαίνω,
* κλουβιαίνω,
* γιαίνω,
* υγιαίνω,
* εξυγιαίνω,
* λειαίνω,
* προλειαίνω,
* χλιαίνω,
* μιαίνω,
* χλομιαίνω,
* κουτιαίνω,
* ξεκουτιαίνω,
* αποκουτιαίνω,
* φαφουτιαίνω,
* μουγκαίνω,
* μπολικαίνω,
* βασκαίνω,
* αβασκαίνω,
* ξεβασκαίνω,
* λευκαίνω,
* διαλευκαίνω,
* γλυκαίνω,
* απαλαίνω,
* μελαίνω,
* τρελαίνω,
* ξετρελαίνω,
* αποτρελαίνω,
* κοιλαίνω,
* πολλαίνω,
* ζουρλαίνω,
* αποζουρλαίνω,
* μουρλαίνω,
* απομουρλαίνω,
* στρογγυλαίνω,
* κουζουλαίνω,
* κουλαίνω,
* λωλαίνω,
* απολωλαίνω,
* χωλαίνω,
* φλεγμαίνω,
* ασκημαίνω,
* σημαίνω,
* παρασημαίνω,
* κατασημαίνω,
* επισημαίνω,
* υποσημαίνω,
* προσημαίνω,
* γραμματοσημαίνω,
* χαρτοσημαίνω,
* ασχημαίνω,
* ασθμαίνω,
* ποιμαίνω,
* νοστιμαίνω,
* θερμαίνω,
* διαθερμαίνω,
* αναθερμαίνω,
* παραθερμαίνω,
* αποθερμαίνω,
* υποθερμαίνω,
* προθερμαίνω,
* υπερθερμαίνω,
* ξεθυμαίνω,
* απολυμαίνω,
* φθηναίνω,
* φτηναίνω,
* αχαμναίνω,
* ισχναίνω,
* απισχναίνω,
* ξαίνω,
* αξαίνω,
* αναξαίνω,
* αποξαίνω,
* αυξαίνω,
* προσαυξαίνω,
* προαίνω,
* λιπαίνω,
* απολιπαίνω,
* μπαίνω,
* ξαναμπαίνω,
* παραμπαίνω,
* ρυπαίνω,
* απορρυπαίνω,
* σωπαίνω,
* ραίνω,
* βαραίνω,
* παραβαραίνω,
* χλιαραίνω,
* μαραίνω,
* ογραίνω,
* υγραίνω,
* καθυγραίνω,
* αφυγραίνω,
* ξεραίνω,
* καταξεραίνω,
* αποξεραίνω,
* περαίνω,
* συμπεραίνω,
* τρυφεραίνω,
* δυσχεραίνω,
* σκληραίνω,
* αποσκληραίνω,
* ξηραίνω,
* καταξηραίνω,
* αποξηραίνω,
* φκαιραίνω,
* μοιραίνω,
* κραίνω,
* μακραίνω,
* παραμακραίνω,
* ξεμακραίνω,
* μικραίνω,
* πικραίνω,
* παραπικραίνω,
* καταπικραίνω,
* πολυπικραίνω,
* περιρραίνω,
* χοντραίνω,
* παραχοντραίνω,
* σγουραίνω,
* σκουραίνω,
* μουραίνω,
* φυραίνω,
* γλαφυραίνω,
* αλαφραίνω,
* ελαφραίνω,
* ευφραίνω,
* χραίνω,
* ψυχραίνω,
* ωχραίνω,
* μωραίνω,
* ξεμωραίνω,
* απομωραίνω,
* ανασαίνω,
* βαριανασαίνω,
* ξανασαίνω,
* κοντανασαίνω,
* ανεσαίνω,
* κουτσαίνω,
* αβγαταίνω,
* πλαταίνω,
* ανοηταίνω,
* ανταίνω,
* ξανταίνω,
* κονταίνω,
* μουνταίνω,
* λεπταίνω,
* αρταίνω,
* αμαρταίνω,
* χορταίνω,
* βλασταίνω,
* εκβλασταίνω,
* ακολασταίνω,
* ανασταίνω,
* νεκρανασταίνω,
* παρασταίνω,
* αναπαρασταίνω,
* κατασταίνω,
* εγκατασταίνω,
* αντικατασταίνω,
* αποκατασταίνω,
* ζεσταίνω,
* ξαναζεσταίνω,
* παραζεσταίνω,
* ανοσταίνω,
* αποσταίνω,
* ξαποσταίνω,
* ανασυσταίνω,
* κακοσυσταίνω,
* αρρωσταίνω,
* πλουταίνω,
* προφταίνω,
* φαίνω,
* εμφαίνω,
* παρεμφαίνω,
* ομορφαίνω,
* υφαίνω,
* γλυφαίνω,
* ανυφαίνω,
* συνυφαίνω,
* εξυφαίνω,
* κουφαίνω,
* ξεκουφαίνω,
* ξεϋφαίνω,
* αγανοϋφαίνω,
* κρουστοϋφαίνω,
* χαίνω,
* λαχαίνω,
* παχαίνω,
* παραπαχαίνω,
* απαντεχαίνω,
* τυχαίνω,
* πετυχαίνω,
* επιτυχαίνω,
* συντυχαίνω,
* αποτυχαίνω,
* προστυχαίνω,
* πτωχαίνω,
* φτωχαίνω,
* δίνω,
* διαδίνω,
* αναδίνω,
* ξαναδίνω,
* παραδίνω,
* καταδίνω,
* μεταδίνω,
* ξεδίνω,
* επιδίνω,
* αποδίνω,
* ανταποδίνω,
* προδίνω,
* καταπροδίνω,
* προσδίνω,
* ωδίνω,
* κλείνω,
* κατακλείνω,
* περικλείνω,
* ανοιγοκλείνω,
* εσωκλείνω,
* τείνω,
* διατείνω,
* ανατείνω,
* παρατείνω,
* κατατείνω,
* επιτείνω,
* αντιτείνω,
* εκτείνω,
* προεκτείνω,
* επεκτείνω,
* παρεκτείνω,
* υπερεκτείνω,
* εντείνω,
* προεντείνω,
* υπερεντείνω,
* συντείνω,
* αποτείνω,
* προτείνω,
* αντιπροτείνω,
* φθίνω,
* κλίνω,
* ανακλίνω,
* εγκλίνω,
* συγκλίνω,
* παρεκκλίνω,
* αποκλίνω,
* προσκλίνω,
* πίνω,
* παραπίνω,
* καταπίνω,
* ξεροκαταπίνω,
* συμπίνω,
* σιγοπίνω,
* τρωγοπίνω,
* ρακοπίνω,
* αποπίνω,
* μπεκροπίνω,
* προπίνω,
* κρασοπίνω,
* κουτσοπίνω,
* κρίνω,
* διακρίνω,
* ξεδιακρίνω,
* ανακρίνω,
* προανακρίνω,
* επανακρίνω,
* κατακρίνω,
* εγκρίνω,
* συγκρίνω,
* ξεκρίνω,
* επικρίνω,
* εκκρίνω,
* απεκκρίνω,
* υπερεκκρίνω,
* λογοκρίνω,
* προκρίνω,
* τίνω,
* εκτίνω,
* αποτίνω,
* πραΰνω,
* καταπραΰνω,
* προσβέλνω,
* απαγγέλνω,
* παραγγέλνω,
* στέλνω,
* διαολοστέλνω,
* διαβολοστέλνω,
* ξαποστέλνω,
* ψέλνω,
* κάμνω,
* αποκάμνω,
* λάμνω,
* τέμνω,
* διατέμνω,
* ανατέμνω,
* κατατέμνω,
* περιτέμνω,
* συντέμνω,
* αποτέμνω,
* συντυχάννω,
* γέρνω,
* αναγέρνω,
* απαλογέρνω,
* αλαργέρνω,
* δέρνω,
* παραδέρνω,
* γδέρνω,
* ξεγδέρνω,
* βολοδέρνω,
* ανεμοδέρνω,
* θαλασσοδέρνω,
* τρακέρνω,
* ντακέρνω,
* μολέρνω,
* αμολέρνω,
* στιμέρνω,
* φουμέρνω,
* σπέρνω,
* διασπέρνω,
* αποσπέρνω,
* σέρνω,
* πασέρνω,
* παρασέρνω,
* συμπαρασέρνω,
* ξεσέρνω,
* χαμοσέρνω,
* σουλατσέρνω,
* τρατέρνω,
* φέρνω,
* ξαναφέρνω,
* παραφέρνω,
* καταφέρνω,
* κουτσοκαταφέρνω,
* μεταφέρνω,
* συνεφέρνω,
* λογοφέρνω,
* εγγλεζοφέρνω,
* αγαθοφέρνω,
* γυναικοφέρνω,
* μεγαλοφέρνω,
* αγγλοφέρνω,
* πηγαινοφέρνω,
* ανδροφέρνω,
* μικροφέρνω,
* αντροφέρνω,
* γυροφέρνω,
* σκουροφέρνω,
* χωριατοφέρνω,
* παίρνω,
* ξαναπαίρνω,
* παραπαίρνω,
* συνεπαίρνω,
* κακοπαίρνω,
* αποπαίρνω,
* προπαίρνω,
* ποσταίρνω,
* σούρνω,
* σύρνω,
* σιάχνω,
* φτιάχνω,
* αρπάχνω,
* δράχνω,
* αδράχνω,
* περιαδράχνω,
* ψάχνω,
* ζέχνω,
* μπήχνω,
* διαρρήχνω,
* δείχνω,
* αναδείχνω,
* ξαναδείχνω,
* επιδείχνω,
* αποδείχνω,
* ανταποδείχνω,
* υποδείχνω,
* μικροδείχνω,
* ρίχνω,
* αναρίχνω,
* ξαναρίχνω,
* παραρίχνω,
* ξερίχνω,
* αναρρίχνω,
* απορρίχνω,
* βαρύχνω,
* διακηρύχνω,
* αποκηρύχνω,
* προκηρύχνω,
* μαζώχνω,
* διώχνω,
* αποδιώχνω,
* μουλώχνω,
* στριμώχνω,
* αμπώχνω,
* σπρώχνω,
* αμόνω,
* ομόνω,
* ελαύνω,
* προελαύνω,
* απελαύνω,
* επελαύνω,
* παρελαύνω,
* βραδύνω,
* επιβραδύνω,
* γδύνω,
* φαρδύνω,
* βαθύνω,
* εκβαθύνω,
* εμβαθύνω,
* μεγεθύνω,
* πληθύνω,
* ιθύνω,
* διευθύνω,
* απευθύνω,
* κατευθύνω,
* ανακατευθύνω,
* τηλεκατευθύνω,
* μηκύνω,
* επιμηκύνω,
* λύνω,
* μεγαλύνω,
* ξεδιαλύνω,
* ομαλύνω,
* εξομαλύνω,
* απαλύνω,
* αμβλύνω,
* εκθηλύνω,
* επιλύνω,
* καλλύνω,
* ευκολύνω,
* διευκολύνω,
* μολύνω,
* επιμολύνω,
* πλύνω,
* ξεπλύνω,
* εκπλύνω,
* αποπλύνω,
* ξύνω,
* οξύνω,
* παροξύνω,
* προπαροξύνω,
* βαρύνω,
* παραβαρύνω,
* επιβαρύνω,
* ιλαρύνω,
* φαιδρύνω,
* σκληρύνω,
* αποσκληρύνω,
* μακρύνω,
* παραμακρύνω,
* απομακρύνω,
* σμικρύνω,
* λαμπρύνω,
* παραθαρρύνω,
* ενθαρρύνω,
* αποθαρρύνω,
* χοντρύνω,
* παροτρύνω,
* ευρύνω,
* διευρύνω,
* ελαφρύνω,
* δασύνω,
* θρασύνω,
* αποθρασύνω,
* πλατύνω,
* διαπλατύνω,
* κρατύνω,
* ντύνω,
* ξεντύνω,
* λεπτύνω,
* εκλεπτύνω,
* αρτύνω,
* φτύνω,
* χύνω,
* διαχύνω,
* παχύνω,
* βραχύνω,
* τραχύνω,
* εκτραχύνω,
* ταχύνω,
* επιταχύνω,
* αποεπιταχύνω,
* ξεχύνω,
* περεχύνω,
* περιχύνω,
* εκχύνω,
* ζαβώνω,
* λαβώνω,
* παλαβώνω,
* σκλαβώνω,
* ξεσκλαβώνω,
* στραβώνω,
* ξεστραβώνω,
* αποστραβώνω,
* διακριβώνω,
* εξακριβώνω,
* στιλβώνω,
* θαμβώνω,
* εκθαμβώνω,
* κολοβώνω,
* χαλυβώνω,
* μολυβώνω,
* γουβώνω,
* πελαγώνω,
* παγώνω,
* ξεπαγώνω,
* αποπαγώνω,
* μαγγώνω,
* λογγώνω,
* ξελογγώνω,
* πληγώνω,
* καταπληγώνω,
* λιγώνω,
* καλιγώνω,
* ξελιγώνω,
* ριγώνω,
* μαστιγώνω,
* φλογώνω,
* μαργώνω,
* οργώνω,
* πυργώνω,
* ζυγώνω,
* κοντοζυγώνω,
* δώνω,
* λαδώνω,
* κλαδώνω,
* διακλαδώνω,
* ανακλαδώνω,
* απολαδώνω,
* ραβδώνω,
* χαλυβδώνω,
* λιγδώνω,
* εκγηπεδώνω,
* επιπεδώνω,
* εμπεδώνω,
* ισοπεδώνω,
* κρασπεδώνω,
* βιδώνω,
* κατσαβιδώνω,
* ξεβιδώνω,
* κλειδώνω,
* ξανακλειδώνω,
* ξεκλειδώνω,
* διπλοκλειδώνω,
* οξειδώνω,
* επανοξειδώνω,
* ψαλιδώνω,
* σελιδώνω,
* κηλιδώνω,
* κιγκλιδώνω,
* κεραμιδώνω,
* σανιδώνω,
* οξιδώνω,
* κρηπιδώνω,
* φκιασιδώνω,
* φτιασιδώνω,
* αλυσιδώνω,
* ρυτιδώνω,
* σκαφιδώνω,
* σταφιδώνω,
* αψιδώνω,
* καταβοδώνω,
* προβοδώνω,
* ξεπροβοδώνω,
* ευοδώνω,
* κατευοδώνω,
* κορδώνω,
* καρυδώνω,
* ξεθεώνω,
* αποθεώνω,
* εξιλεώνω,
* ανανεώνω,
* στερεώνω,
* αποστερεώνω,
* χρεώνω,
* καταχρεώνω,
* ξεχρεώνω,
* υποχρεώνω,
* καθυποχρεώνω,
* υπερυποχρεώνω,
* καταϋποχρεώνω,
* πιστοχρεώνω,
* υπερχρεώνω,
* οστεώνω,
* αποστεώνω,
* ζώνω,
* γαζώνω,
* διαζώνω,
* γκαζώνω,
* μαζώνω,
* περιμαζώνω,
* συμμαζώνω,
* μπαζώνω,
* καρπαζώνω,
* μαραζώνω,
* ξεζώνω,
* τραπεζώνω,
* κορνιζώνω,
* ριζώνω,
* ξεριζώνω,
* περιζώνω,
* εκριζώνω,
* καβατζώνω,
* καβαντζώνω,
* γαντζώνω,
* ξεγαντζώνω,
* μουντζώνω,
* μουζώνω,
* δηώνω,
* απονηώνω,
* αγκαθώνω,
* ξεσπαθώνω,
* ψαθώνω,
* ξεστηθώνω,
* απολιθώνω,
* πιθώνω,
* απιθώνω,
* ορθώνω,
* διορθώνω,
* επιδιορθώνω,
* ανορθώνω,
* επανορθώνω,
* παλινορθώνω,
* κατορθώνω,
* μισθώνω,
* αναμισθώνω,
* επαναμισθώνω,
* μεταμισθώνω,
* εκμισθώνω,
* επανεκμισθώνω,
* υπεκμισθώνω,
* υπομισθώνω,
* προμισθώνω,
* βεβαιώνω,
* διαβεβαιώνω,
* επαναβεβαιώνω,
* επιβεβαιώνω,
* επανεπιβεβαιώνω,
* δικαιώνω,
* παλαιώνω,
* αναπαλαιώνω,
* ανακεφαλαιώνω,
* συγκεφαλαιώνω,
* αραιώνω,
* μεταραιώνω,
* εδραιώνω,
* ακεραιώνω,
* περαιώνω,
* διαπεραιώνω,
* διεκπεραιώνω,
* ματαιώνω,
* κραταιώνω,
* απαρχαιώνω,
* βιώνω,
* διαβιώνω,
* αναβιώνω,
* εγκαταβιώνω,
* επιβιώνω,
* συμβιώνω,
* αποβιώνω,
* προαποβιώνω,
* γιώνω,
* παγιώνω,
* εγκαρδιώνω,
* αποκαρδιώνω,
* καλωδιώνω,
* γειώνω,
* απογειώνω,
* υπογειώνω,
* προσγειώνω,
* εξοικειώνω,
* λειώνω,
* τελειώνω,
* αποτελειώνω,
* μισοτελειώνω,
* μειώνω,
* σημειώνω,
* υποσημειώνω,
* προσημειώνω,
* αυξομειώνω,
* ανδρειώνω,
* αντρειώνω,
* εξαχρειώνω,
* στοιχειώνω,
* μεταστοιχειώνω,
* κακιώνω,
* ξεκακιώνω,
* ενηλικιώνω,
* φασκιώνω,
* ισκιώνω,
* λιώνω,
* αναλιώνω,
* παλιώνω,
* σαλιώνω,
* θεμελιώνω,
* ξεθεμελιώνω,
* εκθεμελιώνω,
* αναστηλιώνω,
* εξαθλιώνω,
* απαθλιώνω,
* φιλιώνω,
* συμφιλιώνω,
* φωσφορυλιώνω,
* οξειδοφωσφορυλιώνω,
* αναστυλιώνω,
* κοχλιώνω,
* ζημιώνω,
* αποζημιώνω,
* τετραβρωμιώνω,
* επιχρωμιώνω,
* νιώνω,
* μανιώνω,
* ξανανιώνω,
* μετανιώνω,
* αξιώνω,
* απαξιώνω,
* καταξιώνω,
* αυτοκαταξιώνω,
* αλλοιώνω,
* αποφλοιώνω,
* ομοιώνω,
* ανομοιώνω,
* εξομοιώνω,
* παρομοιώνω,
* προσομοιώνω,
* αφομοιώνω,
* αγριώνω,
* εξαγριώνω,
* στεριώνω,
* παστεριώνω,
* αποθηριώνω,
* τεκμηριώνω,
* αλλοτριώνω,
* απαλλοτριώνω,
* αροτριώνω,
* χλωριώνω,
* αποχλωριώνω,
* ισιώνω,
* πλαισιώνω,
* καθοσιώνω,
* μεταρσιώνω,
* μετουσιώνω,
* βελτιώνω,
* αποδελτιώνω,
* οριζοντιώνω,
* αρτιώνω,
* αψιώνω,
* μαλθακώνω,
* θεριακώνω,
* μαλακώνω,
* τσαλακώνω,
* ζαβλακώνω,
* αποβλακώνω,
* πλακώνω,
* καταπλακώνω,
* ψυχοπλακώνω,
* αυλακώνω,
* ενθυλακώνω,
* φυλακώνω,
* καμακώνω,
* κλιμακώνω,
* αποκλιμακώνω,
* φαρμακώνω,
* καπακώνω,
* ξεκαπακώνω,
* χαπακώνω,
* χαρακώνω,
* περιχαρακώνω,
* ξεβρακώνω,
* χερακώνω,
* ανθρακώνω,
* ενανθρακώνω,
* απανθρακώνω,
* καταρρακώνω,
* τσακώνω,
* χαντακώνω,
* ψακώνω,
* γκώνω,
* δαγκώνω,
* μαγκώνω,
* ογκώνω,
* διογκώνω,
* εξογκώνω,
* μπιφτεκώνω,
* σηκώνω,
* ανασηκώνω,
* ξεσηκώνω,
* ζαλικώνω,
* χαλικώνω,
* χαρτζιλικώνω,
* ντερλικώνω,
* μανικώνω,
* βερνικώνω,
* καρικώνω,
* καμτσικώνω,
* πατικώνω,
* ξεπατικώνω,
* φιστικώνω,
* ξελακκώνω,
* ορειχαλκώνω,
* επιχαλκώνω,
* ναρκώνω,
* αποναρκώνω,
* σαρκώνω,
* ενσαρκώνω,
* μετενσαρκώνω,
* κακοσαρκώνω,
* σβερκώνω,
* βουρκώνω,
* φουσκώνω,
* ξαναφουσκώνω,
* παραφουσκώνω,
* ξεφουσκώνω,
* υπερφουσκώνω,
* πολυφουσκώνω,
* θηλυκώνω,
* ξεθηλυκώνω,
* παλουκώνω,
* ξεπαλουκώνω,
* μπουκώνω,
* παραμπουκώνω,
* τσιμπουκώνω,
* πλατσουκώνω,
* ξεχαρβαλώνω,
* μεγαλώνω,
* ζαλώνω,
* μουντζαλώνω,
* σιαλώνω,
* εμφιαλώνω,
* κοκκαλώνω,
* κοκαλώνω,
* σκαλώνω,
* ανασκαλώνω,
* ξεσκαλώνω,
* μαλώνω,
* αναλώνω,
* καταναλώνω,
* μπαλώνω,
* αντραλώνω,
* ξεσαλώνω,
* πασσαλώνω,
* ατσαλώνω,
* πεταλώνω,
* μανταλώνω,
* ξεμανταλώνω,
* κλειδομανταλώνω,
* εφυαλώνω,
* σκαρφαλώνω,
* χαλώνω,
* διχαλώνω,
* στρεβλώνω,
* διαστρεβλώνω,
* αμβλώνω,
* φραγγελώνω,
* μπουγελώνω,
* φακελώνω,
* νικελώνω,
* επινικελώνω,
* ανασκελώνω,
* φασκελώνω,
* μελώνω,
* καραμελώνω,
* καπελώνω,
* ξεκαπελώνω,
* ξαμπελώνω,
* σελώνω,
* ξεσελώνω,
* βεβηλώνω,
* δηλώνω,
* διαδηλώνω,
* αντιδιαδηλώνω,
* εκδηλώνω,
* υποδηλώνω,
* καθηλώνω,
* αποκαθηλώνω,
* χαμηλώνω,
* ξηλώνω,
* παραξηλώνω,
* αποξηλώνω,
* προσηλώνω,
* στηλώνω,
* αναστηλώνω,
* ψηλώνω,
* πεδιλώνω,
* ξεχειλώνω,
* μπιμπιλώνω,
* σπιλώνω,
* κατασπιλώνω,
* ψιλώνω,
* αποψιλώνω,
* μερακλώνω,
* πεδικλώνω,
* περδικλώνω,
* κυκλώνω,
* ανακυκλώνω,
* περικυκλώνω,
* βραχυκυκλώνω,
* περδουκλώνω,
* μπουρδουκλώνω,
* χερουκλώνω,
* επιμεταλλώνω,
* κρυσταλλώνω,
* αποκρυσταλλώνω,
* αβδελλώνω,
* βουλλώνω,
* σβολώνω,
* αποσβολώνω,
* δολώνω,
* ξεδολώνω,
* θολώνω,
* ξεθολώνω,
* πολώνω,
* χολώνω,
* απλώνω,
* ξαπλώνω,
* εξαπλώνω,
* παπλώνω,
* διπλώνω,
* αναδιπλώνω,
* ξεδιπλώνω,
* επιπλώνω,
* γουρλώνω,
* τουρλώνω,
* καυλώνω,
* ναυλώνω,
* εκναυλώνω,
* αρβυλώνω,
* στρογγυλώνω,
* αγκυλώνω,
* αποξυλώνω,
* βουλώνω,
* ξεβουλώνω,
* υποδουλώνω,
* καθυποδουλώνω,
* βαθουλώνω,
* κουκουλώνω,
* ξεκουκουλώνω,
* αποκουκουλώνω,
* μουλώνω,
* επουλώνω,
* μπαμπουλώνω,
* καμπυλώνω,
* τυλώνω,
* στυλώνω,
* αναστυλώνω,
* αντιστυλώνω,
* υποστυλώνω,
* χυλώνω,
* αποχυλώνω,
* τυφλώνω,
* εκτυφλώνω,
* κωλώνω,
* ξεκωλώνω,
* εξαϋλώνω,
* αμώνω,
* αμαλγαμώνω,
* καρδαμώνω,
* τζαμώνω,
* δυναμώνω,
* ενδυναμώνω,
* αποδυναμώνω,
* ξαμώνω,
* κεραμώνω,
* κατραμώνω,
* βαλσαμώνω,
* μπαλσαμώνω,
* ανταμώνω,
* ξανανταμώνω,
* ρημώνω,
* ερημώνω,
* ασημώνω,
* σιμώνω,
* φιμώνω,
* εξαμμώνω,
* γραμμώνω,
* προσαμμώνω,
* γομώνω,
* αναγομώνω,
* φλομώνω,
* στομώνω,
* αναστομώνω,
* αποστομώνω,
* πεισμώνω,
* ζυμώνω,
* θυμώνω,
* παραθυμώνω,
* ξεθυμώνω,
* πουμώνω,
* ψωμώνω,
* σαβανώνω,
* ταβανώνω,
* γανώνω,
* στεγανώνω,
* σπαργανώνω,
* οργανώνω,
* διοργανώνω,
* αναδιοργανώνω,
* αποδιοργανώνω,
* μηχανοργανώνω,
* μελανώνω,
* τρανώνω,
* διατρανώνω,
* γαϊτανώνω,
* στεφανώνω,
* περιστεφανώνω,
* δαφνοστεφανώνω,
* αφροστεφανώνω,
* στεγνώνω,
* αποστεγνώνω,
* ενώνω,
* ξαναενώνω,
* εξουθενώνω,
* κενώνω,
* εκκενώνω,
* επανενώνω,
* συνενώνω,
* αποξενώνω,
* δαμασκηνώνω,
* κατασκηνώνω,
* προσσεληνώνω,
* σωληνώνω,
* διασωληνώνω,
* αποσωληνώνω,
* αποκτηνώνω,
* σφηνώνω,
* ενσφηνώνω,
* επιδεινώνω,
* ταπεινώνω,
* χαλινώνω,
* αποχαλινώνω,
* απαμινώνω,
* αποτοξινώνω,
* διακοινώνω,
* ανακοινώνω,
* ρητινώνω,
* εξακτινώνω,
* ρικνώνω,
* συρρικνώνω,
* πυκνώνω,
* συμπυκνώνω,
* γυμνώνω,
* ξεγυμνώνω,
* απογυμνώνω,
* υδρογονώνω,
* αφυδρογονώνω,
* οξυγονώνω,
* αποξυγονώνω,
* μονώνω,
* απομονώνω,
* τονώνω,
* εκτονώνω,
* υπνώνω,
* κεραυνώνω,
* κατακεραυνώνω,
* χαυνώνω,
* αποχαυνώνω,
* ραπώνω,
* γραπώνω,
* ταπώνω,
* ξεταπώνω,
* τσεπώνω,
* ερειπώνω,
* κατερειπώνω,
* πιπώνω,
* αμπώνω,
* θαμπώνω,
* ξεθαμπώνω,
* κομπώνω,
* κουμπώνω,
* ξεκουμπώνω,
* ανασκουμπώνω,
* ρουμπώνω,
* στουμπώνω,
* κατατροπώνω,
* λασπώνω,
* καταλασπώνω,
* ξελασπώνω,
* καλουπώνω,
* ξεκαλουπώνω,
* σουλουπώνω,
* ρουπώνω,
* στουπώνω,
* ξεστουπώνω,
* κουτουπώνω,
* τρυπώνω,
* ξετρυπώνω,
* τυπώνω,
* διατυπώνω,
* αναδιατυπώνω,
* επαναδιατυπώνω,
* ανατυπώνω,
* ξανατυπώνω,
* παρατυπώνω,
* μετατυπώνω,
* εκτυπώνω,
* προεκτυπώνω,
* εντυπώνω,
* στερεοτυπώνω,
* αποτυπώνω,
* στυπώνω,
* εκβαρβαρώνω,
* αποβαρβαρώνω,
* ζευγαρώνω,
* ζαρώνω,
* στειλιαρώνω,
* καρώνω,
* κακαρώνω,
* ανακαρώνω,
* θηκαρώνω,
* ξεθηκαρώνω,
* φηκαρώνω,
* αποκαρώνω,
* σκαρώνω,
* χαλαρώνω,
* γλαρώνω,
* παγλαρώνω,
* μπαγλαρώνω,
* μαξιλαρώνω,
* κλαρώνω,
* διπλαρώνω,
* μουλαρώνω,
* καμαρώνω,
* κρυφοκαμαρώνω,
* σαμαρώνω,
* ξεσαμαρώνω,
* μαρμαρώνω,
* χαλιναρώνω,
* καπαρώνω,
* αμπαρώνω,
* κλειδαμπαρώνω,
* σαρώνω,
* αποσαρώνω,
* κατσαρώνω,
* ασταρώνω,
* ξεβλασταρώνω,
* ζαχαρώνω,
* γλυκοζαχαρώνω,
* ψαρώνω,
* ξεψαρώνω,
* διαβρώνω,
* σκεβρώνω,
* μαλαγρώνω,
* ιδρώνω,
* εξιδρώνω,
* εφιδρώνω,
* ανδρώνω,
* επανδρώνω,
* κυλινδρώνω,
* καταϊδρώνω,
* ξεϊδρώνω,
* εξαερώνω,
* σιδερώνω,
* ελευθερώνω,
* απελευθερώνω,
* καθιερώνω,
* αφιερώνω,
* κερώνω,
* λερώνω,
* καταλερώνω,
* πλερώνω,
* μερώνω,
* ημερώνω,
* ενημερώνω,
* ξημερώνω,
* εξημερώνω,
* νερώνω,
* φανερώνω,
* ξεφανερώνω,
* ξενερώνω,
* πιπερώνω,
* εξουδετερώνω,
* κασσιτερώνω,
* επικασσιτερώνω,
* πτερώνω,
* αναπτερώνω,
* ἀναπτερώνω,
* αστερώνω,
* ξαστερώνω,
* δευτερώνω,
* λευτερώνω,
* φτερώνω,
* αναφτερώνω,
* ἀναφτερώνω,
* επικηρώνω,
* κληρώνω,
* ολοκληρώνω,
* αποκληρώνω,
* πληρώνω,
* αναπληρώνω,
* ξαναπληρώνω,
* ξεπληρώνω,
* εκπληρώνω,
* υπερεκπληρώνω,
* συμπληρώνω,
* ακριβοπληρώνω,
* κακοπληρώνω,
* καλοπληρώνω,
* αποπληρώνω,
* αδροπληρώνω,
* προπληρώνω,
* χρυσοπληρώνω,
* μοσχοπληρώνω,
* υπερπληρώνω,
* καταβαραθρώνω,
* αποσαθρώνω,
* αρθρώνω,
* διαρθρώνω,
* αναδιαρθρώνω,
* αποδιαρθρώνω,
* συναρθρώνω,
* εξαρθρώνω,
* μαχαιρώνω,
* συσπειρώνω,
* στειρώνω,
* αποστειρώνω,
* μπακιρώνω,
* φαλακρώνω,
* αποφαλακρώνω,
* νεκρώνω,
* απονεκρώνω,
* κορώνω,
* αναρρώνω,
* πετρώνω,
* απονιτρώνω,
* αντρώνω,
* μαντρώνω,
* περιμαντρώνω,
* δεντρώνω,
* κεντρώνω,
* συγκεντρώνω,
* αποσυγκεντρώνω,
* επικεντρώνω,
* αποκεντρώνω,
* στρώνω,
* γγαστρώνω,
* γκαστρώνω,
* μπλαστρώνω,
* ξαναστρώνω,
* καταστρώνω,
* ξεστρώνω,
* ενορχηστρώνω,
* αγκιστρώνω,
* ξαγκιστρώνω,
* απαγκιστρώνω,
* καπιστρώνω,
* ξεκαπιστρώνω,
* επιστρώνω,
* οδοστρώνω,
* λιθοστρώνω,
* πλακοστρώνω,
* χαλικοστρώνω,
* καλοστρώνω,
* ασφαλτοστρώνω,
* λυτρώνω,
* απολυτρώνω,
* μουτρώνω,
* φυτρώνω,
* ξεφυτρώνω,
* αμαυρώνω,
* σταυρώνω,
* διασταυρώνω,
* αλευροσταυρώνω,
* ψευδαργυρώνω,
* εξαργυρώνω,
* απαργυρώνω,
* επαργυρώνω,
* αλευρώνω,
* απονευρώνω,
* εκπαραθυρώνω,
* κυρώνω,
* ακυρώνω,
* κατακυρώνω,
* επικυρώνω,
* προσεπικυρώνω,
* προσκυρώνω,
* μυρώνω,
* σαβουρώνω,
* ξεσαβουρώνω,
* σγουρώνω,
* μουντζουρώνω,
* μουτζουρώνω,
* τσεκουρώνω,
* ταμπουρώνω,
* σουρώνω,
* τσουτσουρώνω,
* ανατσουτσουρώνω,
* μαστουρώνω,
* μπαστουρώνω,
* ξεμπαστουρώνω,
* πυρώνω,
* αναπυρώνω,
* αναζωπυρώνω,
* τυρώνω,
* βουτυρώνω,
* ξεβουτυρώνω,
* αποβουτυρώνω,
* γεφυρώνω,
* πορφυρώνω,
* οχυρώνω,
* κατοχυρώνω,
* αλαφρώνω,
* ξαλαφρώνω,
* ελαφρώνω,
* ξελαφρώνω,
* αποτεφρώνω,
* σουφρώνω,
* μουχρώνω,
* πωρώνω,
* σώνω,
* δασώνω,
* αναδασώνω,
* εκδασώνω,
* αποδασώνω,
* φεσώνω,
* ισώνω,
* εξισώνω,
* περισώνω,
* χασισώνω,
* αποσώνω,
* τραβερσώνω,
* χερσώνω,
* ξεχερσώνω,
* εκχερσώνω,
* αποχερσώνω,
* θαλασσώνω,
* αποθαλασσώνω,
* προσθαλασσώνω,
* πισσώνω,
* ταρατσώνω,
* χαρατσώνω,
* πετσώνω,
* καρφιτσώνω,
* ξεκαρφιτσώνω,
* ξεκαλτσώνω,
* πλακουτσώνω,
* παπουτσώνω,
* αλυσώνω,
* χρυσώνω,
* επιχρυσώνω,
* περιχρυσώνω,
* κρεβατώνω,
* υδατώνω,
* ενυδατώνω,
* προσυδατώνω,
* αφυδατώνω,
* ανακατώνω,
* σκατώνω,
* ξεσκατώνω,
* αφαλατώνω,
* ματώνω,
* μαλαματώνω,
* καταματώνω,
* πραγματώνω,
* αιματώνω,
* εκσφαλματώνω,
* αποσφαλματώνω,
* τελματώνω,
* αποτελματώνω,
* αρματώνω,
* ξαρματώνω,
* εκσπερματώνω,
* πεισματώνω,
* βυσματώνω,
* αποπνευματώνω,
* διαστρωματώνω,
* ενσωματώνω,
* μετενσωματώνω,
* συσσωματώνω,
* αναχωματώνω,
* επιχωματώνω,
* εκχωματώνω,
* αποχωματώνω,
* θανατώνω,
* πατώνω,
* ξεπατώνω,
* κερατώνω,
* αποκερατώνω,
* περατώνω,
* αποπερατώνω,
* αναστατώνω,
* φωσφατώνω,
* αποσκελετώνω,
* γλιτώνω,
* σπιτώνω,
* ξεσπιτώνω,
* τριτώνω,
* πλευριτώνω,
* τσιτώνω,
* πακτώνω,
* πυρακτώνω,
* βαλτώνω,
* σμαλτώνω,
* επισμαλτώνω,
* ασφαλτώνω,
* ντώνω,
* γιγαντώνω,
* βαλαντώνω,
* ξεφαντώνω,
* τεντώνω,
* παρατεντώνω,
* ξετεντώνω,
* πολυτεντώνω,
* εξοντώνω,
* φουντώνω,
* ξαναφουντώνω,
* παραφουντώνω,
* σκοτώνω,
* κατασκοτώνω,
* χαρτώνω,
* φορτώνω,
* ξαναφορτώνω,
* παραφορτώνω,
* καταφορτώνω,
* μεταφορτώνω,
* τηλεφορτώνω,
* ξεφορτώνω,
* εκφορτώνω,
* ξυλοφορτώνω,
* υπερφορτώνω,
* πολυφορτώνω,
* βαρυφορτώνω,
* κυρτώνω,
* ανακυρτώνω,
* γιαουρτώνω,
* ξεβλαστώνω,
* παστώνω,
* ασβεστώνω,
* απασβεστώνω,
* μεστώνω,
* πιστώνω,
* διαπιστώνω,
* χρεοπιστώνω,
* μουστώνω,
* ελαττώνω,
* απαυτώνω,
* γλυτώνω,
* χουφτώνω,
* παχτώνω,
* σταχτώνω,
* νυχτώνω,
* φουχτώνω,
* κρυώνω,
* αναδακρυώνω,
* δικτυώνω,
* απογριφώνω,
* στριφώνω,
* αδελφώνω,
* καρφώνω,
* ξεκαρφώνω,
* αδερφώνω,
* μορφώνω,
* διαμορφώνω,
* αναδιαμορφώνω,
* αναμορφώνω,
* παραμορφώνω,
* μεταμορφώνω,
* επιμορφώνω,
* συμμορφώνω,
* κουφώνω,
* σκουφώνω,
* ξεσκουφώνω,
* κορυφώνω,
* αποκορυφώνω,
* χώνω,
* συναχώνω,
* παραχώνω,
* καταχώνω,
* σταχώνω,
* συσταχώνω,
* αγχώνω,
* στελεχώνω,
* ξεχώνω,
* επιχώνω,
* αποτριχώνω,
* μαστιχώνω,
* προσχώνω,
* βοστρυχώνω,
* πτυχώνω,
* ψυχώνω,
* αναψυχώνω,
* εμψυχώνω,
* μετεμψυχώνω,
* αψώνω,
* καψώνω,
* υψώνω,
* γυψώνω,
* ανυψώνω,
* εξυψώνω,
* υπερυψώνω,
* αθωώνω,
* διέπω,
* σκέπω,
* βλέπω,
* διαβλέπω,
* αναβλέπω,
* ξαναβλέπω,
* επαναβλέπω,
* παραβλέπω,
* ματαβλέπω,
* επιβλέπω,
* περιβλέπω,
* καλοβλέπω,
* αγγελοβλέπω,
* συχνοβλέπω,
* αποβλέπω,
* υποβλέπω,
* προβλέπω,
* πρωτοβλέπω,
* προσβλέπω,
* ρέπω,
* δρέπω,
* πρέπω,
* διαπρέπω,
* αμφιρρέπω,
* τρέπω,
* ανατρέπω,
* παρατρέπω,
* μετατρέπω,
* επιτρέπω,
* εκτρέπω,
* αποτρέπω,
* προτρέπω,
* λείπω,
* διαλείπω,
* παραλείπω,
* καταλείπω,
* εγκαταλείπω,
* εκλείπω,
* ελλείπω,
* απολείπω,
* θάλπω,
* περιθάλπω,
* υποθάλπω,
* μέλπω,
* αναμέλπω,
* λάμπω,
* διαλάμπω,
* αναλάμπω,
* καταλάμπω,
* περιλάμπω,
* αντιλάμπω,
* εκλάμπω,
* πέμπω,
* αναπέμπω,
* επαναπέμπω,
* παραπέμπω,
* καταπέμπω,
* εκπέμπω,
* επανεκπέμπω,
* αποπέμπω,
* προπέμπω,
* έρπω,
* τέρπω,
* υφέρπω,
* σπω,
* λεβάρω,
* αριβάρω,
* προβάρω,
* πρατιγάρω,
* τζογάρω,
* καργάρω,
* αλαργάρω,
* γραδάρω,
* αγκαζάρω,
* πρεζάρω,
* φρεζάρω,
* τεζάρω,
* στιλιζάρω,
* κορνιζάρω,
* μπιζάρω,
* γκριζάρω,
* φριζάρω,
* κοζάρω,
* ποζάρω,
* καβατζάρω,
* τραβατζάρω,
* μανατζάρω,
* ρεμετζάρω,
* ρεμιτζάρω,
* αβαντζάρω,
* καβαντζάρω,
* σκαντζάρω,
* παλαντζάρω,
* μπαλαντζάρω,
* ρομαντζάρω,
* ρεμεντζάρω,
* ρεμιντζάρω,
* κριντζάρω,
* μποτζάρω,
* τζαρτζάρω,
* καρναγιάρω,
* σκανταγιάρω,
* μακιγιάρω,
* μικιάρω,
* σαλιάρω,
* σκανταλιάρω,
* μποτιλιάρω,
* μπανιάρω,
* ακομπανιάρω,
* ακκομπανιάρω,
* στανιάρω,
* σενιάρω,
* σπινιάρω,
* σινιάρω,
* σπιουνιάρω,
* χαπιάρω,
* κοπιάρω,
* λακάρω,
* τρακάρω,
* φρακάρω,
* τακάρω,
* χακάρω,
* λαγκάρω,
* ταγκάρω,
* ιντριγκάρω,
* προγκάρω,
* τσεκάρω,
* κλικάρω,
* πικάρω,
* λαμπικάρω,
* ξελαμπικάρω,
* σπικάρω,
* φαμπρικάρω,
* φρικάρω,
* μποσικάρω,
* πετσικάρω,
* κριτικάρω,
* σταλκάρω,
* στολκάρω,
* προβοκάρω,
* μπλοκάρω,
* ξεμπλοκάρω,
* ροκάρω,
* σοκάρω,
* στοκάρω,
* ξεστοκάρω,
* μαρκάρω,
* παρκάρω,
* μπαρκάρω,
* ξεμπαρκάρω,
* διπλοπαρκάρω,
* λασκάρω,
* ξελασκάρω,
* φρεσκάρω,
* ρισκάρω,
* μποσκάρω,
* μπουκάρω,
* τραμπουκάρω,
* ξεμπουκάρω,
* στουκάρω,
* κιαλάρω,
* καλάρω,
* αμπαλάρω,
* πινελάρω,
* καπελάρω,
* ζογκλάρω,
* γκουγκλάρω,
* κολλάρω,
* μολάρω,
* αμολάρω,
* ρολάρω,
* σκρολάρω,
* τρολάρω,
* κοντρολάρω,
* ξαπλάρω,
* τριπλάρω,
* ντουμπλάρω,
* παρλάρω,
* ρεγουλάρω,
* κουλάρω,
* σπεκουλάρω,
* σκαπουλάρω,
* μανιπουλάρω,
* οντουλάρω,
* φουλάρω,
* καμουφλάρω,
* τζαμάρω,
* ρεκλαμάρω,
* λιμάρω,
* ριμάρω,
* πριμάρω,
* στιμάρω,
* προστιμάρω,
* καλμάρω,
* φιλμάρω,
* φερμάρω,
* φορμάρω,
* ξαναφορμάρω,
* ξεφορμάρω,
* τσουρμάρω,
* ζουμάρω,
* ξεζουμάρω,
* καλουμάρω,
* σουμάρω,
* κουσουμάρω,
* φουμάρω,
* πρυμάρω,
* σβανάρω,
* πλανάρω,
* πανάρω,
* τρενάρω,
* φρενάρω,
* τραινάρω,
* μινάρω,
* λαμινάρω,
* μαρινάρω,
* βατσινάρω,
* πατινάρω,
* σατινάρω,
* ραφινάρω,
* ροζονάρω,
* ρεβεγιονάρω,
* κογιονάρω,
* ταμπονάρω,
* πατρονάρω,
* σονάρω,
* καπιτονάρω,
* κορνάρω,
* τορνάρω,
* σπιουνάρω,
* μαϊνάρω,
* κομπλεξάρω,
* φλεξάρω,
* μιξάρω,
* φιξάρω,
* ντελαπάρω,
* ραπάρω,
* ντεραπάρω,
* κακοραπάρω,
* ρεπάρω,
* κρεπάρω,
* φλιπάρω,
* σαλπάρω,
* σταμπάρω,
* σνομπάρω,
* πομπάρω,
* τρομπάρω,
* τρουμπάρω,
* τουμπάρω,
* ντοπάρω,
* στοπάρω,
* ντεκουπάρω,
* λουπάρω,
* γκρουπάρω,
* σουπάρω,
* αβαράρω,
* μανουβράρω,
* αλεγράρω,
* ξαλεγράρω,
* καδράρω,
* φοδράρω,
* πουδράρω,
* βιράρω,
* ξεβιράρω,
* τζιράρω,
* σκοράρω,
* καλιμπράρω,
* φιλτράρω,
* χαντράρω,
* κεντράρω,
* σεντράρω,
* κοντράρω,
* φοντράρω,
* μοστράρω,
* λουστράρω,
* σιγουράρω,
* φιγουράρω,
* κουράρω,
* γλασάρω,
* γκλασάρω,
* πλασάρω,
* πασάρω,
* γρασάρω,
* κρασάρω,
* πρεσάρω,
* ντρεσάρω,
* στρεσάρω,
* πλισάρω,
* βαλσάρω,
* λανσάρω,
* μπλανσάρω,
* ποσάρω,
* κροσάρω,
* μαρσάρω,
* τραβερσάρω,
* κροσσάρω,
* σουλατσάρω,
* πρυματσάρω,
* στραπατσάρω,
* ταπετσάρω,
* σκιτσάρω,
* φαλτσάρω,
* αβαντσάρω,
* λιντσάρω,
* λυντσάρω,
* κοτσάρω,
* μποτσάρω,
* σκερτσάρω,
* ορτσάρω,
* φορτσάρω,
* κοουτσάρω,
* λουσάρω,
* ρετουσάρω,
* κλατάρω,
* φαφλατάρω,
* μπατάρω,
* καρατάρω,
* τρατάρω,
* τσατάρω,
* πακετάρω,
* ξεπακετάρω,
* ετικετάρω,
* παρκετάρω,
* μπουκετάρω,
* νετάρω,
* σετάρω,
* εξιτάρω,
* τσιτάρω,
* τουιτάρω,
* σαλτάρω,
* βολτάρω,
* αβαντάρω,
* αγαντάρω,
* μαντάρω,
* κουμαντάρω,
* μπαντάρω,
* σοβεντάρω,
* κομπλιμεντάρω,
* κοπλιμεντάρω,
* τσιμεντάρω,
* ντοκουμεντάρω,
* πατεντάρω,
* σιγοντάρω,
* σεγκοντάρω,
* σεκοντάρω,
* μοντάρω,
* ξεμοντάρω,
* ποντάρω,
* τσοντάρω,
* μουντάρω,
* φουντάρω,
* μποϊκοτάρω,
* μποϋκοτάρω,
* πιλοτάρω,
* προμοτάρω,
* σαμποτάρω,
* σοτάρω,
* σκαρτάρω,
* ξεσκαρτάρω,
* σοβερτάρω,
* φλερτάρω,
* κορτάρω,
* σορτάρω,
* κοντραστάρω,
* ρεστάρω,
* τεστάρω,
* κοστάρω,
* ακοστάρω,
* ποστάρω,
* γουστάρω,
* μιουτάρω,
* ντεμπουτάρω,
* σουτάρω,
* μπαλωτάρω,
* ρεφάρω,
* σνιφάρω,
* μπλοφάρω,
* σοφάρω,
* σερφάρω,
* λουφάρω,
* γιουχάρω,
* εκδέρω,
* ξέρω,
* φέρω,
* διαφέρω,
* ενδιαφέρω,
* αναφέρω,
* προαναφέρω,
* επαναφέρω,
* καταφέρω,
* μεταφέρω,
* επιφέρω,
* συνεπιφέρω,
* περιφέρω,
* εκφέρω,
* συνεκφέρω,
* συμφέρω,
* αποφέρω,
* υποφέρω,
* προφέρω,
* συμπροφέρω,
* εισφέρω,
* συνεισφέρω,
* προσφέρω,
* αντιπροσφέρω,
* αίρω,
* καθαίρω,
* αποκαθαίρω,
* μαρμαίρω,
* εξαίρω,
* γεραίρω,
* υπεραίρω,
* χαίρω,
* συγχαίρω,
* επιχαίρω,
* σερβίρω,
* συναγείρω,
* εγείρω,
* διεγείρω,
* μεταδιεγείρω,
* ανεγείρω,
* συνεγείρω,
* εξεγείρω,
* φθείρω,
* διαφθείρω,
* παραφθείρω,
* κείρω,
* περικείρω,
* παρενείρω,
* διασπείρω,
* εγκατασπείρω,
* ενσπείρω,
* φαλίρω,
* φαλλίρω,
* ραμολίρω,
* φινίρω,
* γαρνίρω,
* μπατίρω,
* οικτίρω,
* δρω,
* ξεύρω,
* ηξεύρω,
* κύρω,
* σύρω,
* διασύρω,
* ανασύρω,
* παρασύρω,
* συμπαρασύρω,
* επισύρω,
* αποσύρω,
* συμφύρω,
* ρημάσω,
* ξελαφάσω,
* αρέσω,
* καλαρέσω,
* καλοαρέσω,
* μαλάσσω,
* χειρομαλάσσω,
* αλλάσσω,
* διαλλάσσω,
* συνδιαλλάσσω,
* εναλλάσσω,
* συναλλάσσω,
* εξαλλάσσω,
* απαλλάσσω,
* παραλλάσσω,
* μεταλλάσσω,
* ανταλλάσσω,
* πλάσσω,
* διαπλάσσω,
* μεταπλάσσω,
* φυλάσσω,
* διαφυλάσσω,
* επιφυλάσσω,
* πλαγιοφυλάσσω,
* προφυλάσσω,
* καθαιμάσσω,
* αφαιμάσσω,
* απομάσσω,
* ανάσσω,
* ανατινάσσω,
* εκτινάσσω,
* αποτινάσσω,
* επιπάσσω,
* σπαράσσω,
* κατασπαράσσω,
* ταράσσω,
* διαταράσσω,
* αναταράσσω,
* συνταράσσω,
* χαράσσω,
* διαχαράσσω,
* επαναχαράσσω,
* παραχαράσσω,
* εγχαράσσω,
* περιχαράσσω,
* φράσσω,
* περιφράσσω,
* εμφράσσω,
* αποφράσσω,
* τάσσω,
* διατάσσω,
* αναδιατάσσω,
* επαναδιατάσσω,
* ανατάσσω,
* πατάσσω,
* παρατάσσω,
* αντιπαρατάσσω,
* συμπαρατάσσω,
* κατατάσσω,
* ανακατατάσσω,
* συγκατατάσσω,
* αγιοκατατάσσω,
* μετατάσσω,
* επιτάσσω,
* αντιτάσσω,
* εντάσσω,
* επανεντάσσω,
* συντάσσω,
* ανασυντάσσω,
* αποτάσσω,
* υποτάσσω,
* καθυποτάσσω,
* προτάσσω,
* πυρέσσω,
* καταπλήσσω,
* εκπλήσσω,
* πτήσσω,
* περιελίσσω,
* εξελίσσω,
* εκτυλίσσω,
* φρίσσω,
* πτίσσω,
* σκαρδαμύσσω,
* κηρύσσω,
* διακηρύσσω,
* ανακηρύσσω,
* επικηρύσσω,
* αποκηρύσσω,
* προκηρύσσω,
* επαναπροκηρύσσω,
* ορύσσω,
* διορύσσω,
* ανορύσσω,
* εξορύσσω,
* αναπτύσσω,
* εκπτύσσω,
* συμπτύσσω,
* θέτω,
* διαθέτω,
* προδιαθέτω,
* αναθέτω,
* παραθέτω,
* αντιπαραθέτω,
* συμπαραθέτω,
* καταθέτω,
* παρακαταθέτω,
* μεταθέτω,
* αντιμεταθέτω,
* επιθέτω,
* αντιθέτω,
* εκθέτω,
* ενθέτω,
* παρενθέτω,
* συνθέτω,
* ανασυνθέτω,
* αποσυνθέτω,
* φωτοσυνθέτω,
* αποθέτω,
* εναποθέτω,
* υποθέτω,
* προϋποθέτω,
* προσθέτω,
* ερρέτω,
* τίκτω,
* θάπτω,
* καθάπτω,
* περιάπτω,
* σκάπτω,
* ανασκάπτω,
* κατασκάπτω,
* εκσκάπτω,
* υποσκάπτω,
* βλάπτω,
* παραβλάπτω,
* εκκολάπτω,
* ανάπτω,
* συνάπτω,
* επισυνάπτω,
* εξάπτω,
* περιρράπτω,
* υπορράπτω,
* συρράπτω,
* προσράπτω,
* απαστράπτω,
* προσάπτω,
* σκέπτω,
* κλέπτω,
* λογοκλέπτω,
* υποκλέπτω,
* πέπτω,
* ενσκήπτω,
* νίπτω,
* απονίπτω,
* πίπτω,
* καταπίπτω,
* μεταπίπτω,
* επιπίπτω,
* περιπίπτω,
* εκπίπτω,
* εμπίπτω,
* παρεμπίπτω,
* συμπίπτω,
* υποπίπτω,
* προσπίπτω,
* ρίπτω,
* καταρρίπτω,
* επιρρίπτω,
* απορρίπτω,
* κάμπτω,
* ανακάμπτω,
* επανακάμπτω,
* παρακάμπτω,
* περικάμπτω,
* κόπτω,
* διακόπτω,
* ανακόπτω,
* κατακόπτω,
* περικόπτω,
* αποκόπτω,
* προσκόπτω,
* κύπτω,
* ανακύπτω,
* εγκύπτω,
* επικύπτω,
* υποκύπτω,
* προκύπτω,
* καλύπτω,
* ανακαλύπτω,
* συγκαλύπτω,
* επικαλύπτω,
* περικαλύπτω,
* αποκαλύπτω,
* προκαλύπτω,
* υπερκαλύπτω,
* θρύπτω,
* κρύπτω,
* αποκρύπτω,
* υποκρύπτω,
* τύπτω,
* σκώπτω,
* πλάττω,
* διαφυλάττω,
* πράττω,
* διαπράττω,
* αντιπράττω,
* συμπράττω,
* εισπράττω,
* προεισπράττω,
* πλήττω,
* καταπλήττω,
* επιπλήττω,
* εκπλήττω,
* φρίττω,
* κηρύττω,
* διακηρύττω,
* αποκηρύττω,
* ορύττω,
* λιμώττω,
* υπνώττω,
* ονειρώττω,
* φτω,
* άφτω,
* ζάφτω,
* θάφτω,
* ξεθάφτω,
* σκάφτω,
* ανασκάφτω,
* βλάφτω,
* ανάφτω,
* ξανάφτω,
* αστράφτω,
* σκοντάφτω,
* χάφτω,
* κλέφτω,
* πέφτω,
* ξαναπέφτω,
* παραπέφτω,
* καταπέφτω,
* ξεπέφτω,
* κακοπέφτω,
* καλοπέφτω,
* προσπέφτω,
* νίφτω,
* κόφτω,
* ξεκόφτω,
* αντικόφτω,
* προκόφτω,
* δείχτω,
* ρίχτω,
* βάφω,
* ξαναβάφω,
* ξεβάφω,
* χρυσοβάφω,
* αιματοβάφω,
* γράφω,
* διαγράφω,
* αχνοδιαγράφω,
* προδιαγράφω,
* αναγράφω,
* ξαναγράφω,
* παραγράφω,
* καταγράφω,
* ανακαταγράφω,
* υποκαταγράφω,
* υπερκαταγράφω,
* μεταγράφω,
* εγγράφω,
* επανεγγράφω,
* μετεγγράφω,
* συγγράφω,
* ξεγράφω,
* καλλιγράφω,
* επιγράφω,
* περιγράφω,
* αντιγράφω,
* κακογράφω,
* μονογράφω,
* απογράφω,
* υπογράφω,
* συνυπογράφω,
* προσυπογράφω,
* προϋπογράφω,
* καθαρογράφω,
* προγράφω,
* υπεργράφω,
* προσγράφω,
* γνέφω,
* θρέφω,
* αναθρέφω,
* τρέφω,
* διατρέφω,
* ανατρέφω,
* εκτρέφω,
* στρέφω,
* διαστρέφω,
* αναστρέφω,
* καταστρέφω,
* μεταστρέφω,
* επιστρέφω,
* περιστρέφω,
* αντιστρέφω,
* αποστρέφω,
* υποστρέφω,
* συστρέφω,
* στέφω,
* επιστέφω,
* ανανήφω,
* αλείφω,
* περιαλείφω,
* εξαλείφω,
* απαλείφω,
* επαλείφω,
* πασαλείφω,
* πασσαλείφω,
* γλείφω,
* γλύφω,
* περιγλύφω,
* στύφω,
* έχω,
* παραέχω,
* βέχω,
* περιέχω,
* εμπεριέχω,
* πλέχω,
* ενέχω,
* συνέχω,
* εξέχω,
* προεξέχω,
* απέχω,
* ισαπέχω,
* επέχω,
* υπέχω,
* παρέχω,
* αντιπαρέχω,
* βρέχω,
* διαβρέχω,
* καταβρέχω,
* περιβρέχω,
* εμβρέχω,
* υπερέχω,
* τρέχω,
* διατρέχω,
* ανατρέχω,
* ξανατρέχω,
* παρατρέχω,
* κατατρέχω,
* επιτρέχω,
* περιτρέχω,
* συντρέχω,
* προτρέχω,
* στρέχω,
* προστρέχω,
* εισέχω,
* προσέχω,
* κατέχω,
* διακατέχω,
* συγκατέχω,
* μετέχω,
* συμμετέχω,
* αντέχω,
* παντέχω,
* απαντέχω,
* βήχω,
* ξεροβήχω,
* αποσμήχω,
* ψήχω,
* λείχω,
* ελέγχω,
* διελέγχω,
* εξελέγχω,
* προελέγχω,
* ρέγχω,
* άρχω,
* συνάρχω,
* προεξάρχω,
* υπάρχω,
* ενυπάρχω,
* συνυπάρχω,
* προϋπάρχω,
* ανάσχω,
* πάσχω,
* συμπάσχω,
* κατάσχω,
* κατατρύχω,
* ψύχω,
* διαψύχω,
* αναψύχω,
* καταψύχω,
* αποψύχω,
* αρόω,
* απολαύω,
* παύω,
* αναπαύω,
* επαναπαύω,
* καταπαύω,
* θραύω,
* ψαύω,
* επιψαύω,
* δύω,
* εκδύω,
* απεκδύω,
* ενδύω,
* επενδύω,
* επανεπενδύω,
* αποεπενδύω,
* υπενδύω,
* εισδύω,
* διεισδύω,
* παρεισδύω,
* βραβεύω,
* επιβραβεύω,
* θριαμβεύω,
* πρεσβεύω,
* κυβεύω,
* διακυβεύω,
* εκκυβεύω,
* μαγεύω,
* καταμαγεύω,
* απομαγεύω,
* λαγγεύω,
* αλαργεύω,
* κακουργεύω,
* υπουργεύω,
* πρωθυπουργεύω,
* προαγωγεύω,
* φυγαδεύω,
* κλαδεύω,
* παρακλαδεύω,
* περικλαδεύω,
* σημαδεύω,
* αναδεύω,
* μεταλαμπαδεύω,
* χαδεύω,
* στρατοπεδεύω,
* μεταστρατοπεδεύω,
* κηδεύω,
* επιτηδεύω,
* παιδεύω,
* εκπαιδεύω,
* επανεκπαιδεύω,
* συνεκπαιδεύω,
* μετεκπαιδεύω,
* προπαιδεύω,
* παγιδεύω,
* φαλκιδεύω,
* ταξιδεύω,
* συνταξιδεύω,
* αργοταξιδεύω,
* πολυταξιδεύω,
* οδεύω,
* μεθοδεύω,
* περιοδεύω,
* συνοδεύω,
* ξοδεύω,
* παραξοδεύω,
* καταξοδεύω,
* εξοδεύω,
* προοδεύω,
* σοδεύω,
* εσοδεύω,
* αφοδεύω,
* ἀφοδεύω,
* αρδεύω,
* μπασταρδεύω,
* κερδεύω,
* μπερδεύω,
* ξεμπερδεύω,
* χαϊδεύω,
* παραχαϊδεύω,
* κοροϊδεύω,
* ζεύω,
* τζαζεύω,
* μαζεύω,
* περιμαζεύω,
* συμμαζεύω,
* χαζεύω,
* ξεζεύω,
* πεζεύω,
* ξεπεζεύω,
* μουφλουζεύω,
* γουρσουζεύω,
* γρουσουζεύω,
* αγαθεύω,
* λαθεύω,
* αληθεύω,
* επαληθεύω,
* προμηθεύω,
* νοθεύω,
* καλπονοθεύω,
* εκμαιεύω,
* ανδρειεύω,
* αντρειεύω,
* αλιεύω,
* ταμιεύω,
* εκταμιεύω,
* αποταμιεύω,
* αναριεύω,
* αγριεύω,
* θεριεύω,
* κυριεύω,
* κατακυριεύω,
* δημοσιεύω,
* αναδημοσιεύω,
* προδημοσιεύω,
* πρωτοδημοσιεύω,
* βλακεύω,
* κολακεύω,
* φαρμακεύω,
* κανακεύω,
* ανθρακεύω,
* μαγκεύω,
* φραγκεύω,
* αποθηκεύω,
* εναποθηκεύω,
* υποθηκεύω,
* λογικεύω,
* εκλογικεύω,
* ειδικεύω,
* εξειδικεύω,
* καλοριζικεύω,
* καβαλικεύω,
* ξεκαβαλικεύω,
* χαμαλικεύω,
* καθολικεύω,
* ατομικεύω,
* εξατομικεύω,
* ιδανικεύω,
* εξιδανικεύω,
* γενικεύω,
* εκτεχνικεύω,
* μερικεύω,
* εξωτερικεύω,
* εσωτερικεύω,
* χαλκεύω,
* τουρκεύω,
* μουσκεύω,
* σουρτουκεύω,
* καρυκεύω,
* εκλαϊκεύω,
* γαργαλεύω,
* σκαλεύω,
* δασκαλεύω,
* ανασκαλεύω,
* παλεύω,
* αντιπαλεύω,
* χαροπαλεύω,
* αντραλεύω,
* σαλεύω,
* διασαλεύω,
* ανασαλεύω,
* αργοσαλεύω,
* μπαταλεύω,
* σπαταλεύω,
* χαλεύω,
* χαρχαλεύω,
* εισαγγελεύω,
* κελεύω,
* μακελεύω,
* ρεμπελεύω,
* τελεύω,
* ξετελεύω,
* συντελεύω,
* κιβδηλεύω,
* ζηλεύω,
* νοσηλεύω,
* ρεζιλεύω,
* σμιλεύω,
* βασιλεύω,
* συμβασιλεύω,
* φιλεύω,
* επιδαψιλεύω,
* μεταλλεύω,
* βολεύω,
* καταβολεύω,
* δυσκολεύω,
* μολεύω,
* μπολεύω,
* κουτσομπολεύω,
* στρογγυλεύω,
* συνονθυλεύω,
* σκυλεύω,
* συμβουλεύω,
* δουλεύω,
* παραδουλεύω,
* εθελοδουλεύω,
* ψιλοδουλεύω,
* ξενοδουλεύω,
* χοντροδουλεύω,
* ζουλεύω,
* πουλεύω,
* ψαχουλεύω,
* μοχλεύω,
* αναμοχλεύω,
* υπομοχλεύω,
* φωλεύω,
* εμφωλεύω,
* δημεύω,
* σταθμεύω,
* μετασταθμεύω,
* διαπορθμεύω,
* φρονιμεύω,
* χρησιμεύω,
* ξαντιμεύω,
* νοστιμεύω,
* υπονομεύω,
* αστυνομεύω,
* συντομεύω,
* δεσμεύω,
* αποδεσμεύω,
* αυτοδεσμεύω,
* νεύω,
* μαγγανεύω,
* διανεύω,
* λιανεύω,
* ζητιανεύω,
* ρουφιανεύω,
* πλανεύω,
* ξεπλανεύω,
* αποπλανεύω,
* τρανεύω,
* κατανεύω,
* συγκατανεύω,
* λιτανεύω,
* ζωντανεύω,
* ξαναζωντανεύω,
* πρυτανεύω,
* αρφανεύω,
* ορφανεύω,
* λιγνεύω,
* συγγενεύω,
* απαρθενεύω,
* ξεπαρθενεύω,
* εκπαρθενεύω,
* αππαρθενεύω,
* ηγουμενεύω,
* παραξενεύω,
* προξενεύω,
* στενεύω,
* αποστενεύω,
* σαγηνεύω,
* γαληνεύω,
* ερμηνεύω,
* μεθερμηνεύω,
* διερμηνεύω,
* παρερμηνεύω,
* ορμηνεύω,
* ἑρμηνεύω,
* ειρηνεύω,
* παινεύω,
* καμινεύω,
* εκκαμινεύω,
* επινεύω,
* μπινεύω,
* ρητινεύω,
* οκνεύω,
* τυραννεύω,
* κονεύω,
* διακονεύω,
* παραμονεύω,
* ηγεμονεύω,
* κηδεμονεύω,
* μνημονεύω,
* απομνημονεύω,
* τιμονεύω,
* υπομονεύω,
* ανυπομονεύω,
* συμπονεύω,
* προνεύω,
* γειτονεύω,
* φονεύω,
* αρνεύω,
* πορνεύω,
* εκπορνεύω,
* τορνεύω,
* κινδυνεύω,
* διακινδυνεύω,
* παρακινδυνεύω,
* προκινδυνεύω,
* ριψοκινδυνεύω,
* σπιουνεύω,
* κακοσυνεύω,
* καλοσυνεύω,
* κιντυνεύω,
* ιχνεύω,
* ανιχνεύω,
* ισχνεύω,
* χωνεύω,
* αναχωνεύω,
* συγχωνεύω,
* ξελεχωνεύω,
* κακοχωνεύω,
* καλοχωνεύω,
* λαξεύω,
* λοξεύω,
* τοξεύω,
* εκτοξεύω,
* θεραπεύω,
* αποθεραπεύω,
* κηπεύω,
* πομπεύω,
* διαπομπεύω,
* σκοπεύω,
* κατασκοπεύω,
* αντικατασκοπεύω,
* επισκοπεύω,
* επιτροπεύω,
* ιππεύω,
* αφιππεύω,
* καρπεύω,
* θωπεύω,
* ανθρωπεύω,
* αντιπροσωπεύω,
* εκπροσωπεύω,
* ρεύω,
* σοβαρεύω,
* αγγαρεύω,
* πλαδαρεύω,
* παζαρεύω,
* καθαρεύω,
* μασκαρεύω,
* ξεμασκαρεύω,
* τιμαρεύω,
* μουρνταρεύω,
* ψαρεύω,
* αγρεύω,
* εδρεύω,
* ενεδρεύω,
* κατοικοεδρεύω,
* προεδρεύω,
* συμπροεδρεύω,
* παρεδρεύω,
* υπανδρεύω,
* υδρεύω,
* γερεύω,
* καλογερεύω,
* συμπεθερεύω,
* νοικοκερεύω,
* μερεύω,
* ημερεύω,
* διημερεύω,
* μακροημερεύω,
* εφημερεύω,
* δροσερεύω,
* διανυκτερεύω,
* χειροτερεύω,
* καρτερεύω,
* στερεύω,
* αποστερεύω,
* καλυτερεύω,
* νυχτερεύω,
* διανυχτερεύω,
* απονυχτερεύω,
* θηρεύω,
* πονηρεύω,
* χηρεύω,
* ζωηρεύω,
* ξολοθρεύω,
* εξολοθρεύω,
* καλοκαιρεύω,
* μαγειρεύω,
* στειρεύω,
* χαζιρεύω,
* αποκρεύω,
* αγορεύω,
* αναγορεύω,
* ξαγορεύω,
* απαγορεύω,
* προαπαγορεύω,
* υπαγορεύω,
* προσαγορεύω,
* κορεύω,
* διακορεύω,
* συνορεύω,
* πορεύω,
* γιατροπορεύω,
* τορεύω,
* ρητορεύω,
* ρακτορεύω,
* μαστορεύω,
* εφορεύω,
* χορεύω,
* θαρρεύω,
* αναθαρρεύω,
* παραθαρρεύω,
* ξεθαρρεύω,
* ιατρεύω,
* γιατρεύω,
* λατρεύω,
* παντρεύω,
* κακοπαντρεύω,
* καλοπαντρεύω,
* μικροπαντρεύω,
* παστρεύω,
* ξεπαστρεύω,
* αποπαστρεύω,
* γυρεύω,
* καλογυρεύω,
* οικοκυρεύω,
* νοικοκυρεύω,
* σιγουρεύω,
* χουζουρεύω,
* κουρεύω,
* κουτσουρεύω,
* σωρεύω,
* επισωρεύω,
* συσσωρεύω,
* τιθασεύω,
* θρασεύω,
* μισεύω,
* κοσεύω,
* κουρσεύω,
* περισσεύω,
* νεοσσεύω,
* γλωσσεύω,
* κακογλωσσεύω,
* αγκουσεύω,
* βατεύω,
* βαρβατεύω,
* μπαγιατεύω,
* χωριατεύω,
* ανακατεύω,
* σακατεύω,
* πιλατεύω,
* καματεύω,
* ακαματεύω,
* γνωματεύω,
* γινατεύω,
* πασπατεύω,
* υπατεύω,
* ιερατεύω,
* πειρατεύω,
* επιστρατεύω,
* εκστρατεύω,
* αποστρατεύω,
* χωρατεύω,
* μαντατεύω,
* προστατεύω,
* υπερπροστατεύω,
* ραχατεύω,
* ικετεύω,
* καθικετεύω,
* δραπετεύω,
* ρεμπετεύω,
* διοχετεύω,
* επαναδιοχετεύω,
* αποχετεύω,
* παροχετεύω,
* μετοχετεύω,
* γητεύω,
* θητεύω,
* μαθητεύω,
* συμμαθητεύω,
* ασκητεύω,
* αλητεύω,
* κλητεύω,
* γυμνητεύω,
* γοητεύω,
* καταγοητεύω,
* απογοητεύω,
* διαιτητεύω,
* προφητεύω,
* στηλιτεύω,
* τριτεύω,
* σιτεύω,
* μεσιτεύω,
* γιγαντεύω,
* ταλαντεύω,
* μαντεύω,
* προμαντεύω,
* αγναντεύω,
* ξαγναντεύω,
* μπερμπαντεύω,
* νταντεύω,
* αφεντεύω,
* διαφεντεύω,
* κοντεύω,
* αρχοντεύω,
* κιοτεύω,
* διοπτεύω,
* εποπτεύω,
* κατοπτεύω,
* σκαρτεύω,
* αγυρτεύω,
* μεταναστεύω,
* δυναστεύω,
* καταδυναστεύω,
* ληστεύω,
* καταληστεύω,
* νηστεύω,
* μνηστεύω,
* αμνηστεύω,
* αχρηστεύω,
* πιστεύω,
* διαπιστεύω,
* αριστεύω,
* λιγοστεύω,
* ολιγοστεύω,
* σαρακοστεύω,
* ανοστεύω,
* απλουστεύω,
* υπεραπλουστεύω,
* γνωστεύω,
* περιττεύω,
* φυτεύω,
* αναφυτεύω,
* μεταφυτεύω,
* εμφυτεύω,
* πυκνοφυτεύω,
* δενδροφυτεύω,
* δεντροφυτεύω,
* ιδιωτεύω,
* ειλωτεύω,
* πρωτεύω,
* ασωτεύω,
* κατασωτεύω,
* σαϊτεύω,
* νυμφεύω,
* συντροφεύω,
* στερφεύω,
* κωφεύω,
* λογχεύω,
* μοιχεύω,
* ταριχεύω,
* βακχεύω,
* οχεύω,
* ελλοχεύω,
* στοχεύω,
* αστοχεύω,
* πατριαρχεύω,
* δημαρχεύω,
* μοσχεύω,
* καταμοσχεύω,
* μεταμοσχεύω,
* προστυχεύω,
* κωχεύω,
* πτωχεύω,
* μεθύω,
* ελκύω,
* καθελκύω,
* ανελκύω,
* παρελκύω,
* προσελκύω,
* αναπροσελκύω,
* επαναπροσελκύω,
* εφελκύω,
* συνεφελκύω,
* κωκύω,
* λύω,
* διαλύω,
* αποδιαλύω,
* αναλύω,
* ψυχαναλύω,
* παραλύω,
* καταλύω,
* επιλύω,
* εκλύω,
* απολλύω,
* αιμολύω,
* απολύω,
* εξαπολύω,
* υδρολύω,
* ηλεκτρολύω,
* κωλύω,
* παρακωλύω,
* καμμύω,
* διανύω,
* συμπηγνύω,
* ρηγνύω,
* διαρρηγνύω,
* μειγνύω,
* αναμειγνύω,
* συμμειγνύω,
* προσμειγνύω,
* μιγνύω,
* αναμιγνύω,
* διαζευγνύω,
* συζευγνύω,
* μηνύω,
* διαμηνύω,
* καταμηνύω,
* προμηνύω,
* δεικνύω,
* αναδεικνύω,
* καταδεικνύω,
* επιδεικνύω,
* αποδεικνύω,
* ανταποδεικνύω,
* υποδεικνύω,
* ομνύω,
* αποσβεννύω,
* κορεννύω,
* ξύω,
* αναξύω,
* αποξύω,
* ακούω,
* βαριακούω,
* καλακούω,
* ξανακούω,
* υπακούω,
* παρακούω,
* λαθρακούω,
* εισακούω,
* ματακούω,
* κρυφακούω,
* βαρηκούω,
* λούω,
* κρούω,
* ανακρούω,
* προανακρούω,
* επικρούω,
* αντικρούω,
* αγγελοκρούω,
* κωδωνοκρούω,
* αποκρούω,
* υποκρούω,
* προσκρούω,
* ιδρύω,
* καθιδρύω,
* εγκαθιδρύω,
* ανιδρύω,
* επανιδρύω,
* ενιδρύω,
* πτύω,
* εμπτύω,
* αποπτύω,
* εκχύω,
* ισχύω,
* ενισχύω,
* υπερισχύω,
* κατισχύω,
* τρώω,
* παρατρώω,
* κατατρώω,
* συντρώω,
* ψιλοτρώω,
* γλωσσοτρώω,
* μεσολαβώ,
* διαμεσολαβώ,
* τραβώ,
* παρατραβώ,
* αποτραβώ,
* ασεβώ,
* λειοτριβώ,
* χρονοτριβώ,
* βομβώ,
* επακουμβώ,
* σοβώ,
* αποσοβώ,
* εκφοβώ,
* θορυβώ,
* καταθορυβώ,
* σαλαγώ,
* ξεναγώ,
* βιαιοπραγώ,
* αδικοπραγώ,
* ευπραγώ,
* αιμορραγώ,
* ψυχορραγώ,
* ναυαγώ,
* κρεοφαγώ,
* βογγώ,
* οδηγώ,
* καθοδηγώ,
* κυνηγώ,
* ξηγώ,
* εξηγώ,
* επεξηγώ,
* παρεξηγώ,
* πλοηγώ,
* ναυπηγώ,
* χορηγώ,
* επιχορηγώ,
* στρατηγώ,
* καταστρατηγώ,
* ριγώ,
* αναριγώ,
* σφριγώ,
* σιγώ,
* αλγώ,
* κεφαλαλγώ,
* νοσταλγώ,
* ασελγώ,
* αναλογώ,
* βλογώ,
* καλλιλογώ,
* αντιλογώ,
* παλιλλογώ,
* τραβολογώ,
* ακριβολογώ,
* ανακριβολογώ,
* θριαμβολογώ,
* ραγολογώ,
* αργολογώ,
* ψευδολογώ,
* χαϊδολογώ,
* θεολογώ,
* χαζολογώ,
* πεζολογώ,
* ριζολογώ,
* νηολογώ,
* ηθολογώ,
* λιθολογώ,
* ανθολογώ,
* μυθολογώ,
* παραμυθολογώ,
* σπουδαιολογώ,
* χυδαιολογώ,
* δικαιολογώ,
* ματαιολογώ,
* αχρειολογώ,
* αστειολογώ,
* αξιολογώ,
* διαστασιολογώ,
* καυχησιολογώ,
* αιτιολογώ,
* εναντιολογώ,
* κακολογώ,
* συνθηκολογώ,
* ηθικολογώ,
* γενικολογώ,
* πλιατσικολογώ,
* θεωρητικολογώ,
* πολιτικολογώ,
* σκανδαλολογώ,
* φιλολογώ,
* ψιλολογώ,
* μολογώ,
* ανεμολογώ,
* φημολογώ,
* βαθμολογώ,
* αναβαθμολογώ,
* τιμολογώ,
* ανατιμολογώ,
* προτιμολογώ,
* υπερτιμολογώ,
* ομολογώ,
* καθομολογώ,
* διομολογώ,
* συνομολογώ,
* ξομολογώ,
* εξομολογώ,
* δρομολογώ,
* αρμολογώ,
* συναρμολογώ,
* επανασυναρμολογώ,
* αποσυναρμολογώ,
* σπερμολογώ,
* δασμολογώ,
* χρησμολογώ,
* ευθυμολογώ,
* ετυμολογώ,
* παρετυμολογώ,
* γνωμολογώ,
* πιθανολογώ,
* βοτανολογώ,
* κενολογώ,
* θρηνολογώ,
* ελεεινολογώ,
* κοινολογώ,
* βυζαντινολογώ,
* σεμνολογώ,
* υμνολογώ,
* μονολογώ,
* δαιμονολογώ,
* χρονολογώ,
* μεταχρονολογώ,
* προχρονολογώ,
* κινδυνολογώ,
* ανευθυνολογώ,
* τεχνολογώ,
* δοξολογώ,
* παραδοξολογώ,
* τσιμπολογώ,
* τροπολογώ,
* καρπολογώ,
* λασπολογώ,
* σοβαρολογώ,
* καθαρολογώ,
* δεκαρολογώ,
* φαιδρολογώ,
* αερολογώ,
* ιερολογώ,
* υστερολογώ,
* δευτερολογώ,
* προχειρολογώ,
* μοιρολογώ,
* μακρολογώ,
* μπεκρολογώ,
* μικρολογώ,
* φορολογώ,
* προλογώ,
* πληκτρολογώ,
* παντρολογώ,
* μαυρολογώ,
* αισχρολογώ,
* μωρολογώ,
* δροσολογώ,
* συνθηματολογώ,
* αισθηματολογώ,
* επιχειρηματολογώ,
* χρηματολογώ,
* σηματολογώ,
* λημματολογώ,
* συμπερασματολογώ,
* τερατολογώ,
* στρατολογώ,
* ρουσφετολογώ,
* χαριτολογώ,
* απεραντολογώ,
* παρελθοντολογώ,
* συμφεροντολογώ,
* εικοτολογώ,
* λεπτολογώ,
* βλαστολογώ,
* ιστολογώ,
* αοριστολογώ,
* κοστολογώ,
* βαττολογώ,
* περιττολογώ,
* περιαυτολογώ,
* ναυτολογώ,
* ταυτολογώ,
* κρυολογώ,
* ευφυολογώ,
* σταχυολογώ,
* καταστροφολογώ,
* ψοφολογώ,
* κορφολογώ,
* κλεφτοκορφολογώ,
* αχολογώ,
* σταχολογώ,
* ηχολογώ,
* ψυχολογώ,
* ευλογώ,
* επευλογώ,
* πολυλογώ,
* βραχυλογώ,
* νογώ,
* αργώ,
* ξαργώ,
* σπαργώ,
* καταργώ,
* αυτοκαταργώ,
* καλλιεργώ,
* κωλυσιεργώ,
* ενεργώ,
* διενεργώ,
* προενεργώ,
* επενεργώ,
* αντενεργώ,
* αυτενεργώ,
* συνεργώ,
* απεργώ,
* ανταπεργώ,
* οργώ,
* αραβουργώ,
* κρεουργώ,
* κατακρεουργώ,
* ραδιουργώ,
* δημιουργώ,
* αναδημιουργώ,
* ανοσιουργώ,
* κακουργώ,
* μεγαλουργώ,
* αμπελουργώ,
* καλλουργώ,
* ξυλουργώ,
* τεχνουργώ,
* ιερουργώ,
* χειρουργώ,
* μουσουργώ,
* θαυματουργώ,
* τερατουργώ,
* τελετουργώ,
* λειτουργώ,
* διαλειτουργώ,
* επαναλειτουργώ,
* ξελειτουργώ,
* συλλειτουργώ,
* απολειτουργώ,
* υπολειτουργώ,
* πρωτολειτουργώ,
* δυσλειτουργώ,
* πλαστουργώ,
* στιχουργώ,
* ισοζυγώ,
* λυγώ,
* φτερουγώ,
* τρυγώ,
* αποτρυγώ,
* παιδαγωγώ,
* διαπαιδαγωγώ,
* δημαγωγώ,
* καταδημαγωγώ,
* χαλιναγωγώ,
* σκληραγωγώ,
* χειραγωγώ,
* λαφυραγωγώ,
* μυσταγωγώ,
* φωταγωγώ,
* ψυχαγωγώ,
* ξεπροβαδώ,
* κελαδώ,
* μαδώ,
* φυλλομαδώ,
* σουρομαδώ,
* τροχοπεδώ,
* κελαηδώ,
* πηδώ,
* αναπηδώ,
* μεταπηδώ,
* ξεπηδώ,
* χοροπηδώ,
* υπερπηδώ,
* κυλινδώ,
* παρασπονδώ,
* ξεπροβοδώ,
* ορθοποδώ,
* αισχροκερδώ,
* τσιληπουρδώ,
* τσιλημπουρδώ,
* απαυδώ,
* τραγουδώ,
* σιγοτραγουδώ,
* γλυκοτραγουδώ,
* τραγωδώ,
* διατραγωδώ,
* διεκτραγωδώ,
* μελωδώ,
* ψαλμωδώ,
* διακωμωδώ,
* θρηνωδώ,
* παλινωδώ,
* υμνωδώ,
* κιθαρωδώ,
* παρωδώ,
* ορρωδώ,
* ευωδώ,
* κελαϊδώ,
* ελεώ,
* καθυποχρεώ,
* επιζώ,
* κακοζώ,
* καλοζώ,
* ψωμοζώ,
* αποζώ,
* ψευτοζώ,
* μυζώ,
* εκμυζώ,
* απομυζώ,
* συζώ,
* ανδραγαθώ,
* αντιπαθώ,
* συμπαθώ,
* ψιλοσυμπαθώ,
* αναξιοπαθώ,
* κακοπαθώ,
* δεινοπαθώ,
* προσπαθώ,
* ευσταθώ,
* μεθώ,
* διηθώ,
* βοηθώ,
* επιβοηθώ,
* υποβοηθώ,
* απειθώ,
* ανθώ,
* διανθώ,
* πενθώ,
* βαρυπενθώ,
* ποθώ,
* πορθώ,
* εκπορθώ,
* βυθώ,
* ακολουθώ,
* συνακολουθώ,
* εξακολουθώ,
* επακολουθώ,
* παρακολουθώ,
* μοχθώ,
* ωθώ,
* συνωθώ,
* εξωθώ,
* προωθώ,
* επαναπροωθώ,
* απωθώ,
* παρωθώ,
* διαβιώ,
* αναβιώ,
* εγκαταβιώ,
* αποβιώ,
* μειδιώ,
* υπομειδιώ,
* ανθυπομειδιώ,
* προσμειδιώ,
* παγουδιώ,
* κλειώ,
* ανοιγοκλειώ,
* σειώ,
* σκωληκιώ,
* μυρμηκιώ,
* φρικιώ,
* αγαλλιώ,
* σκολιώ,
* βουλιμιώ,
* εποφθαλμιώ,
* ανιώ,
* σκοτοδινιώ,
* δαιμονιώ,
* αγωνιώ,
* αξιώ,
* απαξιώ,
* ποιώ,
* παραποιώ,
* μεταποιώ,
* περιποιώ,
* εκποιώ,
* εμποιώ,
* συλλαβοποιώ,
* κολεκτιβοποιώ,
* κολεχτιβοποιώ,
* κονσερβοποιώ,
* χαλυβοποιώ,
* αποθορυβοποιώ,
* παγοποιώ,
* αποπαγοποιώ,
* ενεργοποιώ,
* ανενεργοποιώ,
* επανενεργοποιώ,
* απενεργοποιώ,
* ομαδοποιώ,
* γηπεδοποιώ,
* οικοπεδοποιώ,
* παιδοποιώ,
* ειδοποιώ,
* προειδοποιώ,
* σελιδοποιώ,
* τραγωδοποιώ,
* θεοποιώ,
* οξεοποιώ,
* στερεοποιώ,
* οστεοποιώ,
* μυθοποιώ,
* απομυθοποιώ,
* κεφαλαιοποιώ,
* ανακεφαλαιοποιώ,
* ωραιοποιώ,
* αγιοποιώ,
* παγιοποιώ,
* σταδιοποιώ,
* υπογειοποιώ,
* εργαλειοποιώ,
* τελειοποιώ,
* αποαποικιοποιώ,
* μομιοποιώ,
* μουμιοποιώ,
* κονιοποιώ,
* αξιοποιώ,
* γελοιοποιώ,
* αεριοποιώ,
* δραστηριοποιώ,
* επαναδραστηριοποιώ,
* κατηγοριοποιώ,
* περιθωριοποιώ,
* υποστασιοποιώ,
* δημοσιοποιώ,
* πυριτιοποιώ,
* ψηφιοποιώ,
* σειριακοποιώ,
* κακοποιώ,
* κλιμακοποιώ,
* τραγικοποιώ,
* κωδικοποιώ,
* διακωδικοποιώ,
* αποκωδικοποιώ,
* αποναζικοποιώ,
* ηθικοποιώ,
* υλικοποιώ,
* αποπυρηνικοποιώ,
* εθνικοποιώ,
* αποεθνικοποιώ,
* ποινικοποιώ,
* αποποινικοποιώ,
* κοινωνικοποιώ,
* εσωτερικοποιώ,
* κρατικοποιώ,
* απογραφειοκρατικοποιώ,
* τεχνοκρατικοποιώ,
* αποκρατικοποιώ,
* αποστρατικοποιώ,
* εντατικοποιώ,
* επαναστατικοποιώ,
* σχετικοποιώ,
* παθητικοποιώ,
* διοικητικοποιώ,
* θεωρητικοποιώ,
* πολιτικοποιώ,
* αποπολιτικοποιώ,
* ποσοτικοποιώ,
* αστικοποιώ,
* πλαστικοποιώ,
* ριζοσπαστικοποιώ,
* αποναζιστικοποιώ,
* οριστικοποιώ,
* στατιστικοποιώ,
* ιδιωτικοποιώ,
* στρατιωτικοποιώ,
* αποστρατιωτικοποιώ,
* κοκκοποιώ,
* σειραϊκοποιώ,
* αποσειραϊκοποιώ,
* μεγαλοποιώ,
* ομαλοποιώ,
* υαλοποιώ,
* αγγλοποιώ,
* μελοποιώ,
* καρτελοποιώ,
* δηλοποιώ,
* συμβολοποιώ,
* απλοποιώ,
* υλοποιώ,
* στρογγυλοποιώ,
* χυλοποιώ,
* ειδωλοποιώ,
* σαλαμοποιώ,
* επισημοποιώ,
* νομιμοποιώ,
* απονομιμοποιώ,
* γονιμοποιώ,
* μονιμοποιώ,
* χρησιμοποιώ,
* ξαναχρησιμοποιώ,
* χυμοποιώ,
* δραχμοποιώ,
* στεγανοποιώ,
* ικανοποιώ,
* αμερικανοποιώ,
* βαλκανοποιώ,
* αδρανοποιώ,
* μηχανοποιώ,
* βιομηχανοποιώ,
* ενοποιώ,
* ενδογενοποιώ,
* ομογενοποιώ,
* αντικειμενοποιώ,
* συγκεκριμενοποιώ,
* αποενοποιώ,
* διεθνοποιώ,
* αποδιεθνοποιώ,
* κοινοποιώ,
* ανακοινοποιώ,
* ζελατινοποιώ,
* τεκνοποιώ,
* εικονοποιώ,
* δαιμονοποιώ,
* βυνοποιώ,
* κλωνοποιώ,
* σαπωνοποιώ,
* τροποποιώ,
* τυποποιώ,
* προσωποποιώ,
* απροσωποποιώ,
* αποπροσωποποιώ,
* χαροποιώ,
* υγροποιώ,
* σταθεροποιώ,
* αποσταθεροποιώ,
* ουδετεροποιώ,
* εστεροποιώ,
* μετεστεροποιώ,
* ηχηροποιώ,
* στειροποιώ,
* διαφοροποιώ,
* δορυφοροποιώ,
* παραμετροποιώ,
* νιτροποιώ,
* αλευροποιώ,
* ισχυροποιώ,
* ανοσοποιώ,
* θαλασσοποιώ,
* δραματοποιώ,
* μελοδραματοποιώ,
* αποδραματοποιώ,
* πραγματοποιώ,
* αποθεματοποιώ,
* συστηματοποιώ,
* σχηματοποιώ,
* ονοματοποιώ,
* αυτοματοποιώ,
* συρματοποιώ,
* ελασματοποιώ,
* κλασματοποιώ,
* νομισματοποιώ,
* διαμερισματοποιώ,
* εμπορευματοποιώ,
* θυματοποιώ,
* ιδρυματοποιώ,
* σωματοποιώ,
* γαλακτωματοποιώ,
* πηκτωματοποιώ,
* καθετοποιώ,
* συνειδητοποιώ,
* αυτοσυνειδητοποιώ,
* αισθητοποιώ,
* αναισθητοποιώ,
* ευαισθητοποιώ,
* απευαισθητοποιώ,
* κινητοποιώ,
* ακινητοποιώ,
* ανεξαρτητοποιώ,
* γαλακτοποιώ,
* τακτοποιώ,
* πολτοποιώ,
* παραγοντοποιώ,
* ιμβερτοποιώ,
* κονιορτοποιώ,
* ασβεστοποιώ,
* μεγιστοποιώ,
* πιστοποιώ,
* βελτιστοποιώ,
* ελαχιστοποιώ,
* ρευστοποιώ,
* γνωστοποιώ,
* ταυτοποιώ,
* ταχτοποιώ,
* αδελφοποιώ,
* μορφοποιώ,
* ενοχοποιώ,
* απενοχοποιώ,
* αδιαβροχοποιώ,
* φτωχοποιώ,
* ζωοποιώ,
* ηρωοποιώ,
* κοπιώ,
* χολεριώ,
* ερυθριώ,
* γαυριώ,
* ωχριώ,
* φθισιώ,
* νεκατσιώ,
* ενθουσιώ,
* μαθητιώ,
* ασφυκτιώ,
* κορυβαντιώ,
* πνευστιώ,
* ευρωτιώ,
* χαιρεκακώ,
* ανεξικακώ,
* μνησικακώ,
* λακώ,
* γλακώ,
* αγλακώ,
* βουρβουλακώ,
* πλαγιοφυλακώ,
* χοχλακώ,
* βογκώ,
* πελεκώ,
* αδικώ,
* ανταδικώ,
* τελεσιδικώ,
* αντιδικώ,
* διεκδικώ,
* φυγοδικώ,
* ερημοδικώ,
* χειροδικώ,
* αυτοδικώ,
* στρεψοδικώ,
* νικώ,
* κατανικώ,
* φιλονικώ,
* διαφιλονικώ,
* υπερνικώ,
* οικώ,
* διοικώ,
* κακοδιοικώ,
* ενοικώ,
* συνοικώ,
* αποικώ,
* εποικώ,
* παροικώ,
* γροικώ,
* κατοικώ,
* συγκατοικώ,
* ιδιοκατοικώ,
* μετοικώ,
* γρικώ,
* αγρικώ,
* φακκώ,
* ρυμουλκώ,
* ξιφουλκώ,
* νεωλκώ,
* δοκώ,
* καραδοκώ,
* δωροδοκώ,
* προσδοκώ,
* ευδοκώ,
* δολοπλοκώ,
* δυστοκώ,
* αρκώ,
* διαρκώ,
* επαρκώ,
* υπερεπαρκώ,
* ψευδορκώ,
* πολιορκώ,
* επιορκώ,
* ασκώ,
* ενασκώ,
* φωνασκώ,
* εξασκώ,
* προασκώ,
* βοσκώ,
* καβαλώ,
* κουβαλώ,
* κουτρουβαλώ,
* γαργαλώ,
* καλώ,
* ανακαλώ,
* ξανακαλώ,
* παρακαλώ,
* θερμοπαρακαλώ,
* μετακαλώ,
* εγκαλώ,
* συγκαλώ,
* προσεπικαλώ,
* περικαλώ,
* εκκαλώ,
* φιλοκαλώ,
* αποκαλώ,
* προκαλώ,
* αντροκαλώ,
* μαρκαλώ,
* πισκαλώ,
* προσκαλώ,
* αντιπροσκαλώ,
* βαυκαλώ,
* λαλώ,
* διαλαλώ,
* παραλαλώ,
* καταλαλώ,
* ντελαλώ,
* πηλαλώ,
* πιλαλώ,
* αντιλαλώ,
* αηδονολαλώ,
* πλαλώ,
* ξεπαραλώ,
* καταλώ,
* σπαταλώ,
* παρασπαταλώ,
* κατασπαταλώ,
* κουρταλώ,
* πονοκεφαλώ,
* σφαλώ,
* χαλώ,
* αποχαλώ,
* γελώ,
* αναγελώ,
* καταγελώ,
* ξεγελώ,
* περιγελώ,
* χαζογελώ,
* παιζογελώ,
* χασκογελώ,
* χαμογελώ,
* κρυφογελώ,
* δρασκελώ,
* αμελώ,
* παραμελώ,
* τελώ,
* διατελώ,
* κατελώ,
* επιτελώ,
* εκτελώ,
* συντελώ,
* αποτελώ,
* συναποτελώ,
* φελώ,
* ωφελώ,
* ζηλώ,
* αθλώ,
* διαθλώ,
* απειλώ,
* επαπειλώ,
* μιλώ,
* ξαναμιλώ,
* παραμιλώ,
* αντιμιλώ,
* ομιλώ,
* αγριομιλώ,
* κακομιλώ,
* γλυκομιλώ,
* καλομιλώ,
* ανεμομιλώ,
* συνομιλώ,
* πρωτομιλώ,
* κρυφομιλώ,
* πολυμιλώ,
* πιπιλώ,
* συμπιλώ,
* πιτσιλώ,
* ξεφιτιλώ,
* φιλώ,
* γλυκοφιλώ,
* νεκροφιλώ,
* γλωσσοφιλώ,
* ανακλώ,
* αντανακλώ,
* τσιγκλώ,
* τσιλλώ,
* κολλώ,
* αρπακολλώ,
* εγκολλώ,
* συγκολλώ,
* επανασυγκολλώ,
* ξεκολλώ,
* επικολλώ,
* οξυγονοκολλώ,
* αποκολλώ,
* θυροκολλώ,
* αφισοκολλώ,
* πρωτοκολλώ,
* τοιχοκολλώ,
* προσκολλώ,
* φεγγοβολώ,
* φλογοβολώ,
* ποδοβολώ,
* ριζοβολώ,
* τριζοβολώ,
* λιθοβολώ,
* σπιθοβολώ,
* ανθοβολώ,
* κανονιοβολώ,
* δισκοβολώ,
* μοσκοβολώ,
* μηλοβολώ,
* φυλλοβολώ,
* αμμοβολώ,
* ακτινοβολώ,
* γεννοβολώ,
* χιονοβολώ,
* ξερνοβολώ,
* κεραυνοβολώ,
* αραξοβολώ,
* αστραποβολώ,
* ροβολώ,
* σπινθηροβολώ,
* ακροβολώ,
* πετροβολώ,
* γυροβολώ,
* αγκυροβολώ,
* πυροβολώ,
* πεντοβολώ,
* φωτοβολώ,
* ηχοβολώ,
* μοσχοβολώ,
* πολυβολώ,
* σκολώ,
* διαβουκολώ,
* αμολώ,
* ξαμολώ,
* αυτομολώ,
* αναπολώ,
* ξαπολώ,
* περιπολώ,
* απεμπολώ,
* ονειροπολώ,
* πυρπολώ,
* μελαγχολώ,
* σχολώ,
* απασχολώ,
* τσιρλώ,
* τσουρλώ,
* αντλώ,
* εξαντλώ,
* απαντλώ,
* κυλώ,
* ξανακυλώ,
* κατρακυλώ,
* ποδοκυλώ,
* αιματοκυλώ,
* στραγγουλώ,
* ζουλώ,
* πουλώ,
* μεταπουλώ,
* ξεπουλώ,
* στραμπουλώ,
* ακριβοπουλώ,
* μοσκοπουλώ,
* μοσχοπουλώ,
* μασουλώ,
* τσουλώ,
* κουτσουλώ,
* μπουσουλώ,
* κουτουλώ,
* θρυλώ,
* διαθρυλώ,
* συλώ,
* ιεροσυλώ,
* εξοφλώ,
* προεξοφλώ,
* μουρτζουφλώ,
* σκουντουφλώ,
* εθελοτυφλώ,
* ενοχλώ,
* παρενοχλώ,
* πωλώ,
* μεταπωλώ,
* μονοπωλώ,
* γαμώ,
* ισοδυναμώ,
* εμώ,
* πολεμώ,
* καταπολεμώ,
* συμπολεμώ,
* νηνεμώ,
* εξεμώ,
* ηρεμώ,
* κρεμώ,
* ξεκρεμώ,
* εκκρεμώ,
* επιδημώ,
* παρεπιδημώ,
* εκδημώ,
* ενδημώ,
* αποδημώ,
* βλαστημώ,
* βλασφημώ,
* δυσφημώ,
* ευφημώ,
* ανευφημώ,
* επευφημώ,
* ισοβαθμώ,
* χωροσταθμώ,
* ισοσταθμώ,
* αριθμώ,
* κλειδαριθμώ,
* συναριθμώ,
* απαριθμώ,
* καταριθμώ,
* συγκαταριθμώ,
* ευδοκιμώ,
* τιμώ,
* διατιμώ,
* ανατιμώ,
* ξετιμώ,
* επιτιμώ,
* εκτιμώ,
* συνεκτιμώ,
* υποεκτιμώ,
* υπερεκτιμώ,
* φιλοτιμώ,
* αποτιμώ,
* υποτιμώ,
* προτιμώ,
* υπερτιμώ,
* χιμώ,
* τολμώ,
* αποτολμώ,
* γομώ,
* δομώ,
* αναδομώ,
* πολεοδομώ,
* λιθοδομώ,
* πλινθοδομώ,
* οικοδομώ,
* ανοικοδομώ,
* αποικοδομώ,
* εποικοδομώ,
* αποδομώ,
* βυσσοδομώ,
* τοιχοδομώ,
* βαρυγκομώ,
* παιδοκομώ,
* ανθοκομώ,
* γεροκομώ,
* γηροκομώ,
* τυροκομώ,
* βρεφοκομώ,
* παρανομώ,
* διχογνομώ,
* ταξινομώ,
* επαναταξινομώ,
* οικονομώ,
* εξοικονομώ,
* βαθμονομώ,
* κληρονομώ,
* συγκληρονομώ,
* χειρονομώ,
* αυτονομώ,
* βρομώ,
* παλινδρομώ,
* πελαγοδρομώ,
* παγοδρομώ,
* θεοδρομώ,
* πεζοδρομώ,
* οπισθοδρομώ,
* πλαγιοδρομώ,
* σταδιοδρομώ,
* ουριοδρομώ,
* εναντιοδρομώ,
* ιστιοδρομώ,
* πεδιλοδρομώ,
* τροχοπεδιλοδρομώ,
* στολοδρομώ,
* μονοδρομώ,
* αλλαξοδρομώ,
* λοξοδρομώ,
* δολιχοδρομώ,
* τροχοδρομώ,
* ταχυδρομώ,
* πισωδρομώ,
* λατομώ,
* εκλατομώ,
* καρατομώ,
* τετρατομώ,
* φλεβοτομώ,
* ορθοτομώ,
* υλοτομώ,
* ρυμοτομώ,
* καινοτομώ,
* ρινοτομώ,
* διχοτομώ,
* τριχοτομώ,
* ορμώ,
* εξορμώ,
* αντεξορμώ,
* παρορμώ,
* εισορμώ,
* εφορμώ,
* κοσμώ,
* διακοσμώ,
* περικοσμώ,
* αθυμώ,
* αναθυμώ,
* ραθυμώ,
* αραθυμώ,
* πεθυμώ,
* πιθυμώ,
* επιθυμώ,
* ενθυμώ,
* λιγοθυμώ,
* αποθυμώ,
* λιποθυμώ,
* μακροθυμώ,
* δυσθυμώ,
* ευθυμώ,
* βαρυθυμώ,
* συνωνυμώ,
* χυμώ,
* βαρυγκωμώ,
* αντιγνωμώ,
* ομογνωμώ,
* ταυτογνωμώ,
* διχογνωμώ,
* πλανώ,
* παραπλανώ,
* αποπλανώ,
* θρασομανώ,
* λυσσομανώ,
* φυσομανώ,
* δαπανώ,
* καταδαπανώ,
* κοπανώ,
* αδρανώ,
* μεσουρανώ,
* τυραγνώ,
* ασθενώ,
* εξασθενώ,
* ισοσθενώ,
* φιλοξενώ,
* προξενώ,
* μηνώ,
* προμηνώ,
* θρηνώ,
* αινώ,
* συναινώ,
* παινώ,
* επαινώ,
* παραινώ,
* περιδινώ,
* πεινώ,
* κινώ,
* διακινώ,
* ανακινώ,
* παρακινώ,
* μετακινώ,
* συγκινώ,
* κατασυγκινώ,
* ξεκινώ,
* ξαναξεκινώ,
* εκκινώ,
* αργοκινώ,
* υποκινώ,
* απολινώ,
* διευκρινώ,
* τσινώ,
* αρχινώ,
* ξαναρχινώ,
* οκνώ,
* σφαλνώ,
* χαλνώ,
* σκολνώ,
* ξαπολνώ,
* σχολνώ,
* κρεμνώ,
* μεριμνώ,
* υμνώ,
* ανυμνώ,
* εξυμνώ,
* τυραννώ,
* κατατυραννώ,
* γεννώ,
* αναγεννώ,
* ξεγεννώ,
* κακογεννώ,
* καλογεννώ,
* πρωτογεννώ,
* ζωογονώ,
* αναζωογονώ,
* δονώ,
* αντιδονώ,
* φθονώ,
* αφθονώ,
* ζηλοφθονώ,
* καταιονώ,
* διακονώ,
* μεγαλοπραγμονώ,
* πολυπραγμονώ,
* αδημονώ,
* ελεημονώ,
* μεγαλορρημονώ,
* κομπορρημονώ,
* ασχημονώ,
* κακοδαιμονώ,
* ευδαιμονώ,
* μελανειμονώ,
* λευχειμονώ,
* ανυπομονώ,
* λησμονώ,
* αλησμονώ,
* απολησμονώ,
* εγκυμονώ,
* αγνωμονώ,
* ομογνωμονώ,
* ταυτογνωμονώ,
* διχογνωμονώ,
* ευγνωμονώ,
* πονώ,
* καταπονώ,
* εκπονώ,
* συμπονώ,
* φυγοπονώ,
* ματαιοπονώ,
* κεφαλοπονώ,
* κοιλοπονώ,
* προπονώ,
* ψυχοπονώ,
* φρονώ,
* παραφρονώ,
* καταφρονώ,
* περιφρονώ,
* αντιφρονώ,
* ορθοφρονώ,
* ματαιοφρονώ,
* μετριοφρονώ,
* μεγαλοφρονώ,
* υψηλοφρονώ,
* φιλοφρονώ,
* αλλοφρονώ,
* ομοφρονώ,
* τετραχρονώ,
* ισοχρονώ,
* ατονώ,
* λιμοκτονώ,
* αυτοκτονώ,
* ορθοτονώ,
* χειροτονώ,
* οξυτονώ,
* δολοφονώ,
* δειπνώ,
* συνδειπνώ,
* σπεροδειπνώ,
* ξυπνώ,
* εξυπνώ,
* αργοξυπνώ,
* αγουροξυπνώ,
* αγρυπνώ,
* ξαγρυπνώ,
* επαγρυπνώ,
* σβαρνώ,
* κυβερνώ,
* διακυβερνώ,
* συγκυβερνώ,
* γερνώ,
* παραγερνώ,
* κακογερνώ,
* κερνώ,
* συγκερνώ,
* ξερνώ,
* περνώ,
* διαπερνώ,
* ξαναπερνώ,
* ξεπερνώ,
* αντιπερνώ,
* κακοπερνώ,
* καλοπερνώ,
* ψευτοπερνώ,
* προσπερνώ,
* γυρνώ,
* ξαναγυρνώ,
* τριγυρνώ,
* στριφογυρνώ,
* συχωρνώ,
* ερευνώ,
* διερευνώ,
* ανερευνώ,
* εξερευνώ,
* προσκυνώ,
* γρατζουνώ,
* κουνώ,
* ταρακουνώ,
* τσαμπουνώ,
* γρατσουνώ,
* ξεχνώ,
* αποξεχνώ,
* καλλιτεχνώ,
* φιλοτεχνώ,
* χειροτεχνώ,
* κοινωνώ,
* συγκοινωνώ,
* επικοινωνώ,
* ελευθεροκοινωνώ,
* διαφωνώ,
* αναφωνώ,
* παραφωνώ,
* τηλεφωνώ,
* ραδιοτηλεφωνώ,
* ξεφωνώ,
* αντιφωνώ,
* εκφωνώ,
* συνεκφωνώ,
* συμφωνώ,
* προσυμφωνώ,
* ομοφωνώ,
* μαγνητοφωνώ,
* απομαγνητοφωνώ,
* βροντοφωνώ,
* προσφωνώ,
* ματαιοδοξώ,
* αισιοδοξώ,
* απαισιοδοξώ,
* κακοδοξώ,
* φιλοδοξώ,
* ομοδοξώ,
* βοώ,
* αναβοώ,
* αντιβοώ,
* νοώ,
* παρανοώ,
* κατανοώ,
* μετανοώ,
* αγνοώ,
* επινοώ,
* εννοώ,
* παρεννοώ,
* ομονοώ,
* υπονοώ,
* προνοώ,
* ευνοώ,
* θροώ,
* φυλλορροώ,
* αιμορροώ,
* πυορροώ,
* δακρυρροώ,
* πτοώ,
* καταπτοώ,
* αγαπώ,
* ξαναγαπώ,
* υπεραγαπώ,
* ανταγαπώ,
* πολυαγαπώ,
* τσιμπώ,
* ψιλοτσιμπώ,
* κολυμπώ,
* ακουμπώ,
* λογοκοπώ,
* χρεοκοπώ,
* τριζοκοπώ,
* μεθοκοπώ,
* λιθοκοπώ,
* γρονθοκοπώ,
* φαντασιοκοπώ,
* γυαλοκοπώ,
* αφαλοκοπώ,
* βολοκοπώ,
* ξυλοκοπώ,
* δημοκοπώ,
* βρομοκοπώ,
* φτερνοκοπώ,
* λαμποκοπώ,
* χαροκοπώ,
* ιδροκοπώ,
* φτεροκοπώ,
* πλευροκοπώ,
* σφυροκοπώ,
* γλεντοκοπώ,
* βροντοκοπώ,
* ζεστοκοπώ,
* νυχτοκοπώ,
* σκοπώ,
* ανασκοπώ,
* επισκοπώ,
* περισκοπώ,
* ραβδοσκοπώ,
* βολιδοσκοπώ,
* ενδοσκοπώ,
* κερδοσκοπώ,
* βιντεοσκοπώ,
* στηθοσκοπώ,
* βυθοσκοπώ,
* ομφαλοσκοπώ,
* δημοσκοπώ,
* ακτινοσκοπώ,
* αποσκοπώ,
* καιροσκοπώ,
* μαγνητοσκοπώ,
* ωτοσκοπώ,
* χρεωκοπώ,
* λογοκλοπώ,
* τυποκλοπώ,
* ισορροπώ,
* εξισορροπώ,
* ερωτοτροπώ,
* δυστροπώ,
* αρπώ,
* σκορπώ,
* διασκορπώ,
* διασπώ,
* βιοδιασπώ,
* ανασπώ,
* ξεσπώ,
* περισπώ,
* αντιπερισπώ,
* εκσπώ,
* αποσπώ,
* συσπώ,
* λυπώ,
* καταλυπώ,
* ζουπώ,
* τρυπώ,
* διατρυπώ,
* κατατρυπώ,
* παρατυπώ,
* κτυπώ,
* ξανακτυπώ,
* κονταροκτυπώ,
* στερεοτυπώ,
* ζηλοτυπώ,
* πρωτοτυπώ,
* φωτοτυπώ,
* μορφοτυπώ,
* χτυπώ,
* ξαναχτυπώ,
* αντιχτυπώ,
* καρδιοχτυπώ,
* κονταροχτυπώ,
* σιωπώ,
* παρασιωπώ,
* αποσιωπώ,
* εκπροσωπώ,
* πλαστοπροσωπώ,
* βαρώ,
* κωλοβαρώ,
* εκλιπαρώ,
* σπαρταρώ,
* λαχταρώ,
* φλυαρώ,
* επιδρώ,
* αλληλεπιδρώ,
* αντιδρώ,
* αποδρώ,
* υπερκερώ,
* ευημερώ,
* χασομερώ,
* περώ,
* καρτερώ,
* ακαρτερώ,
* εγκαρτερώ,
* αποκαρτερώ,
* υπερτερώ,
* στερώ,
* αποστερώ,
* υστερώ,
* καθυστερώ,
* λεξιθηρώ,
* θεσιθηρώ,
* λαγοθηρώ,
* προικοθηρώ,
* σκανδαλοθηρώ,
* ψηφοθηρώ,
* παραληρώ,
* πληρώ,
* τηρώ,
* διατηρώ,
* παρατηρώ,
* αντιπαρατηρώ,
* επιτηρώ,
* συντηρώ,
* καθαιρώ,
* διαιρώ,
* υποδιαιρώ,
* ευκαιρώ,
* αναιρώ,
* συναιρώ,
* εξαιρώ,
* υπεξαιρώ,
* αφαιρώ,
* προσθαφαιρώ,
* προαφαιρώ,
* εγχειρώ,
* επιχειρώ,
* μεμψιμοιρώ,
* ευμοιρώ,
* ορώ,
* δικηγορώ,
* μεγαληγορώ,
* αλληγορώ,
* δημηγορώ,
* συνηγορώ,
* παρηγορώ,
* γρηγορώ,
* μακρηγορώ,
* κατηγορώ,
* αντικατηγορώ,
* λοιδορώ,
* καθορώ,
* διορώ,
* βυθοκορώ,
* ενορώ,
* προορώ,
* απορώ,
* διαπορώ,
* οδοιπορώ,
* συνοδοιπορώ,
* μπορώ,
* ημπορώ,
* αργοπορώ,
* πεζοπορώ,
* νυκτοπορώ,
* ποντοπορώ,
* πρωτοπορώ,
* βραδυπορώ,
* ευπορώ,
* ταχυπορώ,
* παρορώ,
* ιστορώ,
* ανιστορώ,
* εξιστορώ,
* φορώ,
* αφορώ,
* αδιαφορώ,
* ξαναφορώ,
* πενθηφορώ,
* ανηφορώ,
* μελανηφορώ,
* στεφανηφορώ,
* αποσυμφορώ,
* ανθοφορώ,
* πενθοφορώ,
* ρακοφορώ,
* λευκοφορώ,
* καλοφορώ,
* πιλοφορώ,
* κυκλοφορώ,
* ξανακυκλοφορώ,
* επανακυκλοφορώ,
* φυλλοφορώ,
* οπλοφορώ,
* τιτλοφορώ,
* παρασημοφορώ,
* καρποφορώ,
* πληροφορώ,
* παραπληροφορώ,
* ασπροφορώ,
* μαυροφορώ,
* σταυροφορώ,
* πρωτοφορώ,
* κυοφορώ,
* ψηφοφορώ,
* τελεσφορώ,
* δυσφορώ,
* δορυφορώ,
* θαρρώ,
* αναθαρρώ,
* μετρώ,
* διαμετρώ,
* αναμετρώ,
* καταμετρώ,
* ανακαταμετρώ,
* επιμετρώ,
* βυθομετρώ,
* καλομετρώ,
* φυλλομετρώ,
* σφυγμομετρώ,
* θερμομετρώ,
* σχοινομετρώ,
* χρονομετρώ,
* τριγωνομετρώ,
* χωρομετρώ,
* προσμετρώ,
* χλιμιντρώ,
* γλιστρώ,
* ξεγλιστρώ,
* κουτρώ,
* κυρώ,
* καταπλημμυρώ,
* ουρώ,
* βουρώ,
* οικουρώ,
* επικουρώ,
* συνεπικουρώ,
* φρουρώ,
* περιφρουρώ,
* κατουρώ,
* αναζωπυρώ,
* μαρτυρώ,
* διαμαρτυρώ,
* καταμαρτυρώ,
* επιμαρτυρώ,
* ψευδομαρτυρώ,
* προσμαρτυρώ,
* φυρώ,
* σφυρώ,
* περιταφρώ,
* ολιγωρώ,
* δωρώ,
* φιλοδωρώ,
* θεωρώ,
* αναθεωρώ,
* επιθεωρώ,
* θωρώ,
* αγγελοθωρώ,
* αιωρώ,
* τιμωρώ,
* ταλαιπωρώ,
* καταταλαιπωρώ,
* σκευωρώ,
* χωρώ,
* αναχωρώ,
* υπαναχωρώ,
* στεναχωρώ,
* καταστεναχωρώ,
* παραχωρώ,
* αντιπαραχωρώ,
* καταχωρώ,
* συγχωρώ,
* εκχωρώ,
* οπισθοχωρώ,
* εμφιλοχωρώ,
* στενοχωρώ,
* καταστενοχωρώ,
* αποχωρώ,
* υποχωρώ,
* προχωρώ,
* εισχωρώ,
* προσχωρώ,
* συχωρώ,
* μασώ,
* αναμασώ,
* μισώ,
* νοσώ,
* λυσσώ,
* κλωσσώ,
* κλοτσώ,
* κλωτσώ,
* φυσώ,
* ξεφυσώ,
* εμφυσώ,
* κλωσώ,
* ξεκλωσώ,
* ορειβατώ,
* μυθοβατώ,
* νεφελοβατώ,
* πηλοβατώ,
* ουρανοβατώ,
* κτηνοβατώ,
* καρκινοβατώ,
* σχοινοβατώ,
* υπνοβατώ,
* αεροβατώ,
* αιθεροβατώ,
* ονειροβατώ,
* ακροβατώ,
* ποδηλατώ,
* λεηλατώ,
* ξενηλατώ,
* ιχνηλατώ,
* κωπηλατώ,
* οιστρηλατώ,
* σφυρηλατώ,
* ψυχρηλατώ,
* σταματώ,
* ζεματώ,
* εγκληματώ,
* αδυνατώ,
* πατώ,
* απατώ,
* τσαλαπατώ,
* εξαπατώ,
* παραπατώ,
* καταπατώ,
* περιπατώ,
* στραβοπατώ,
* ποδοπατώ,
* αποπατώ,
* ακροπατώ,
* περπατώ,
* γοργοπερπατώ,
* κουτσοπερπατώ,
* νυχτοπερπατώ,
* πορπατώ,
* παρατώ,
* κρατώ,
* παρακρατώ,
* κατακρατώ,
* συγκρατώ,
* επικρατώ,
* τρομοκρατώ,
* κατατρομοκρατώ,
* προσωποκρατώ,
* κοντροκρατώ,
* θαλασσοκρατώ,
* δημοπρατώ,
* παραστρατώ,
* επαναστατώ,
* αντεπαναστατώ,
* επιστατώ,
* αποστατώ,
* χοροστατώ,
* πρωτοστατώ,
* ποδηγετώ,
* ευεργετώ,
* πλαγιοδετώ,
* βιβλιοδετώ,
* πρυμνοδετώ,
* σκυροδετώ,
* χαρτοδετώ,
* αθετώ,
* αδιαθετώ,
* ταξιθετώ,
* στοιχειοθετώ,
* αρχειοθετώ,
* οριοθετώ,
* υιοθετώ,
* ξαναϋιοθετώ,
* ναρκοθετώ,
* αθλοθετώ,
* βαθμοθετώ,
* νομοθετώ,
* θεσμοθετώ,
* σκηνοθετώ,
* τεκνοθετώ,
* τοποθετώ,
* ανατοποθετώ,
* επανατοποθετώ,
* χειροθετώ,
* οροθετώ,
* χωροθετώ,
* ονοματοθετώ,
* ψηφοθετώ,
* ευθετώ,
* διευθετώ,
* νουθετώ,
* μελετώ,
* κακομελετώ,
* καλομελετώ,
* προμελετώ,
* πετώ,
* σκαπετώ,
* αναπετώ,
* παραπετώ,
* ξεπετώ,
* γονυπετώ,
* υπηρετώ,
* συνυπηρετώ,
* εξυπηρετώ,
* αφυπηρετώ,
* προϋπηρετώ,
* αυθαιρετώ,
* χαιρετώ,
* αντιχαιρετώ,
* γλυκοχαιρετώ,
* διπλοχαιρετώ,
* αποχαιρετώ,
* αργαποχαιρετώ,
* χειραφετώ,
* δυσανασχετώ,
* αμφισβητώ,
* διαμφισβητώ,
* ζητώ,
* αναζητώ,
* καταζητώ,
* επιζητώ,
* ψωμοζητώ,
* αποζητώ,
* συζητώ,
* ακινητώ,
* αιτώ,
* διαιτώ,
* απαιτώ,
* προαπαιτώ,
* ανταπαιτώ,
* επαιτώ,
* παραιτώ,
* κοιτώ,
* αγριοκοιτώ,
* λαγνοκοιτώ,
* κρυφοκοιτώ,
* φοιτώ,
* επιφοιτώ,
* συμφοιτώ,
* αποφοιτώ,
* τζιριτώ,
* παρασιτώ,
* ομοσιτώ,
* υλακτώ,
* καιροφυλακτώ,
* ανακτώ,
* αγανακτώ,
* επανακτώ,
* υπερανακτώ,
* απρακτώ,
* ατακτώ,
* κατακτώ,
* ανακατακτώ,
* λιποτακτώ,
* κυριολεκτώ,
* ακυριολεκτώ,
* ακυρολεκτώ,
* πλεονεκτώ,
* μειονεκτώ,
* ομοιοκαταληκτώ,
* λογοπαικτώ,
* δακτυλοδεικτώ,
* αποκτώ,
* νταγιαντώ,
* πλαντώ,
* σουλαντώ,
* συναντώ,
* απαντώ,
* συναπαντώ,
* προαπαντώ,
* ανταπαντώ,
* υπαντώ,
* προϋπαντώ,
* καταντώ,
* συκοφαντώ,
* κατασυκοφαντώ,
* κεντώ,
* παρακεντώ,
* χρυσοκεντώ,
* γλεντώ,
* σαλντώ,
* μπαϊλντώ,
* βροντώ,
* κουντώ,
* σκουντώ,
* ξεσκουντώ,
* επιδοτώ,
* λογοδοτώ,
* εργοδοτώ,
* μισθοδοτώ,
* δικαιοδοτώ,
* πλειοδοτώ,
* μειοδοτώ,
* δανειοδοτώ,
* συνταξιοδοτώ,
* εξουσιοδοτώ,
* προικοδοτώ,
* ορκοδοτώ,
* τιτλοδοτώ,
* πριμοδοτώ,
* χρησμοδοτώ,
* γνωμοδοτώ,
* υδροδοτώ,
* κληροδοτώ,
* προκληροδοτώ,
* κινητροδοτώ,
* αντικινητροδοτώ,
* ηλεκτροδοτώ,
* σταυροδοτώ,
* πυροδοτώ,
* αποπυροδοτώ,
* νοηματοδοτώ,
* χρηματοδοτώ,
* αναχρηματοδοτώ,
* συγχρηματοδοτώ,
* σηματοδοτώ,
* ονοματοδοτώ,
* ρευματοδοτώ,
* δεικτοδοτώ,
* πιστοδοτώ,
* εγγυοδοτώ,
* τροφοδοτώ,
* ανατροφοδοτώ,
* κοτώ,
* αποκοτώ,
* ορκωμοτώ,
* συνωμοτώ,
* κροτώ,
* συγκροτώ,
* ανασυγκροτώ,
* επανασυγκροτώ,
* επικροτώ,
* ποδοκροτώ,
* παλαμοκροτώ,
* χειροκροτώ,
* καταχειροκροτώ,
* εκπυρσοκροτώ,
* προσωποληπτώ,
* μεροληπτώ,
* αμεροληπτώ,
* δωροληπτώ,
* συμπαρομαρτώ,
* αναρτώ,
* συναρτώ,
* εξαρτώ,
* απεξαρτώ,
* προσαρτώ,
* αναπροσαρτώ,
* σκιρτώ,
* ανασκιρτώ,
* αποσκιρτώ,
* βαστώ,
* αναβαστώ,
* βαριεστώ,
* δυσαρεστώ,
* ευαρεστώ,
* αφλογιστώ,
* καθιστώ,
* εγκαθιστώ,
* επανεγκαθιστώ,
* απεγκαθιστώ,
* μετεγκαθιστώ,
* αντικαθιστώ,
* αποκαθιστώ,
* υποκαθιστώ,
* συνιστώ,
* ανασυνιστώ,
* τριταγωνιστώ,
* πρωταγωνιστώ,
* συμπρωταγωνιστώ,
* απιστώ,
* ευελπιστώ,
* ολιγοπιστώ,
* αλλαξοπιστώ,
* δυσπιστώ,
* παριστώ,
* αναπαριστώ,
* ευχαριστώ,
* υπερευχαριστώ,
* αντευχαριστώ,
* φχαριστώ,
* εφιστώ,
* παλιννοστώ,
* εγκυστώ,
* ωτακουστώ,
* χρεωστώ,
* αρρωστώ,
* χρωστώ,
* βραδυγλωττώ,
* τελευτώ,
* προτελευτώ,
* ξεμυτώ,
* βουτώ,
* τσαλαβουτώ,
* γιουτώ,
* πλουτώ,
* ξεφτώ,
* καιροφυλαχτώ,
* αγαναχτώ,
* αταχτώ,
* καταχτώ,
* λιποταχτώ,
* κυριολεχτώ,
* ομοιοκαταληχτώ,
* μοχτώ,
* αποχτώ,
* αλυχτώ,
* ξενυχτώ,
* ρωτώ,
* αναρωτώ,
* ξαναρωτώ,
* ερωτώ,
* επερωτώ,
* αντιρωτώ,
* ψιλορωτώ,
* βαρυκολυώ,
* μυώ,
* αναβρυώ,
* ψηλαφώ,
* αναψηλαφώ,
* φληναφώ,
* σχεδιαγραφώ,
* σκιαγραφώ,
* τηλεγραφώ,
* καλλιγραφώ,
* συνταγογραφώ,
* λογογραφώ,
* καταλογογραφώ,
* πεζογραφώ,
* ηθογραφώ,
* λιθογραφώ,
* ορθογραφώ,
* ανορθογραφώ,
* οπισθογραφώ,
* μυθογραφώ,
* συμβολαιογραφώ,
* αγιογραφώ,
* σχεδιογραφώ,
* γελοιογραφώ,
* μυθιστοριογραφώ,
* δημοσιογραφώ,
* κακογραφώ,
* λεξικογραφώ,
* πρακτικογραφώ,
* χαλκογραφώ,
* υαλογραφώ,
* λιβελογραφώ,
* αλληλογραφώ,
* ξυλογραφώ,
* δακτυλογραφώ,
* δαχτυλογραφώ,
* γραμμογραφώ,
* ευθυμογραφώ,
* ανωνυμογραφώ,
* μηχανογραφώ,
* στενογραφώ,
* σκηνογραφώ,
* ακτινογραφώ,
* υμνογραφώ,
* εικονογραφώ,
* μονογραφώ,
* χρονογραφώ,
* πορνογραφώ,
* ιχνογραφώ,
* φωνογραφώ,
* τοπογραφώ,
* προσωπογραφώ,
* καθαρογραφώ,
* ρυπαρογραφώ,
* ιερογραφώ,
* αρθρογραφώ,
* μικρογραφώ,
* χορογραφώ,
* υδατογραφώ,
* διηγηματογραφώ,
* κινηματογραφώ,
* κτηματογραφώ,
* λημματογραφώ,
* χρωματογραφώ,
* πολιτογραφώ,
* κρυπτογραφώ,
* αποκρυπτογραφώ,
* χαρτογραφώ,
* πλαστογραφώ,
* φωτογραφώ,
* ηχογραφώ,
* τοιχογραφώ,
* ψυχογραφώ,
* πολυγραφώ,
* ζωγραφώ,
* μηχανορραφώ,
* διασαφώ,
* ψηφώ,
* αψηφώ,
* πλειοψηφώ,
* μειοψηφώ,
* ομοψηφώ,
* πλειονοψηφώ,
* μειονοψηφώ,
* ισοψηφώ,
* αναδιφώ,
* σκαριφώ,
* ροφώ,
* αναρροφώ,
* καταρροφώ,
* απορροφώ,
* εισροφώ,
* προσροφώ,
* ατροφώ,
* οιακοστροφώ,
* θεοσοφώ,
* φιλοσοφώ,
* αμπελοφιλοσοφώ,
* ξυλοσοφώ,
* θυμοσοφώ,
* ψοφώ,
* ρουφώ,
* εντρυφώ,
* αχώ,
* σκιαμαχώ,
* πυγμαχώ,
* αψιμαχώ,
* συμμαχώ,
* λογομαχώ,
* φυγομαχώ,
* ραβδομαχώ,
* θεομαχώ,
* πεζομαχώ,
* θηριομαχώ,
* αγκομαχώ,
* οπλομαχώ,
* μονομαχώ,
* χερομαχώ,
* προμαχώ,
* θαλασσομαχώ,
* ξιφομαχώ,
* τειχομαχώ,
* ψυχομαχώ,
* υπερμαχώ,
* ναυμαχώ,
* καταναυμαχώ,
* ηχώ,
* συνηχώ,
* απηχώ,
* κατηχώ,
* αντηχώ,
* στοιχώ,
* αντιστοιχώ,
* συστοιχώ,
* περιχώ,
* ηνιοχώ,
* βωμολοχώ,
* ναυλοχώ,
* αστοχώ,
* ξαστοχώ,
* ευστοχώ,
* σπουδαρχώ,
* πειθαρχώ,
* απειθαρχώ,
* πλοιαρχώ,
* πατριαρχώ,
* κυριαρχώ,
* επικυριαρχώ,
* δημαρχώ,
* νομαρχώ,
* ποιμεναρχώ,
* καλοναρχώ,
* μοναρχώ,
* κανοναρχώ,
* ιεραρχώ,
* τριηραρχώ,
* αδολεσχώ,
* μεγαλαυχώ,
* πηδαλιουχώ,
* γαλουχώ,
* αλληλουχώ,
* ανησυχώ,
* ατυχώ,
* κακοτυχώ,
* δυστυχώ,
* ευτυχώ,
* ξεψυχώ,
* λιγοψυχώ,
* ολιγοψυχώ,
* κακοψυχώ,
* καλοψυχώ,
* λιποψυχώ,
* διψώ,
* ξεδιψώ,
* φυτοζωώ,
* κυνηγώ,
* αισχρολογώ,
* ψυχαγωγώ,
* αισχροκερδώ,
* τσιληπουρδώ,
* ακολουθώ,
* φιλονικώ,
* αμελώ,
* συμπιλώ,
* κρεμώ,
* ακουμπώ,
* διατηρώ,
* παρατηρώ,
* επιτηρώ,
* αντιμετρώ,
* φυσώ,
* ζητώ,
* συναπαντώ,
* ιεραρχώ,
description::
* εννοείται,
* επικρέμαται,
* ψιθυρίζεται,
* διαδραματίζεται,
* υποτίθεται,
* προϋποτίθεται,
* αναβάλλεται,
* φαίνεται,
* κακοφαίνεται,
* βαρυφαίνεται,
* επιτρέπεται,
* ενδέχεται,
* απαγορεύεται,
* εξυπακούεται,
* επίκειται,
* έγκειται,
* απόκειται,
* εναπόκειται,
* πρόκειται,
* αλληλοστηρίζονται,
* αλληλοϋποστηρίζονται,
* αλληλοεξουδετερώνονται,
* αλληλοεπαινούνται,
* είθισται,
* πέπρωται,
* επείγει,
* υπερεπείγει,
* κατεπείγει,
* γλυκοφέγγει,
* δει,
* συνάδει,
* απάδει,
* βραδιάζει,
* γλυκοβραδιάζει,
* καταχνιάζει,
* χειμωνιάζει,
* νοιάζει,
* γνοιάζει,
* μεσημεριάζει,
* καλοκαιριάζει,
* ταιριάζει,
* φθινοπωριάζει,
* γλυκοχαράζει,
* ψιχαλίζει,
* χιονίζει,
* μπουμπουνίζει,
* ανεμοσουρίζει,
* αρμόζει,
* προσήκει,
* μέλει,
* μέλλει,
* κάνει,
* συμβαίνει,
* συντυχαίνει,
* σουρουπώνει,
* ξημερώνει,
* μουχρώνει,
* καλονυκτώνει,
* νυχτώνει,
* καλονυχτώνει,
* πρέπει,
* εμπρέπει,
* μπουνατσάρει,
* συμφέρει,
* προκύπτει,
* προέχει,
* βρέχει,
* σιγοβρέχει,
* ψιλοβρέχει,
* καλοκαιρεύει,
description::
"στην α' συζυγία κατατάσσονται τα ρήματα που τονίζονται στην παραλήγουσα της ενεργητικής π.χ. τρέχω, παίζω ή στην προπαραλήγουσα της παθητικής, π.χ. λύνομαι, γράφομαι"
· γράφω - γράφομαι,
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
name::
* McsElln.ρήμα.siziyia-A,
====== langoGreek:
* McsElln.ρήμαΕλλν.συζυγίαΑ,
description::
"στη β' συζυγία κατατάσσονται τα ρήματα που τονίζονται στη λήγουσα της ενεργητικής, π.χ. μιλώ, γελώ (ή στην παραλήγουσα αν είναι σε -άω, μιλάω) και στην παραλήγουσατης παθητικής, π.χ. μιλιέμαι, προσποιούμαι, φοβάμαι."
· γελώ - γελιέμαι, θεωρώ - θεωρούμαι, θυμάμαι,
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
name::
* McsElln.ρήμα.siziyia-B,
====== langoGreek:
* McsElln.ρήμαΕλλν.συζυγίαΒ,
description::
"Στην α' τάξη θα ανήκουν εκείνα τα ρήματα της β' συζυγίας που κλείνονται στην ενεργητική σε -ώ, -άς, -ά και στην παθητική σε -ιέμαι, -ιέσαι, -ιέται"
· γελώ - γελιέμαι,
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
description::
"Στη β' τάξη θα ανήκουν εκείνα τα ρήματα της β' συζυγίας που κλείνονται στην ενεργητική σε -ώ, -είς, -εί και στην παθητική σε -ούμαι, -είσαι, είται ή ούμαι/άμαι, -άσαι, -άται"
· θεωρώ - θεωρούμαι, θυμάμαι,
[{2022-04-11 retrieved} http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/Theoria%20Nea/foni-sizigia-rim-NE.htm]
description::
· one instance AND we do-NOT-expect other instances with this method. {2022-03-16}.
name::
* McsElln.ρήμα.regularNo,
addressWpg::
* http://users.sch.gr/ipap/NEGlossa/katalogos-rimatwn.htm,
this page was-visited times since {2022-04-11}
page-wholepath: synagonism.net / worldviewSngo / dirLag / verbElln
SEARCH::
· this page uses 'locator-names', names that when you find them, you find the-LOCATION of the-concept they denote.
⊛ GLOBAL-SEARCH:
· clicking on the-green-BAR of a-page you have access to the-global--locator-names of my-site.
· use the-prefix 'verbElln' for senso-concepts related to current concept 'Greek-verb'.
⊛ LOCAL-SEARCH:
· TYPE CTRL+F "McsLag4.words-of-concept's-name", to go to the-LOCATION of the-concept.
· a-preview of the-description of a-global-name makes reading fast.
webpage-versions::
• version.last.dynamic: McsLag000026.last.html,
• version.draft.creation: McsLag000026.0-1-0.2022-04-11.last.html,